Παρασκευή 29 Αυγούστου 2003

Κάθε Σεπτέμβρη...

οι φίλοι μου, που το καλοκαίρι μεταμορφώνονται σε ριψοκίνδυνους κατασκηνωτές, θιασώτες των θαλάσσιων σπορ, ατρόμητους ψαράδες, εξερευνητές της άγονης γραμμής, κοσμοπολίτες ταξιδιώτες, ανέμελους πρωταθλητές ταβλιού και καυτούς εραστές -όλοι αυτοί κάθε Σεπτέμβρη μελαγχολούν. Μπορεί να είμαι στραβός άνθρωπος, όμως δεν αντέχω άλλο διηγήσεις για τη Φολέγανδρο, την καταπληκτική ερημική παραλία, τα ξενύχτια και το μαύρισμα. Ανήκω σε εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων που δεν εκστασιάζεται με τις προκάτ αναμνήσεις από ηλιοβασιλέματα στο "μαγευτικό Αιγαίο" (των rooms to let). Η γενική ευωχία (και η αναπόφευκτη επακόλουθη μελαγχολία) του Αυγούστου με βγάζουν έξω από τα νερά μου. Χαίρομαι που άρχισε να δροσίζει, που όλοι επέστρεψαν στις δουλειές τους -στην απλή, καθημερινή, γοητευτική καθημερινότητα. Θέλω τους φίλους μου πίσω: να μιλάμε για τη χτεσινή συναυλία, την καινούργια ταινία στον κινηματογράφο, το βιβλίο που τελείωσα το περασμένο Σαββατοκύριακο. Η μετα-αυγουστιάτικη περίοδος πένθους έχει επίσημα λήξει και χαιρετίζω με ευτυχία το φθινοπωρινό ξεφάντωμα....

η αισθητική μου, εμφανώς ταλαιπωρημένη από τα καλοκαιρινά ατοπήματα, επιστρέφει στα ίσα της. Με χαλάνε τα καλοκαιρινά τσαλακωμένα και καταϊδρωμένα μπλουζάκια, τα πέδιλα (ακόμα χειρότερα: οι παντόφλες) απ' όπου ξεπροβάλλουν κακοτράχαλες πατούσες, τα ξεφλουδισμένα μπράτσα, τα γυαλιά ηλίου - οξυγονοκόλλησης, τα αξεσουάρ - φετίχ του καλοκαιριού.

... δεν με πειράζει που ο καιρός θα χαλάσει και δεν θα ξεροσταλιάζω κάτω από το κλιματιστικό για δροσιά. Που θα περπατώ στους δρόμους της πόλης και θα με φυσά αεράκι. Που θα φοράω μπουφανάκι το απόγευμα και θα με τυλίγει με μια γλυκιά ζεστασιά. Που δεν θα χρειάζεται να έχω 6 μπουκάλια με νερό στο ψυγείο για να βγάλω τη μέρα. Που θα σκεπάζομαι το βράδυ με σεντόνι και θα το χαίρομαι. Που θα σταματήσει ο βόμβος του ανεμιστήρα πάνω από το κεφάλι μου και θα μπορώ να ανεβαίνω στη μηχανή με το κράνος, χωρίς να κατεβαίνω νιώθοντας το κεφάλι μου σαν βραστό, μελάτο αβγό

.... κατεβαίνοντας το πρωί για τη δουλειά, χαίρομαι που ξαναβλέπω, με την ίδια, επαναλαμβανόμενη και ασφαλή σειρά: τον περιπτερά να κρεμά με μανταλάκια τις εφημερίδες, την ουρά έξω από την τράπεζα, τον τροχονόμο στη Δωδεκανήσου, τους υπαλλήλους να ανεβάζουν τα στόρια, τα καφέ στην Παύλου Μελά να στήνουν τα τραπεζάκια και τις καρέκλες, τον ένοικο της απέναντι πολυκατοικίας να φεύγει για τη δουλειά του (και να παρκάρω στη θέση του), την πολυκοσμία στο ασανσέρ της οικοδομής, τη Δανάη να λέει καλημέρα και τον γαλλικό καφέ να ετοιμάζεται στην καφετιέρα.

... μου αρέσει που, περνώντας από τα Πανεπιστήμια, βλέπω πολύχρωμες αφίσες για συναυλίες, ληστρικά "ενοικιάζεται", ουρά έξω από τη βιβλιοθήκη, πρωτοετείς να ρωτάνε πού είναι η Μελενίκου και ατέλειωτες παρτίδες τάβλι στα φοιτητικά της Ολύμπου. Ανυπομονώ για τον τζερτζελέ της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης: να αργείς στα σαββατιάτικα ραντεβού "γιατί είχαν κλείσει την Εγνατία", να γεμίσει η πόλη με πινακίδες ΡΙΑ, ΚΝΑ, ΖΖκάτι - αξιαγάπητοι Αθηναίοι δημοσιογράφοι, εμπορικοί αντιπρόσωποι από τη Βόρεια Ελλάδα και επισκέπτες που παρκάρουν όπου να 'ναι.

... χαίρομαι που επιστρέφω στα γήινα, αφήνοντας πίσω τη μεταφυσική αναπλαστικότητα της άνοιξης (ούτως ή άλλως μένω σε διαμέρισμα και η οργιαστική φύση μου προκαλεί αλλεργίες) και την ακραία αίσθηση του καλοκαιριού.Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι να πιάσουν τα κρύα και να σφίξουν οι δουλειές...


Στίχοι της εβδομάδας
«Κάθε Σεπτέμβρη» Μουσική - Στίχοι - Φωνή: Φοίβος ΔεληβοριάςΔίσκος : Χάλια Κάθε Σεπτέμβρη

Κάθε Σεπτέμβρη θα γυρνάς απ' το χωριό σου /και μόνο απ' τ' άσπρα μέρη κάτω απ' το μαγιώ/ θ' αναγνωρίζω το κορμάκι το δικό σου /που τους χειμώνες το κοιτάζω μόνο εγώ. Κάθε Σεπτέμβρη θα δαγκώνεις ένα μήλο /και γω θα κάθομαι να βλέπω σαν Αδάμ /τον πειρασμό να σε τυλίγει σαν το φύλλο /και να μου κάνει την καρδιά μου Γης μαδιάμ. Και τι έχει ο Ήλιος που δεν έχω να σου δώσω /αυτός τη νύχτα κλείνει εγώ μένω ανοιχτός/ κι αν καταφέρω και τον πάγο σου το λιώσω /κάθε Σεπτέμβρη θα γεμίζουν όλα φως. ...

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2003

Όταν χαράζει...

Η νύχτα του γεμάτου φεγγαριού του Αυγούστου πάντα πλημμύριζε την πόλη με νυχτολούλουδα. Η νεαρά επιστρέφει ξημέρωμα από τη νυχτερινή της ανίχνευση. Ο άνδρας βιαστικός κατηφορίζει από την παραλία. Με κατεύθυνση από τον Όμιλο προς τον Πύργο πάει για δουλειά.

Δύο παράλληλες ζωές που ποτέ δεν επρόκειτο να συναντηθούν, μέλη του Τάγματος των περιπλανώμενων ψυχών. Παρασάγγας απέχουν τα βλέμματα. Στροβιλίζουν όνειρα που το σκοτάδι καλύπτει σε απύθμενα βάθη της θάλασσας.
Μόνο που οι πόθοι χαίρονται να ξεγυμνώνονται και να διαβρώνουν τα κορμιά. Τον τράβηξε το λουλούδι που ανθεί τη νύχτα. Τα μάτια «έβλεπαν» πνεύματα, νεράιδες, στοιχειά και όλες αυτές τις οντότητες που τώρα αναφέρονται μόνο στα αρχαία ιερά βιβλία.
Το άνθος μοιάζει σχεδόν σαν κανονικό, που, κρύβοντας ευαισθησίες, κρύβει βαθιά μέσα του τη ζωή. Η ψυχή λεύτερη κατοικεί στα μάτια, στη σιωπή, στο σκοτάδι και όπου πλανιέται αγναντεύει την ελπίδα.
Αλυχτούν οι μνήμες. Αντιστέκεται... αλλά η σκέψη αλητεύει. Είναι βαθύτατα εγωιστικό η αλήθεια σου να είναι πάντα αυτή που σε επιβεβαιώνει, δικαιώνοντας τις επιλογές σου.

Η νύχτα με οδήγησε σ' αυτούς τους δρόμους;
ή αυτοί οι δρόμοι με οδήγησαν στη νύχτα;
Ντίνος Χριστιανόπουλος

Ο διαβάτης αλλάζει ταχύτητα ανεβάζει στροφές, να φύγει.
Πού πας; Η νύχτα δεν έφυγε... Μέσα σου κατοικεί!
Όμορφος στοχασμός!
Όμως, άδικα διαμαρτύρεται, η όψη κάτι άλλο μαρτυρά. Ποιο ανήσυχο πνεύμα μπορεί να μην υποκύψει στη γοητεία της εναλλαγής, την ώρα που η νύχτα γίνεται μέρα και τανάπαλιν;
Πότε και γιατί όλο το σύμπαν συνωμοτεί;
Η μέρα έρχεται να βυθιστεί ηδονικά με αργές κινήσεις στη νύχτα, για να λάμψουν στο χάραμα όλα τα όμορφα αυτού του κόσμου. Ποιος δαίμονας χύνει μες στο κορμί την πρώτη ανατριχίλα, που το κάνει να δονείται και τ' ανεβάζει ως τ' άστρα; Γιατί το τελευταίο ταξίδι μοιάζει πάντα με το πρώτο; Ίσως γιατί, όσο υπάρχει η μέρα, τα σκοτάδια θα γίνονται φως!

5.00 π.μ.- χαράζει...
από Εθνικής Αμύνης το ζευγαράκι πλησιάζει στην Τσιμισκή, αυτός έχει απαλά το χέρι στους ώμους της, δίνοντας ένα αίσθημα ασφάλειας, αισιοδοξίας... αυτός και αυτή κοντοστέκονται η μηχανή τριγυρνάει ελεύθερη στα σοκάκια της πόλης... μέχρι να βγει ο πρώτος ήλιος... Στoν Πύργο του Τριγωνίου μια μοναχική ψυχή κλαίει, η καρδιά μου σπαράζει... Εικόνες μιας Θεσσαλονίκης απαράμιλλης ομορφιάς και αγριότητας.



Υ.Γ. 1 Είναι η αναδρομή του χρόνου σε μία Θεσσαλονίκη με οδηγό το "πάθος" μιας μηχανής που μεθυσμένη, χωρίς να βάλει ούτε μια σταγόνα αλκοόλ στο ρεζερβουάρ, γλιστρούσε στις στροφές ανιχνεύοντας τα μυστικά τοπία της νύχτας.

Υ.Γ. 2 Λένε ότι τέτοιες νύχτες με πανσέληνο παλιότερα έβγαιναν οι δαίμονες. Οι Incubi ήταν αρσενικοί πεσμένοι άγγελοι, που επιτίθονταν σεξουαλικά στις γυναίκες και τους προκαλούσαν απέραντη σεξουαλική απόλαυση. Οι Succubae ήταν θηλυκοί πεσμένοι άγγελοι που ζευγάρωναν με τους άνδρες. Όλοι, με ψευδώνυμα... .γιατί τα πιο βίαια όνειρα κυκλοφορούν στην πόλη μας...

Υ.Γ. 3 ("δαίμων" που κατά μία έννοια σημαίνει και "νοήμων" στα ελληνικά)


Στίχοι της εβδομάδας
«Όταν χαράζει»Μουσική - στίχοι: Θανάσης Παπακωσταντίνου, Φωνή: Γιάννης ΑγγελάκαςΔίσκος : Βραχνός προφήτης

Όταν χαράζει / ο πρώτος στεναγμός / βγαίνει απ΄ τα πιο σφιγμένα χείλη./ Σαν πεταλούδα / στην κάμαρα πετά / ψάχνοντας άνοιγμα να φύγει./ Αν είσαι μόνος/ αν είσαι αδύναμος./ Η χαραυγή θα σε ξεκάνει / Έχει το μύρο / έχει τη σιγαλιά / έχει τον ήλιο τον αλάνη / Καινούρια μέρα / καινούριος ποταμός / Στις εκβολές του θα προσφέρει / όσα χαθήκαν, όσα ξεχάστηκαν / κι όσα γι αυτά κανείς δεν ξέρει /...