Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2006

Οι Φθινοπωρινές Κυριακές του Σεπτέμβρη είναι αθώες κι ηδονικές. Για αυτό και τόσο απόλυτα προσωπικές

Όταν πέρασαν μπροστά μου όλα εκείνα τα κλισέ του φθινοπώρου, («τα κεφάλια μέσα», «καλό χειμώνα») και μια σκιώδη ατμόσφαιρα άρχισε να επιβάλει την μουντάδα της, ένα χαμόγελο μια αναπνοή μέσα στον Σεπτέμβρη με κλώτσησε «Όποιος διαφωνεί με τα κλισέ, μπορεί να αναποδογυρίζει τον κόσμο για να ζήσει την άλλη πλευρά του. Πρέπει να βλέπεις και στην άλλη μεριά του λόφου». (Εκεί που τελειώνει η οσμή της μελαγχολίας αρχίζει το όνειρο).

Έστω λοιπόν ότι ο κόσμος είναι ανάποδα και το αυριανό πρωινό δεν ξημερώνει άλλη μια μέρα του φθινοπώρου, ακόμη πιο σύντομή σε διάρκεια από την προηγούμενη, αλλά μια μέρα ενός Ανοιξιάτικου, Αυστραλέζικου Σεπτέμβρη, όπου μπουμπουκάκια, πεταλούδες, καγκουρό ανακαλύπτουν ξανά με την ίδια πρωτόγνωρη έκπληξη, τη χαρά της ζωής. (Μια ιδέα είναι, φέρε άλλη μια γύρα την υδρόγειο και ξαναέφτασες Ελλάδα.)

Το Φθινόπωρο είναι πολύ προσωπική υπόθεση και -χωρίς να ελέγχεσαι για το ακαταλόγιστο- γίνεται η καλύτερη εποχή, αρκεί να βρεις μια χαρά να κοιτάξεις μέσα από τα μάτια της. Τα δένδρα απαλλαγμένα από τα περιττά στολίδια διαλαλούν σε όλους την αφθαρσία της ουσίας ενώ τα ταξιδιάρικα μυαλά θα αδράξουν την ώρα τους για το νέο ταξίδι. Τόσο εύκολο και τόσο δύσκολο σαν τις λευκές σελίδες που απομνημονεύονται οι προσωπικές μας ιστορίες. (Και να μη σε πτοεί το γεγονός ότι κάθε φορά που το έχεις πει αυτό, στο τέλος πάλι στα ίδια κατέληξες)

Να σβήσεις αυτά που βαραίνουν και στο αύριο να επιστρέψεις με μια άγραφη σελίδα, μια καινούρια αρχή. Αν είσαι η Σκάρλετ Ο’ Χάρα θα τα καταφέρεις! «Αύριο είναι μια άλλη μέρα έλεγε» και μάλλον αυτή κάτι ήξερε, γιατί μονάχα οι Σκάρλετ επιβιώνουν στον κόσμο τούτο μετά από φωτιές, εμφυλίους και τραγικούς χωρισμούς. Πάντα όμως είχα την ελεεινή αίσθηση ότι ήταν μια μεγάλη ανόητη. Απεχθάνομαι όσο μεγαλώνω όλο και περισσότερο όσους στέκονται με ένα μολύβι και ένα τεφτέρι κάνοντας τους υπολογισμούς τους (τα τελευταία χρόνια είναι μόδα αυτή η αρρώστια).

Λατρεύω εκείνα τα μοναχικά πλάσματα που ταιριάζουν στη καρδιά του Φθινοπώρου. Αυτά που μέσα τους αντέχουν να κουβαλούν μια μελαγχολία φερμένη από πολλούς αιώνες. Λάμπει η αξιοπρέπεια τους ακόμα και σήμερα που κρύβουν πίσω από χαμόγελα, ποικίλες δραστηριότητες, έντονη κοινωνικότητα την «αντικανονικότητα τους» (Σχεδόν από τότε που ήταν νήπια μέσα στη καρδιά τους φώλιαζε μια μοναξιά - διαφορετικότητα από τα άλλα παιδιά).

Μεγαλώσαμε όμως μάθαμε, ωριμάσαμε και πριν τα χαράματα αντιστράφηκαν οι ρόλοι το παιδί κρύφτηκε πίσω, από μπροστά όσο και να το καλύπτεις, φιγουράρει εκείνη η παλιά μοναχικότητα σήμα κατατεθέν της καθημερινότητας (μας). Όμως το μέσα σου ενίσταται, δεν μπορείς να ακούς τραγούδια χωρίς την ανάλογη αγκαλιά, ούτε να φυλλομετρείς τα κίτρινα χρώματα της εποχής χωρίς να ενδώσεις παραδίδοντας το κλειδί που οδηγεί στο παιδί σε κάποιον που θεωρείς πολύ δικό σου (Σε ποιον όμως, Όταν όλα κρίνονται στις λεπτομέρειες με αλλότριες ήττες και πύρρειες νίκες, πως το κάνεις μου λες;)

Αγαπημένοι μου Τινα, Βαγγέλη, Θοδωρή, Ρήγα, Έλενα, Χαρά, τώρα τις νύχτες ξεκινάει η αντίστροφη μέτρηση και μέχρι να προσαρμοστεί η ώρα στο χειμερινό ηλιοστάσιο τα συναισθήματα χορεύουν ένα πριγκιπικό βαλσάκι (συνωμοτεί η φύση και η εποχή στη δίνη της, μπολιάζει τη ψυχή με νοερές αγκαλιές).