Παρασκευή 10 Μαρτίου 2006

Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη...

«... Το καλοκαίρι της πρότεινα να έρθει μαζί μας στο κάμπινγκ. Να ξαπλώσουμε ένα βράδυ στην παραλία όλοι μαζί, να βλέπουμε τα αστέρια. Θυμάσαι τότε που είχα δει πρώτη φορά ένα να πέφτει;» (Μου μιλάει γι’ αυτήν και ταράζεται, η χροιά της φωνής του αλλάζει, η καρδιά του πάλλεται τόσο δυνατά που έχω την εντύπωση πως το στήθος του σφυροχτυπιέται).

«Θα την ανεβάσουμε και στη μηχανή, εσύ θα οδηγείς, αυτή στη μέση κι εγώ θα κάθομαι πίσω να την κρατώ σφιχτά αγκαλιά…» (κοκκινίζει με τη σκέψη και μόνο…) «… δεν θα έχει και κράνος άλλωστε» (συμπληρώνει για να δικαιολογηθεί). «Μπαμπά, θα την πάμε και στις καβουρότρυπες στα βραχάκια, έτσι;» (βολτάραμε εκεί τον Σεπτέμβριο, όταν είχαν φύγει όλοι).Σοβαρεύεται… «Θα της κρατάω το χέρι να μην πέσει, είναι επικίνδυνα εκεί».

Ο μικρός μου, μόλις 8 ετών, ένιωσε να τον τρυπάνε τα βέλη του έρωτα… Για καλή του τύχη, με ανταπόκριση. Η ποθητή έχοντας ζήσει τις ίδιες 'Ανοιξες, αφού του απέσπασε δηλώσεις ότι την αγαπάει, εκδηλώθηκε δείχνοντας ανάλογη συγκίνηση. Συμμαθητές στην ίδια τάξη (3η Δημοτικού) άνοιξαν πρόωρα τις φτερούγες τους με κατεύθυνση τον παιδικό ίμερο… Στον ήχο του τηλεφώνου πετάγεται αλαφιασμένος, περιμένοντας πρόσκληση για παιχνίδι . Στα διαλείμματα στο σχολείο, μου λέει ότι «την προστατεύει» από τα άλλα αγοράκια και ότι μόνο αυτός (ο άντρας ο επιδέξιος, ο δυνατός) την πιάνει όταν την κυνηγάνε… Μικρέ μου, σκέφτομαι, ίσως κάποτε να μάθεις ότι αυτή που αφήνεται να πιαστεί, αυτή πάντα επιλέγει. Αιώνων σοφία έχει υφάνει τη θηλυκή φύση.

Με κοιτoύσε όλο απορία όταν του ζήτησα να την περιγράψει. Αδυνατούσε να μου πει αν έχει μακριά ή κοντά μαλλιά, ή το χρώμα των ματιών της, δεν θυμόταν ούτε καν τι ρούχα συνήθως φορούσε… Για τον ερωτευμένο μικρούλη μου είναι ΑΥΤΗ. Η αιώνια γυναίκα που ξέρει να προσελκύει αγγίζοντας τα όρια του πάθους, χωρίς απαραίτητα να είναι η Ωραία των Ωραίων.

Αυτά τα παιδιά είναι πολύ μικρά ακόμη για να προσέχουν αν είναι trendy τα ρούχα που φοράνε. Η μικρή δεν ηδονίζεται ούτε κιαλάρει λογαριασμούς τραπεζών, κότερο και πιστωτικές για να υγρανθεί… Δεν έγινε ακόμη η απελπιστική ξανθιά που ακουμπώντας το δεξί χέρι στην πόρτα ενός κάμπριο καμαρώνει πίσω από τα γυαλιά ηλίου σαν παγώνι για το τρόπαιο. Και ο μικρός δεν έγινε ακόμη ένας μαλάκας που οδηγεί μια «γκομενοπαγίδα». Είναι τα μάτια που κοιτάχτηκαν και μια απροσδιόριστη έλξη που γέννησε αυτό που ονομάζεται αγάπη.

«Πώς θα αντιμετωπίσει τη ζωή; Έτσι μαλακός σαν βούτυρο θα τον πατήσουν…» μου έλεγε η θείτσα. «Η ζωή είναι μια συναλλαγή. Αυτός, έτσι που είναι θα πληγωθεί… Πρέπει να τον προετοιμάσεις....» Δεν νομίζω ότι θέλω να τον «προσγειώσω». Ο μικρός ήδη φαίνεται να αγαπάει καθ’ υπερβολήν. Όπως κάθε ερωτευμένος «ανεβαίνει», για την ακρίβεια ίπταται στον έβδομο ουρανό. Τα συναισθήματα του δίνουν αυτοπεποίθηση.

Δεν έχει -και δεν πρέπει να δώσει- σημασία ποτέ στη ζωή του, αν και πόσο θα πληγωθεί.. Από το να φοράει στενό κολάρο που να τον πνίγει και να κρατάει καβάντζες για να αποφεύγει τυχόν λαβωμένα συναισθήματα, χίλιες φορές να μείνει έτσι ευαισθητούλης -ανοιχτός στη ζωή κι ας ματώσει. Καμιά φορά η γεύση που έχει το αίμα είναι γλυκιά. Οι πληγές θα επουλωθούν και κάθε τραύμα θα είναι ένα παράσημο. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι στα πρώτα του βήματα μαθαίνει να εκδηλώνει τα συναισθήματα και να βιώνει ότι η αγάπη είναι το πιο όμορφο πράγμα στον κόσμο.

«Μου είπε ότι κι αυτή μ’ αγαπάει... Μ’ αρέσει να τη σκέφτομαι με τις ώρες μπαμπά.» Πουλάκια μου…