Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007

Τίτλοι τέλους!

"Ο καρκινος στον εγκέφαλο περιορίστηκε λίγο"... μου είπε
"Αυτό είναι θαυμάσιο νέο", απάντησα Παρασκευή πρωί λίγο πριν ξεκινήσω για Αθήνα
"Ναι... όμως τα άσχημα νέα είναι ότι εκείνος ο παλιός στο μεσοθώρακα επανήλθε "
Πάγωσα...
Συνέχισε με ουδέτερη φωνή....δεν το έχω ακόμη συνειδητοποιήσει, δεν ξέρω πότε θα αρχίσω να ουρλιάζω.
"Κυριακή γυρίζω, να ρθω, να φάμε να πιουμε καφέ και να σε βαλω να ξαπλώσεις" της είπα
"Αστο καλύτερα για την ώρα, θα τηλεφωνηθούμε μέσα στην εβδομάδα και βλέπουμε", απάντησε αποφασιστικά \
Θα έχει κανένα μήνα που πήγα σπιτι της από τη τελευταία φορά... Εϊχε μαγειρέψει κάτι νόστιμο, φάγαμε, ήπια ένα μπουκάλι κρασί, αυτή δεν κάνει να πινει με τις χημειοθεραπείες της... ΅Ειναι μια δεκαετια που αντιστέκεται...Μόνη εντελώς, χωρίς κάποια σχέση, έναν αγαπημένο. Με τρεις συνεχόμενες μεταστάσεις..Το πιο άτυχο κορίτσι του κόσμου. Εχω γράψει για αυτήν και παλιότερα. Ήταν στον επαγγελματικό της τομέα το αστέρι της χώρας. Εκατοντάδες επιφανείς γνωριμίες η μοναδική ίσως που στο κινητό της υπάρχουν αποθηκευμένα νούμερα από προσωπικότητες της οικονομικής ζωης και του καλλιτεχνικού χωρου που κάποιοι θα στήναν κώλο για να βρεθούν έστω για ένα λεπτ'ο τετ α τετ. Μια σιδερένια προσωπικότητα, μια γλυκιά στρίγγλα με τη καρδιά ενός μαρουλιού....
Πριν τρία χρόνια κάναμε πρωτοχρονιά μαζί στη Δράμα στο σπιτι της φίλης μου, της τραγουδιάρας, όπως λέγαμε και γελουσαμε κρυφά.... "Εϊναι καλό παιδί και έπιτέλους σε βλέπω με μια γυναικάρα στο ύψος σου" μου έλεγε... "Τι ενοείς ότι το επίπεδο μου είναι για τραγουδιάρες;"
"Αυτή ειναι του Χατζιδάκι" απαντουσε και σκάγαμε στα γέλια.
Και την επόμενη χρονιά θυμωμένη με κατσιάδαζε: "είσαι σνομπ και κομπλεξικός που τη τρομοκράτησες "
"Αλλά ξέρω γιατί το έκανες.... σε χαλουσε που δεν γουσταρε τον παλιοτσίρκα σου, ανόητε"

.........................................................


Κοιτάζω την ώρα... είναι 7.00 η πιτσιρίκα ετών 6, ένα σιαμαμιδι που μετά βίας το ξανθό κεφάλι του φτάνει ως τη κοιλιά μου, δεν ζυγίζει πάνω από 17 κιλά. Την σηκώνω σαν πούπουλο και τη φέρνω στο ύψος των ματιών μου... Με κοιτάζει κατευθείαν στα μάτια και μου λέει...

"Ελα μωρέ ... σε περιμένω έξω από τη πόρτα σου από τις 5 να ξυπνήσεις. Εχω κάνει τη πιο πολύ φασαρία που μπορούσα να κάνω, κόντεψαν να ξπνήσουν η μαμά και ο μπαμπάς και συ δεν καταλαβες τίποτα," μου λέει μουτρωμένη. "Πότε θα κάνουμε το σουπερ γλυκό που μου υποσχέθηκες... θα ξυπνήσουν οι άλλοι και δεν θα προλάβουμε την έκπληξη.
Εισαι ανόητος, το ξέρεις;"
(Τι παράξενο.... αυτό το τελευταίο μου το έχουν πει όλες οι αγαπημένες μου γυναίκες )
Και αυτή έναι μια απίθανη μικρή με γραμμένο στο DNA της, τον ορισμό γυναίκα
Μ έκανε να χαμογελώ το Σαββατοκύριακο... όταν καθόταν δίπλα μου και έκανε πως διάβαε και αυτή, όταν πήγαμε μαζί για ψώνια στο σουπερ μαρκετ, όταν μου έλεγε ποσο χαζός ειμαι που της φυλάω τα χέρια, όταν μ έπαιρνε στο κινητό να πανηγυρίσουμε παρέα φωνάζοντας "είμαστε οι καλύτεροι" μια και πέτυχε το γλυκό
...............................................

την πεμπτη στις 5 το ξημέρωμα εκλεισα ενα 4ωρο βραδυνό τηλεφώνημα με την ελπίδα η ιστορία που ήξερα ότι θα ακούσω να ήταν λάιτ... Δεν ήταν. Και εγώ δεν ξέρω τι λόγια να λέω σ αυτές τις περιπτώσεις. Μόνο αγκαλιές μπορώ να κάνω και να κλαίω παρέα
...............................................
Σε δυο βράδια τελειωσα για μια ακόμη φόρά τη <Λέσχη>, το χρειαζόμουνα απελπιστικά πολύ...
..............................................

γυρισα σπιτι το απογευμα της Κυριακής..
στο δρόμο πήγαινα με 180
τώρα είναι 2 και αδειαζω το δεύτερο μπουκάλι κράσί
θα το τραβήξω μέχρι το ξημέρωμα όσο πάει

Βαρέθηκα τόσο καιρό να γράφω
άλλα από αυτά που έχω στο μυαλό μου
Συμβιβάστικα δεχόμενος ότι ήταν μια άσκηση
Τωρα όμως
τέλος!

θέλω να βουτήξω στο βυθό
παρεα με τη φυλή μου
να ουρλιάξω με άνεση
και να ξανανέβω για αναπνοές από ένα καλαμάκι στην γλυκιά μου επιφάνεια

Δεν νομίζω ότι μπορώ να συνεχίσω σ αυτό το μπλογκ, μαλλον πρέπει να αλλάξω διεύθυνση
θα το σκεφτώ αυριο

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2007

Νομίζω πως άκουσα ταινίες να συζητάνε για θεατές

(σινεφίλ και άλλους ανώμαλους)


ή αλλιώς


ακόμη ένα Φεστιβάλ Κινηματογράφου




Καλησπέρα...
Καλησπέρα!
Καλησπέρα !!!

Πόσους έχουμε σήμερα;
85 στη προβολή των 8.30.
Κοίτα τους... περιμένουν να ξεχαρμανιάσουν...

Γιατί είναι όλοι τόσο λαίμαργοι;
Στερημένοι είναι, βλέπουν εικόνες χορταίνουν ζωή.
Ευδαίμονες και κακοδαίμονες όλοι να νιώσουν θέλουν.

Εμείς αδιακρίτως σ’ όλους δινόμαστε.
Δεν αναλαμβάνουμε την ευθύνη τους.
Είμαστε παρά φύση;

Όχι! Είμαστε hotel "το όνειρο"!
Οίκος ανοχής "η επιθυμία".
Rooms to let.

Ντουλάπια με αποθηκευμενα όνειρα.
Συρτάρια με φόβους.
Κουτάκια με ηδονές.

Φαρμακείο λαβωμένων καρδιών.
Ιατρείο νοσούσας επιθυμίας.
Εγχειρίδιο για κακοφορμισμένους έρωτες.

Αντίδοτο βαρεμάρας.
Άσυλο για ηδονοθήρες.
Διδασκαλείο νοσταλγίας.

Μαζί μας ξεχνάνε την πείνα τους.
Αυτή είναι που τους τρώει.
Ναι γι’ αυτό έρχονται να μας δουν.

Παρατηρούν τις συγκινήσεις.
Απέχουν από τις τέρψεις.
Παραμένουν με το μαράζι μιας προσδοκίας.

Ξαφνιάζονται με το σενάριο λένε..
Τα χάνουν όταν φιλάς εκεί που δεν περιμένουν...
Ναι... στον καρπό, στο γόνατο, στα δάχτυλα!

Κάποια μέρη του σώματος είναι υπερτιμημένα.
Άλλα έχουν πιάσει αράχνες.
Που βόσκουν οι απολήξεις των αισθήσεων;

Να βάλουμε κουμπάκια στις πολυθρόνες!
Ναι, να διαλέγει ο καθένας συναίσθημα.
Ναι... με ποιο χέρι θα αυνανιστεί.

Μερικές φορές γίνεσαι πολύ πόρνη.
Σ’ αρέσει να σε χαζεύουν έτσι;
Μ’ αρέσει να τους καυλώνω

Σωστά, αυτοί καταναλωτές είναι.
Της ηδονής ως θέαμα...
Της βίας των φόβων ως ηδονή..

Κανείς δεν τους υποχρέωσε να έρθουν!
Ούτε να μας ερμηνεύουν.
Λες και ξέρουμε εμείς να ερμηνευτούμε...

Εμείς πουλάμε χρώματα...
Συναισθήματα μελοδραματικά, χαρούμενα...
Δακρυσμένα, θυμωμένα, ηδονικά...

(Τόσος κόσμος, πρόθυμος να αφεθεί, έτοιμος για ένα πάρτυ συναισθημάτων, ο ίδιος που καθημερινά βαδίζει προσεκτικά για να μη σκοντάψει έχοντας αφήσει την καρδιά στο παλιό σεντούκι της γιαγιάς, αλέθει σε μια αίθουσα πρόθυμα ψυχή - μυαλά - αισθήματα και τα συσκευάζει σε σακουλάκι σελοφάν).

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2007

Αυτό που κάνει το τριαντάφυλλό σου τόσο σημαντικό …είναι ο χρόνος που αφιέρωσες σ’αυτό. (από το Μικρό Πρίγκιπα)

Από χρόνια έχω αποδεχτεί τα ψέματα,
είτε είναι μικρά και αθώα,
είτε λόγια μεγάλα και ψεύτικα,
αρκεί να μη προσβάλουν την αισθητική μου.

Δεν καταλαβαίνω όσους μηρυκάζουν τα
«θέλω την αλήθεια όσο σκληρή και να είναι, μη μου λες ψέματα»
Όταν σε μια πραγματικότητα που είναι ιδιαζόντως απεχθής,
υπάρχει ένα ψέμα που αν το λειτουργήσεις την ανατρέπει ή έστω τη βελτιώνει,
πρέπει να είσαι
είτε πολύ ηλίθιος,
είτε μεγάλο κάθαρμα
για να μη το κάνεις.

Ο Picasso έλεγε πολύ χαρακτηριστικά
«η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια»
Θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε ολόκληρη παραφιλολογία περί ψέματος,
να το υμνήσουμε,
να εκθειάσουμε τα λαμπρά αποτελέσματα,
την υπέρτατη ανύψωση που μπορούν να πετύχουν
και κατά συνέπεια
την ευγνωμοσύνη που δικαιούνται οι ψεύτες,
αλλά αυτό θα ήταν ένα δοκίμιο
και δεν θα είχε θέση εδώ δίπλα σ αυτές τις απλές σκέψεις.
Ας παραδεχτούμε μόνο
ότι το ψέμα είναι μια σταγόνα που σε ραντίζει για να συνεχίσεις να ονειρεύεσαι.
Από εκεί και πέρα εσύ και ο χρόνος που αφιερώνεις σ αυτό, του δίνουν αξία…

Μια από τις πιο σοβαρές σκέψεις που θα μπορούσα άφοβα να υποστηρίξω είναι ότι δεν θα είχα το παραμικρό πρόβλημα να ζήσω μια ζωή μέσα στο ψέμα. Θα χόρευα μαζί του, θα το χάιδευα, θα το υποστήριζα, θα το φιλούσα, θα έμπαινα βαθιά μέσα του και θα το έκανα ρούχο καθημερινό.

Αρχικά δεν θα το έδειχνα σε κανέναν.
θα ήταν το δικό μου.
Αλλά από τη βαθιά αγάπη για τους ανθρώπους
(να δείξουμε τη χαρά μας, να βρούνε κι αυτοί την ουτοπία τους) και φόβο (ότι δεν του φθάνει η ανάσα μου για να αναπνέει) θα το έβγαζα βόλτα

Συμβουλή:
Σ αυτές τις περιπτώσεις πριν το κάνεις
ψάξε για τον πλησιέστερο ηλίθιο και σκότωσέ τον!

Στατιστικά,
πάντα κάποιος ηλίθιος
περιφέρεται γύρω μας
και θέλει να μας επαναφέρει στη πραγματικότητα
και να αποδείξει ότι το ψέμα είναι ένας άσχημος καμπούρης σκατόψυχος Κουασιμοδος!
θάψε αυτόν τον βλάκα

Αυτό που δεν μπορούμε να πολεμήσουμε
είναι το ίδιο το ψέμα,
όταν από μόνο του λακίσει.
Το απεχθάνομαι.
Αυτόν που διαψεύδει τον εαυτό του.
Ιδίως όταν μετανοεί.
Σιχαίνομαι τις μετάνοιες!
Όταν οι άνθρωποι πέφτουν στα γόνατα δεν πρέπει να κάνουν μαλακίες.

Και πέστε μου σας παρακαλώ κάτι...
υπάρχει κάτι χειρότερο από το ίδιο το ψέμα που ψεύδεται;
Το όνειρο που αυτοπροδίδεται;
Τα σχέδια που αυτοαναιρούνται;
Και όλα αυτά γιατί;
Για μια αλήθεια…
για να πει την ελεεινή αλήθεια…

Τι είναι η αλήθεια ξέρετε;;;;;
Αρκεί να της βγάλετε τη μουσική νότα λα που έντεχνα έκρυψε ανάμεσα στα άλλα της γράμματα (αυτή που σαν σειρήνα σαγηνεύει τους κωπηλάτες),
για να ξεσκεπάσετε τη λέξη που στερείται
ήθους,
την απρεπή,
αισχρή,
την ανάρμοστη.

Αήθης η κάθε αλήθεια!


Λοιπόν λέω ψέματα;
Όχι απλά καταλαβαίνω.
Καταλαβαίνω πως το ψέμα
(εκτός από το παιδικό και το αυθόρμητο που γεννιούνται από την επιθυμία να συνεχίσεις να ονειρεύεσαι ξύπνιος)
είναι η επίγνωση της πραγματικής ύπαρξης των άλλων
και της ανάγκης να προσαρμόσουμε αυτήν την ύπαρξη
που δεν ξέρει να προσαρμοστεί σε εμάς, στη δική μας ύπαρξη.

Το ψέμα είναι απλά η ιδανική γλώσσα της ψυχής:
διότι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μεταχειριζόμαστε τις λέξεις
(δηλαδή ήχους αρθρωμένους κατά τρόπο άλογο)
για να μεταφράσουμε στην γλώσσα της πραγματικότητας
τις πιο εκλεπτυσμένες και εσωτερικές κινήσεις των συναισθημάτων και των σκέψεων μας
(και που οι λέξεις ασφαλώς ποτέ δεν θα μπορέσουν να αποδώσουν),
έτσι ακριβώς χρησιμοποιούμε το ψέμα και το παραμύθι,
για να καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας,
πράγμα που με την αλήθεια, καθαρή και αμεταβίβαστη, δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει.

Σελ 98
Φερναντο Πεσσόα
Το βιβλίο της ανησυχίας
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007

ΜεΜιανάσα699λέξεις

>Με μια ταραντέλα ή με ένα ταγκό είναι προτιμότερο να ξεκινάς τη μέρα; "Τα λεφτά μου όλα δίνω για μια ζημιά που θα κάνει άνω κάτω την λογική σου ..." >Μόνο το ραδιόφωνο μπορεί να σε καλμάρει προκειμένου να αντέξει το αναστατωμένο θυμικό σου, επικείμενο μποτιλιάρισμα στην Όλγας. >Αν όμως θες πίσω τη ψυχή σου, Ταγκό πρέπει να ακούσεις στο Μπουένος Άιρες, Πιατσόλα, στη "Μπαλάντα ενός τρελού". >θλιμμένες σερβιτόρες αποσύρονται σε μια γωνιά στην αίθουσα για να διαβάσουν πάλι και πάλι στο κινητό, “δεν θα βρεθούμε το βράδυ, έχω δουλειά”. >Παγκόσμια μέρα της αποταμίευσης σήμερα, Βρε ουστ! Όταν την ώρα της ευδαιμονίας τη δαιμονίζεις αποταμιεύοντας το ευ για αργότερα, μην αναρωτιέσαι γιατί πάντα κάτι θα πάει στραβά στη ζωή σου. >Έντεκα νεκροί από τροπική καταιγίδα στην Αϊτή. >Ανατιμήσεις, παιδική κακοποίηση, σε άνοδο οι τιμές πετρελαίου. >Κηδεύεται ο Τζίμης Μακούλης, τον θυμάμαι στα παιδικά μου να τραγουδάει «τι φταίω εγώ αν έχω τσιγγάνα καρδιά» και τη μάννα μου στα σοβαρά να μουτρώνει, όταν ο πατέρας μου για να την σκανιάσει, το σιγοψιθύριζε. >Το φεστιβάλ τραγουδιού προσκαλεί τους Θεσσαλονικείς, έρχονται ο συγγενείς για κλακαδόροι και οι Αθηναίοι για βραδιές με θαλασσινά και βαριές σάλτσες. >Ποιος νοιάζεται… όταν στο ¨Δίφωνο¨ που κυκλοφορεί παίζει Μαρίκα Νίνου με Έλλα Φιτζέρλαντ. >Πότε ένα τραγούδι μπορεί να μας κάνει κομμάτια; Ποτέ θα απαντούσε ένας σοβαρός συνομιλητής. >Για αυτό ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι ένας ασόβαρος δημιουργός, που αναμοχλεύει πάνω από όλα, τα συναισθήματα Του. >Ο καιρός στη Θεσσαλονίκη βαραίνει, τα σύννεφα βγαίνουν κάθε μέρα όλο και πιο σκούρα αλλά όσο και να βρέξει, δεν θα καταφέρει ποτέ να “γράψει” σωστά στο βρεγμένο πεζοδρόμιο της Τσιμισκή. >Αλλά τι να προλάβεις όταν ο ήλιος δύει λίγο μετά τις 5, είναι απελπιστικά μικρή η μέρα! >Και όμως αυτό το καλντερίμι που αντανακλά στη βροχή το φως χρωματιστά, υπάρχει και επιπλέον διανυκτερεύει! Στο Παρίσι, στη rue de Lappe! >Εδώ είναι αλλιώς, αλλιώτικη η μέρα, ξημερώνει, κουβαλώντας ζωή, νόστο, θάνατο, τόσο ίδια με τη προηγούμενη. >Και θα συναντήσω τους ίδιους ανθρώπους και σήμερα, στη διαδρομή, στη δουλειά. Μετά τη δουλειά και στο σεργιάνι. >Πόση ώρα κρατάει αυτό είναι μια ανόητη ερώτηση. >Περνώ πλάι από ένα υπόγειο διαμέρισμα της Κασσάνδρου, θυμήθηκα το υπόγειο στη Σκιάθου που κάθε μεσημέρι η γειτόνισσα έβγαζε στο δρόμο ένα πιάτο με αποφάγια και σ ένα κεσεδάκι με γιαούρτι, γέμιζε νερό, να ξεδιψάνε τα αδέσποτα. >Αν και απόμακροι οι περισσότεροι διαβάτες περπατάνε κουβαλώντας το θρόνο τους, με εκείνο το βιαστικό βάδισμα αυτών που δεν θα πάνε πουθενά. >Μπορείς να διακρίνεις στα μάτια τους να παίζουν πάνω-κάτω τα ίδια απελπιστικά ερωτήματα. >Αυτή σκέφτεται «πόσο απαραίτητη του είμαι», αν μπορούσε να ακουστεί θα έλεγε όλα, όσα κρατάει κρυφά, όσα δεν λέγονται παρά μόνο όταν τα σώματα είναι γυμνά σ ένα κρεβάτι, (δεν καταλαβαίνει όσους δεν γονατίζουν). >Αυτός σκέφτεται, δεν έχουμε δεξί μπακ, ζόρικα θα είναι τη Κυριακή. >Αύριο θα αλληλοοικτίρονται για όσα δεν ειπώθηκαν τότε που έπρεπε. >Βαδίζουν με τα χέρια στις τσέπες, κρύωσε ο καιρός, σιχαίνομαι το κρύο μακριά από το σπίτι μου. >Τα αγαπημένα απροσάρμοστα ζευγάρια, τι θλιμμένα και σιωπηλά μάτια είναι αυτά… Άραγε έχει όμορφα δάχτυλα να πιστέψω ότι την ερωτεύτηκα; > Και αυτό τώρα είναι αυτοσαρκασμός; >Είναι τελικά βλακεία να προσπαθώ για νιοστή φορά να μαντέψω τι σκέφτονται οι περαστικοί. Μπορώ να ρωτήσω >Πονάει το γόνατο μου, ο καιρός αλλάζει, άλλο κουσούρι της μηχανής. >Οι περισσότεροι μιλάνε από μέσα τους. >Πως τότε τα αρώματα θα έρθουν σε επαφή με τις σκέψεις, σφραγίζοντας την επιθυμία με μια υποσχεση; >Δεν γίνονται θαύματα, υπάρχουν όμως θαυμάσιες ευκαιρίες για ζωή. >Και στατιστικά τουλάχιστον, δεν γίνεται να είναι κάποιος, πάντα κατώτερος των προσδοκιών. >Πόσο ύποπτα οι τυχαίες σκέψεις, μυρίζουν πεπρωμένο… >Αυτή την εποχή μεθάνε καλύτερα με Beaujolais Nouveau συνοδεία με foie-gras, ή στα καζάνια με τα τσίπουρα, με ελιές και πιπεριές; >Όποιος δεν μέθυσε για μια γυναίκα, την ομάδα του, έναν βλακώδη λόγο και δεν έκλαψε όσο έπρεπε για μια απιστία, ζει βίο αποστειρωμένου χάνου. >Ποιος ηλίθιος έβαλε αυτή τη πινακίδα μπροστά στη τρύπα στα συμμαχικά νεκροταφεία; Πως θα γίνονται τώρα οι αποδράσεις; >Ο πλανόδιος με τα φτερά άλλαξε γειτονιά, σ αυτή δεν του έδιναν άδεια μικροπωλητή. >Αλλά η ουσία παραμένει ότι είμαστε ετοιμόρροπα πτώματα που υπολειπόμαστε σε πάθος (για αυτό ψάχνουμε δανεικά φτερά)!

>Ας πιούμε στην υγεία των απόντων.
>Pourquoi-pas?

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2007

Σε όποιον αρέσει η μουσική μας, ας πληρώσει όσα νομίζει

(Πολύ ωραία ακούγεται αυτό)
(β έκδοση συμπληρωμένη)




Πρόσφατα οι Radiohead (alternative rock μπάντα) έκαναν μια λιτή ανακοίνωση: «Το νέο μας άλμπουμ λέγεται "In Rainbows" και κυκλοφορεί από τις 10 Οκτωβρίου από το site μας. Όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να το "κατεβάσουν" από το www.inrainbows.com πληρώνοντας από 0 έως 100 λίρες». Οι μάγκες ούτε λίγο ούτε πολύ άφησαν στην διακριτική ευχέρεια των χρηστών την πληρωμή. Αποτέλεσμα; Μέσω αυτής της ενέργειας, χωρίς τη διαμεσολάβηση δισκογραφικών, διαφήμισης ή άλλης προωθητικής ενέργειας, το «In Rainbows» κατάφερε σε μία εβδομάδα να «πουλήσει» 1,2 εκατομμύρια αντίτυπα φέρνοντας στα ταμεία του συγκροτήματος 10 εκατομμύρια, όλα με εθελοντική πληρωμή!!!...
Επαναστατική πρακτική, ή πίστη στη δουλειά μας;

Ακόμη και αν είναι μια μελετημένη κίνηση μάρκετινγκ μοιάζει να κλείνει το μάτι σε επώνυμους αλλά και ανώνυμους δημιουργούς να διαδώσουν αντίστοιχα το έργο τους. «Δείτε τη δουλειά μου και αν σας αρέσει να ανταμείψετε τους συντελεστές αφήνοντας στο ταμείο κάποιο αντίτιμο». Ωραίο ακούγεται να λες τη χαρίζω δουλειά μου. Σε όποιον αρέσει ας πληρώσει όσα νομίζει. (Τι να κάνω, μ αρέσει να κοιμάμαι με αυτό το πλευρό και ας μοιάζει να αιθεροβατώ στο σκάφος πλάνη) Θυμήθηκα μ αυτή την ευκαιρία μια πειραματική σκηνή στο παρελθόν που μόνο στο τέλος και εάν σου άρεσε η παράσταση, πλήρωνες εισιτήριο.

…Άλλωστε είναι 4 το πρωί, μόλις ξύπνησα, νιώθω μια γλύκα να με πλημμυρίζει. Τι και αν με κυνηγούν υποσχέσεις και χρέη, η ζωή και πάλι είναι χάρμα. Φτιάχνω καφέ και πατάω enter. Πληκτρολογώ τις πρώτες λέξεις και σκέφτομαι κάποιους που ψάχνουν μια θέση στον ήλιο. Εκατοντάδες καθημερινά που εκτίθενται παραδίδοντας δείγματα δουλειάς, σε πρόσωπα-κλειδιά, με όνειρο μια σταδιοδρομία. Ναι η ονειρική διαδικασία είναι αυτή: σε ανακαλύπτουν, σε υμνούν και σου ζητάνε συνεργασία (που ήσουν τόσα χρόνια χαμένος). Άλλο, αν οι περισσότεροι αρέσκονται να πιστεύουν ότι αδικούνται (μέχρι τη στιγμή που τα κυνηγόσκυλα θα ανακαλύψουν τα τυχόν καλλιτεχνικά, εργασιακά, ψυχικά προσόντα τους).
Ότι τους βολεύει.

Όμως σε αυτούς που έχουν ανοιχτή καρδιά και μάτια που καίνε σαν φωτιά αλλά δεν τους κάθισε η ζαριά, αρκεί ένα μπουκέτο ανεμώνες, ένα χαμόγελο και μια πινελιά επιθυμίας για καύσιμο για να ανοίξουν τα φτερά τους σε ένα αργόσυρτο μοναχικό ταξίδι; Αυτή νομίζω είναι η ρητορική ερώτηση που διαχωρίζει τον κατ όνομα από τόν επί της ουσίας καλλιτέχνη . Οι διαφημιστές, οι προπαγανδιστές, τα promo girl, οι έμποροι, οι δημοσιογράφοι, η εταιρία, όλοι αυτοί που ονομάζουμε «σύστημα» υπακούνε στη φιλοσοφία του κέρδους και όχι στην ανάδειξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αντίθετα δίνοντας έμφαση στην πιο τραβηχτική εικόνα, ξέροντας ότι μετρά και η συσκευασία, επιλέγουν τα άλογα που θα ποντάρουν προσέχοντας το τελικό προϊόν να είναι ευπώλητο. Πολλές κακές δουλειές, πάμπολλες μέτριες και αναλογικά ελάχιστες αξιόλογες…

«Αυτά θέλει ο κόσμος», «μισοκουτσαβάκικα και πολύ βλάχικα υποστηρίζει το σινάφι εκ των έσω. Όχι αλογάκι μου, τόσα μπορείς εσύ. Αν πιστεύεις ότι αξίζεις ένα παραπάνω χειροκρότημα τράβα σε υπαίθρια αγορά και χόρεψε το χορό σου, παίξε τη μουσική σου ή δείξε τον πίνακα, ή μοίρασε φωτοτυπίες από το βιβλίο που έβαλες πάνω του τη ψυχή σου και να έχεις τη βεβαιότητα ότι θα πάρεις την δέουσα ανταμοιβή.

Αυτό προϋποθέτει ότι ο αγωνιστής θα διέλθει το ερεβώδες διάστημα της αμφισβήτησης της χλέβης, θα υποστεί και τις σφαλιάρες της πιάτσας και ήττες, πολλές ήττες. Σημασία έχει πόσο αντέχει… Πόσο είναι διατεθειμένος αυτές τις περίφημες αξίες, τις θεωρίες που πιπιλίζει τόσο καιρό να τις υπερασπίσει. Ότι θα χάσει όποιος παλεύει κομμάτια του εαυτού του, δεδομένο. Ότι θα αλλάξουν πολλά στη πορεία, γεγονός. Αλλά η ουσία είναι να μείνουν ανόθευτα τα λόγια της καρδιάς.

Άλλοι τα ονομάζουν «Ιδανικά» και άλλοι τα διαβάζουν «ινδιάνικα». Βεβαίως υμείς και ημείς όπως συμβαίνει σε κάθε παραμύθι είμαστε με τους καλούς, με τους λίγους, τους φευγάτους, τους κυνηγημένους, τους «λούζερ» που δεν τα παρατούν. Γιατί μέχρι την τελευταία ώρα που έχεις τα μάτια ανοιχτά, πάντα κάτι μπορεί να γίνει και όλα να αλλάξουν, το παλικάρι να σώσει την πριγκηπέσα από τα δόντια του άγριου δράκου ή ο αγαθός κυνηγημένος δράκος να εξέλθει του κινδύνου και να γυρίσει στη δρακουλίνα του.

Και ένα από τα λίγα πράγματα
που μπορώ να υποστηρίξω με βεβαιότητα
για όσους γενικά το παλεύουν στη ζωή τους,
είναι ότι όταν συσσωρευτούν πολλές ήττες,
κάποτε κάποιο ξόρκι θα τις μετατρέψει σε μια γλυκιά νίκη.

Για αυτό υπάρχουν ακόμη παραμύθια με νεράιδες και χάπυ-εντ.
Για αυτό και πάντα θα γοητεύουν αυτοί που χτυπάνε το κεφάλι τους στον τοίχο, (από έρωτα, πίστη, πάθος, σκοπούς, αξίες), οι καταραμένοι που τρώνε τα σωθικά τους άσχετα αν έξω κάνουν τον καραγκιόζη για να ισορροπήσουν. Όταν μέσα τους βαράει ντάπα ντούπα το ταμπούρλο, η ανάσα αναδύει ένα χρωματιστό άρωμα…

Σας φιλώ
ciou!


ΥΓ Εκτός από τους Radiohead και οι Nine Inch Nails και οι Charlatans θα διανέμουν μόνοι τους την μουσική τους. Οι Oasis, ο Jamiroquai και η Μαντόνα, το σκέφτονται

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2007

Στάσου μια στιγμή...

Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου με μια φωτογραφική μηχανή. Να καδράρω ασταμάτητα και με μανία ανθρώπους, τοπία, στιγμές, επιλέγοντας να αιχμαλωτίσω το χρόνο. Έτσι και δεν προλάβαινα μέσα από το φακό μου κάποια στιγμή που έμοιαζε ενδιαφέρουσα για τη λογική μου, κατάπινα μια κουταλιά κατάθλιψης που έχασα τη φάση.
Μέχρι που ανακάλυψα ότι τα χιλιάδες σλάιντς που είχα συγκεντρώσει μου προξενούσαν μηδαμινή συγκίνηση. Και σταμάτησα το σπορ.

Όταν επισκέπτομαι μια πόλη σπάνια ακολουθώ τα βήματα που προτείνουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί. Ειδικά αν συμβεί -το κοσμοϊστορικό γεγονός- να είμαι στα καλά μου, αποφεύγω τα μουσεία και τα αξιοθέατα όπως ο διάολος το λιβάνι, προτιμώντας να χαθώ στα δρομάκια της πόλης. Αλλά και όσες φορές βρέθηκα σε κάποιο μουσείο, ομολογώ ότι τον περισσότερο χρόνο τον ξόδεψα παρακολουθώντας τους επισκέπτες, πώς εκφράζονται, τι λένε μεταξύ τους, πόσο βιάζονται να προλάβουν να τα δούνε όλα, να συμπυκνώσουν το χρόνο σΆ ένα μπουκάλι και αν γίνεται να το πάρουν μαζί τους μέσα από άθλιες εκδόσεις, φθηνές αφίσες και άλλα μπιχλιμπίδια. Τρελαινόμουν όταν τους άκουγα να λένε είδα το τάδε, ή το δείνα. Σκάρωνα φανταστικούς διαλόγους στην προσπάθεια να διατηρήσω μια ευγενική στάση. Έλεγα από μέσα μου: «Τι πρόλαβες να συγκρατήσεις μέσα σε λίγες ώρες με τη τηλεοπτική σου ματιά, βρε τσέλιγκα, που παρέα με τη βλάχα σου κάνατε αγώνα δρόμου να προλάβετε σε ένα πρωινό να ολοκληρώσετε κανά δυο μουσεία;»

Χρησιμοποίησα το παράδειγμα του ταξιδιού γιατί υποτίθεται ότι εκεί βρίσκουμε χρόνο να κάνουμε αυτά που επιθυμούμε και όχι όσα καθημερινά αναγκαζόμαστε για να επιβιώνουμε. Αλλά τον «αράπη κι αν τον πλύνεις, το σαπούνι σου χαλάς»! Ισχύουν τα ίδια, τρελοί ρυθμοί, να προλάβεις (τι;) και παρόλο τον οπτικοαουστικό ορυμαγδό, παραμένουν αξεδίψαστα τα χείλη. Και στο δια ταύτα κάθε κουρούνα να κράζει, «αχ καλά ήταν, αλλά δεν γίνεται κάτι που θα ταράξει τα νερά, κάτι έντονο, κάτι συγκλονιστικό! Δεν ξέρω τι θέλω, σκοτώνω την ώρα μου, δεν ξέρω τι μου φταίει». Μέσα από τη διαστροφική διάθεση του να προλάβω όσα περισσότερα μπορώ χτυπιέται κατακούτελα η στιγμή της απόλαυσης.

Σε μια πρόσφατη εκδρομική επίσκεψη στην ορεινή Ελλάδα, όταν με την παρέα μου επιλέξαμε μια ημερήσια ποδαράτη ανάβαση, μια αγαπημένη φίλη ήταν αυτή που δεν ακολούθησε. Θυμάμαι πολύ έντονα, κατά την επιστροφή, τη συνομιλία που κάναμε και τον τρόπο που με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα περιέγραφε πώς πέρασε: «Περπάτησα λίγο μέχρι την άκρη του χωριού και κάθισα κάτω από μια μηλιά. Ήταν μαγικά, χάθηκα μέσα στη μέρα και σιγά σιγά άρχισα να συγκεντρώνομαι σ αυτά που έβλεπα, να αφουγκράζομαι στο κορμί μου τον αέρα, τον ήλιο, οι μυρωδιές να με ζαλίζουν...».

Όπως οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν τα πάντα, έτσι και τα μάτια αδυνατούν να καταγράψουν τη κρυμμένη δύναμη, τα χιλιάδες συναισθήματα μέσα στην κάθε στιγμή που οι περισσότεροι στη διαδικασία μιας αναζήτησης, προσπερνάμε! Και όμως, αρκεί να σταθείς για λίγο, να σταματήσεις το κυνηγητό, να αφήσεις το κινητό και να κοιτάξεις γύρω σου. Δεν θα βρεθείς σε άλλο πλανήτη, δεν θα περάσεις τις πύλες κανενός παραδείσου, αλλά θα μπορέσουν να χαρούν τα μάτια σου όσα αντικρίζουν, θα νιώσεις μυρωδιές και θα αναπολήσεις γαλάζια συννεφάκια και ροζ μπουρμπουλήθρες. Διότι έχεις τη μεγαλειώδη τύχη ο αέρας να αγγίζει το δέρμα σου, να είσαι εδώ και να ζεις -κι εγώ να έχω από χρόνια αποχαιρετίσει τα σπυράκια της εφηβείας μου, όπως κάποιος μπανάλ (αποτυχημένος) κακός θα μπορούσε να ειρωνευτεί.

Μπορεί οι ιδέες, η πίστη, οι αξίες, όπως διατυμπανίζεται,
να πήγαν περίπατο, μα υπάρχει μια μαγική λέξη για να ξεκλειδώσεις τη στιγμή...
Αυτή η μαγική λέξη λέγεται «αισθάνομαι».
Ύστερα... Ύστερα, ίσως σ αυτό το μπουρδέλο που λέγεται ζωή,
προκύψουν όλα τα άλλα



(φιλία, τρυφερότητα, έρωτας πάθος)...

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

επίκαιρα, ανεπίκαιρα, ασήμαντα




επίκαιρα, ανεπίκαιρα
>> Πείνα, δίψα, ανελέητο ξύλο, διαμονή σε κλουβιά πολύ μικρών διαστάσεων, σε συνθήκες εντελώς αφύσικες. ¨Όλα αυτά περιλαμβάνει η εκπαίδευση για τα ζώα που συλλαμβάνονται και προορίζονται για κάποιο τσίρκο, αφού βέβαια εξοντωθεί η μητέρα και η αγέλη και εφόσον δεν πεθάνουν, στη μεταφορά. Ο Αρκτούρος θέτει το αίτημα η Ελλάδα να ανακηρυχθεί χώρα ελεύθερη από τσίρκο με ζώα.. Όποιος συμφωνεί ας μπει στο http://arcturos.wordpress.com/. Όποιοι διαφωνούν ας πάνε μια βόλτα στο τσίρκο Μεντράνο στη Πολίχνη με ένα γαρίφαλο στο πέτο (να ξεχωρίζουν από τα άλλα ζώα). Ποια παραδείγματα όμως να έχουμε και για ποια ηθική να μιλάμε όταν...

>> ¨Βλέπεις¨ έναν Αρχιεπίσκοπο να βγαίνει από το καλούπι του και την κρίσιμη ώρα μιας βαριάς ασθένειας (που έχει λυγίσει και πιο δυνατούς), να αναφωνεί με απόγνωση μπροστά στην ερεβώδη μοίρα «γιατί σε μένα θεέ μου και όχι σε κάποιον άλλο»!!!. Και παράλληλα ακούς τον Ζακύνθου (σχολιάζοντας το θέμα να τεθεί θέμα διαδοχής ενώ βρίσκεται ακόμη εν ζωή και το παλεύει ο Χριστόδουλος), να λέει " όλα εδώ πληρώνονται¨. θυμήθηκε την αντίστοιχη ¨βιαστική¨ συμπεριφορά του νυν αρχιεπισκόπου και τη δίψα του για εξουσία, όταν ήταν στα τελευταία του ο Σεραφείμ. Σοκ και δέος. Αν όντως ειπώθηκαν αυτά τα λόγια δεν θα ήθελε κανείς να είναι έτσι τα πράγματα αλλά από την άλλη πώς μπορεί να μη θλίβεσαι αν κάνεις έναν …

>> Αναχρονισμό χρήσιμο: Μιανμάρ - Ελλάδα (επταετίας) σημειώσατε 1. Άθελα κάνω κάποιους συνειρμούς του εκεί με το εδώ. Εκεί οι μοναχοί υπηρετώντας την όποια φιλοσοφία, ιδέες, θρησκεία ασπάζονται ξεσηκώθηκαν εναντίον της αδικίας που η χούντα της χώρας τους άπλωσε πάνω από τα κεφάλια των πολιτών. Κατάφεραν να κάνουν την παγκόσμια κοινή γνώμη να στρέψει το βλέμμα της στο δράμα τους. (Τριτοκοσμικοί;).

Ασήμαντα

>> Δευτέρα 8/10 βράδυ στο παγκάκι μετά τη πορτάρα εκεί που μια γωνία από τα κάστρα εισέρχεται στην άσφαλτο στο δρόμο για το φανάρι του Επταπυργίου αυτός γύρω στα 40 με κοιλίτσα προγούλι λυγισμένη ιτιά κλαίει άγαρμπα με αναφιλητά. (κάποιοι είναι πολύ άτυχοι, δεν έχουν κινηματογραφικό προφίλ). Τουλάχιστον....

>> Χάρηκα την νεαρά που ενδεδυμένη με ένα σορτς και μια τσάντα χιαστή αμελώντας να φορέσει κάτι άλλο με γοργόν βάδισμα πέρασε κάποια όμορφη καλοκαιρινή μέρα από την περιοχή του Ντορέ. Χάρηκα που κάποιοι όταν χάνουν (πιθανολογώ) κάποιο στοίχημα, έχουν άντερα να το ξεχρεώσουν. Και ...

>> Επιτέλους ενάντια στα ανόητα σενάρια από ατάλαντα άτομα, στις οθόνες μας το «Δέκα» ένα από τα καλύτερα βιβλία του Μ. Καραγάτση. Τα πρώτα δείγματα της μεταφοράς είναι αρκούντως θετικά. Αναμένουμε να δούμε και τη νέα οπτική από το έτερο και πιο διαβασμένο βιβλίο του, τον Γιουγκερμαν.

----------------------------------------------------------------------

Με δυσκολία γράφω ... Δεν έχω κέφια για τέτοιου είδους γράψιμο, δεν το απολαμβάνω, είναι μια άσκηση που προσπαθώ να πειθαρχήσω

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

«να είμαι ελεύθερος ή να ζω με την αυταπάτη της ελευθερίας»

(Ατελείς σκέψεις)
------------------------------------------------------------------------------------
Μια καλή φίλη πέρασε 15 χρόνια αναμονής με τη δικαιολογία του εραστή ότι περιμένει να ενηλικιωθούν τα παιδιά για να χωρίσει τη νόμιμη και να αποκτήσει την ελευθερία του για να ζήσει μαζί της. Πολλές φορές έχω ακούσει από άνδρες να λένε ότι ¨θυσιάζουν¨ την ελευθερία τους για χάρη των παιδιών.

Το όνειρο να ανοίξεις τη πόρτα και να βροντοφωνάξεις ¨είμαι ελεύθερος να κάνω αυτά που θέλω¨ έχει μπουρδουκλωθεί μέσα στο κυκεώνα μιας πραγματικότητας που οπτικοποιείται σαν ένα κατοικίδιο που κάποιος έχει προγραμματίσει πότε θα φάει, θα πιει, θα αφοδεύσει. Αφήστε ένα πουλί να φύγει από το κλουβί του, είναι σίγουρο πως αν δεν επιστρέψει πριν κλείσει η πόρτα, θα το φάει η γάτα. Παρομοίως όσοι θεωρούνται ¨ελεύθερα άτομα¨ στη πραγματικότητα είναι δέσμιοι μιας κατάστασης.

Πριν λίγα χρόνια ένας γείτονας μόλις βγήκε στη σύνταξη, γέρασε απότομα μέσα σε λίγους μήνες, πέφτοντας στη γνωστή μελαγχολία των απόμαχων. Ξέρω ανθρώπους που κρύβονται πίσω από μια δουλειά, μία σχέση, ένα σκοπό, τις σπουδές τους και άλλους που οχυρώνονται πίσω από έναν τίτλο, σινεφίλ, βιβλιόφιλοι, χαιφιντελίστες, στρατιωτικοί, πανεπιστημιακοί, πατριώτες, ντόπιοι, κομπιουτεράδες, έμποροι, καλλιτέχνες, μοντέλες. Ψευδεπίγραφες καταστάσεις που γίνονται ρυθμιστές του βίου. Ο μουσικός αναπνέει μέσα από τις νότες του παρέα με ομοϊδεάτες, ο εικαστικός ζει από τις εικόνες που τον αιχμαλωτίζουν. Και όσο περισσότερο οικοδομείς και ανυψώνεις μια κατάσταση, τόσο πιο πολύ βυθίζεσαι στη συμπλεγματική διαδρομή της.

Η κοινωνία παρέχει ένα φαινομενικά ελεύθερο περιβάλλον διακίνησης ιδεών κάτω από μία απλοϊκή αλλά τσιμεντένια λογική. Πίστη και υποταγή στους κανόνες, τους νόμους, στη θρησκεία, στην ηθική της εποχής. Αποφάσεις στο όνομα μιας ελευθερίας ξένης με τα ήθη και έθιμα μιας κοινωνίας μοιάζουν να είναι ακραίες.

Αυτά σκεφτόμουν παρακολουθώντας την κοπέλα στο απέναντι τραπέζι που έγραφε μανιωδώς στο λάπτοπ ένα πρωινό στη Μανάμα στο lobby ενός ξενοδοχείου του Μπαχρέιν. Η αναχρονιστική μπούρκα που φορούσε και έκρυβε όλο το πρόσωπο της, ερχόταν σε ευθεία αντιδιαστολή με τον υπερσύγχρονο φορητό υπολογιστή.

Η απλή επιλογή ενδυμασίας, τίτλου, θρησκείας μπορεί να είναι μοιραία όταν η πλειοψηφία έχει αντιρρήσεις. Σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσο δυσβάσταχτο μπορεί να γίνει το βάρος της προτεινόμενης ελευθερίας για κάποιον υπό δεδομένες συνθήκες. Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση όταν η ελευθερία συγκρούεται ευθέως με την αποδοχή της κοινωνικά ευπρεπισμένης μάζας; Αν θυμηθούμε το σχετικά ανώδυνο θέμα της αναγραφής ή όχι του θρησκεύματος στις νέες ταυτότητες ή στη θύελλα που ξεσηκώνεται κάθε φορά που τίθεται θέμα χωρισμού κράτους-εκκλησίας, θα μελαγχολήσουμε.

Και ναι μεν κάθε πλασματικός κόσμος αφού δομήθηκε για να αντικαταστήσει αυτόν που μας έχει κάτσει σαν πέτρα στο στομάχι, σίγουρα παρέχει καλύτερες συνθήκες, έχει όμως ένα μεγάλο μειονέκτημα, μάχεται τον εαυτό του (θέλει να γίνει πραγματικότητα). Ονειρεύεται να απελευθερωθεί, αλλά γίνεται πολλαπλά καταραμένος, όπως οτιδήποτε διασαλεύει την υπάρχουσα τάξη. ¨Οσες ¨επικίνδυνες¨ σκέψεις και επιθυμίες εξωτερικεύονται δημόσια, διώκονται. To “An Englishman’ s house is his castle” αντιπροσωπεύει μεταφορικά μια ολόκληρη νοοτροπία αυταπάτης ελευθερίας.

Θα μπορούσε βέβαια όποιος έχει υφάνει το δικό του σύμπαν τρομαγμένος από όσα θα έχει να αντιμετωπίσει ¨έξω¨, να παραμείνει εκεί ¨για πάντα¨, εγκλωβισμένος στα σκοτάδια σαν παράνομος δεσμός. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι κι αυτό το ¨για πάντα¨ θα πρέπει να τρέφεται σε τακτά διαστήματα. Και φθάνει κάποια στιγμή που δεν έχεις άλλα να του δώσεις. Τότε τον μικρόκοσμο σου, αυτόν που μέσα του επιβιώνεις απολαμβάνοντας την αυταπάτη μιας προσωπικής ελευθερίας, τον ταΐζεις με τα ίδια τα σωθικά σου.
(Καμιά ¨αμαρτία¨ δε βλάπτει τόσο όσο η ίδια μας η ¨ηθική¨).

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2007

21 συνταγές επιβίωσης

Θα ήθελα…

Να δω το κόκκινο της φωτιάς και την ώχρα από τους αμμόλοφους στην όαση Φαγιούμ της Σαχάρας.

Να είχα τη λογική να εγκαταλείπω όταν βρίσκομαι σε ακραίες συνθήκες.

Να εξαφάνιζα τους μονοδιάστατους, αυτούς με τη συλλογική αντίληψη και τη διαμορφωμένη μνήμη που πιστεύουν μόνο ότι βλέπουν τα μάτια τους.

Να φύγω για Αμοργό.

Να προηγηθεί το Μικρό Πάπιγκο για να μεθύσω πλάι σε φίλους.

Να ζούσα την 28η Μαΐου 1955 να χάζευα με τη Καλλας στη Σκάλα του Μιλάνου.

Να περνούσα μια βραδιά στου Ζαμπέτα.

Να έβλεπα από κοντά τις εκτυφλωτικές αντανακλάσεις του ήλιου στα βράχια του Γιουατάν στο Μεξικό.

Πάντα να πιστεύω, πιστεύεις, πιστεύει, πιστεύουμε, πιστεύετε, πιστεύουν σε κάτι…

Κάθε φορά που με τσιμπάει μια μέλισσας να μοιάζει με φιλί φιλομειδής νεράιδας.

Να λέω εύκολα παραιτούμαι χωρίς ανόητους εγωισμούς.

Να έχω το θάρρος να μην τα παρατώ.

Να χτυπήσει μια μέρα το κουδούνι μου οι φίλοι μου και να μου κάνουν έκπληξη με 2 μπουκάλια Nuit de Saint Georges του χίλια εννιακόσια εξήντα κάτι.

Να κάνω κομμάτια όποιον αλήτη τολμήσει να αγγίξει αυτά που αγαπώ.

Να πάμε το καλοκαίρι ταξίδι με μηχανές στη πρωτεύουσα της Καταλανίας και στη κεντρική πλατεία να φωνάξουμε «Barcelona mes que mai».

Να περάσω κάποτε μια νύχτα κάτω από τα αστέρια της Τήλου, παραμάσχαλα με το «Χαμένο νησί» του Καραγάτση.

Να στήσω καρτέρι να πιάσω τη στιγμή που θα αλλάξουν τα πράγματα.

Να με νανουρίζει τα βράδια ένα μελίρρυτο ξωτικό προσπαθώντας να με αιφνιδιάσει ευχάριστα με αποσπάσματα από τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες».

Να αποκαθηλώνω μνήμες άσχημα καδραρισμένες.

Να βουτούσα σ ένα ναυάγιο που να είχε ένα θησαυρό στο αμπάρι.

Να κερδίσει τον ύστατο αγώνα αυτή που χαροπαλεύει.

Κάνοντας όνειρα και ακολουθώντας πόθους φαίνεται να συνυπάρχεις με φαντάσματα που μόνο εσύ βλέπεις, και φωνές που ξεπηδάνε από τις πιο κρυφές γωνιές. Άλλοτε ακούς μελωδίες από αυτές που μόνο ένα ξημέρωμα κάτω από καστανιές που τρυπάνε οι πρώτες ακτίνες του ήλιου ή σε μια έναστρη νύχτα αρμόζει να υποδέχεσαι. Κάθε ονειροπόλος έχει μια άνευ όρων εξάρτηση από τις πλάνες του. Έτσι μια και πλανιέται κατά βούληση και κατά τύχη, είναι ο μόνος που μπορεί στα όνειρα να ανακαλύψει τους κρυφούς διαδρόμους της πραγματικότητας. Ακλόνητη αλήθεια ότι η κάθε πλάνη αναμφισβήτητα γεννά μια νέα αρχή με πολλές κατευθύνσεις.

Βγάζοντας οργή αποσυμφορίζεται ο εγκέφαλος, απαλλάσσεται το μέσα μας από τον πρωτογονισμό του, απαλύνει η ψυχή εξατμίζεται το καταχωνιασμένο βίαιο κομμάτι. Είναι η απόλυτα φυσιολογική αντίδραση στη κοινωνία των υποκριτικών τρόπων της αναστολής και της συγκράτησης που διαπλάθει άτομα υπάκουα και απαθή, αμέτοχα με κακοφορμισμένα αισθήματα υποχρεωμένα να συμπεριφέρνονται κατά το πρέπον σχεδόν λησμονώντας το τι κρύβει η καρδούλα τους.

Έχοντας πίστη σε ένα θεό, ένα βασιλιά, ένα πρόσωπο, μια ιδέα, έχεις ένα εν ενεργεία ισχυρό συναίσθημα που σου διαθέτει ένα όνομα να σιγοψιθυρίζεις πάνω στη μάχη. Σου προσφέρεται αφειδώς δύναμη και τόλμη για να κάνεις το επόμενο βήμα υποτάσσοντας τη λογική και ας είναι ένα τρελό ταξίδι χωρίς πυξίδα που με σπασμένο πύργο ελέγχου, οδηγεί στο λάθος δρόμο. Κάθε πιστός δηλώνει παρόν στη ζωή και παρόν στα λάθη. Κάθε λαθεμένη επιλογή, ακόμη και πίστης σε βοηθά να ωριμάζεις.

Το τρίπτυχο όνειρα - οργή – πίστη, αφενός σε βοηθά να συνάπτεις καλύτερες σχέσεις με τον εαυτό σου, αφετέρου συντελεί στο να επιβιώνεις χωρίς να ντρέπεσαι, κάνοντας στο παιχνίδι τη δική σου κίνηση.
Και αυτός που κινεί τα πιόνια κάνει πάντα δύο σκέψεις:
μια συναρπαστική και μια χαμένη.

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

Την επόμενη μέρα (των εκλογών)

Χαρήκαμε που η λογική επικράτησε για άλλη μια τετραετία. Πάντα άξιοι, πάντα με σεμνότητα και ταπεινότητα να συνεχίσουν το μεγαλειώδες έργο της κυβέρνησης με τα άψογα αντανακλαστικά για την ευημερία της οικονομίας, τη βελτίωση της καθημερινότητας. Τόσο ευτυχισμένες μέρες μακάρι να μην τελειώσουν ποτέ.

Ησυχάσαμε με την ακεραιότητα της δικαιοσύνης που κανέναν αθώο μεγαλοδικηγόρο, μεγαλοεισαγγελέα, παπά, σκανδιαλιάρη για χαζοϋποθέσεις εκατομμυρίων ευρώ και άλλα πταίσματα δεν άφησε για πολύ καιρό να σαπίζει μέσα στις φυλακές, πλάι σε ταλαίπωρους χασικλήδες, βαποράκια, φτωχοδιάβολους και άθλιους φοροφυγάδες.

Επανήλθαμε στα σωστά μας. Ο άνδρας που είναι αρχηγός πρέπει να είναι μαγκιώρος, τσαμπουκάς και να έχει το μπλα-μπλα. Ο ευγενής είναι λίγος. Απόδειξη ότι όταν είπαν στον υιό Παπανδρέου να ανεβάσει τους τόνους, αυτός εννόησε ότι πρέπει να τους κουβαλήσει όλους στην πλάτη του και λύγισε.

Εκτιμήσαμε για μια άλλη φορά τo λαϊκό ΚΚΕ για τα τρυφερά συναισθήματα και κυρίως την ευγενή άμιλλα που επέδειξε απέναντι στον Συνασπισμό και την αριστερά εν γένει. Ιδιαίτερα ¨εντυπωσίασε¨ το δόγμα «τι ΝΔ, τι ΠΑΣΟΚ» ξυπνούσε τις μνήμες «Τι Παπάγος - τι Πλαστήρας». Αυτό δείχνει ότι και κάποια πράγματα δεν αλλάζουν, αλλά και ότι υπάρχει ανιδιοτέλεια, ιστορική συνέπεια, ευρύτητα ιδεών και δημοκρατική ευαισθησία.

Θαυμάσαμε την αξιοπρέπεια και το γλυκό λόγο που είχε φυλάξει η κα Βούλα Πατουλίδου για τη μη συμμετοχή της στις λίστες. Νυν υπέρ πάντων ο αγών, το κόμμα, η παράταξη και κυρίως η ιδεολογία, για την Ελλάδα ρε γαμώτο και ουχί για την πάρτη μας.

Περιμένουμε και άλλα από αυτούς. 'Αντεξαν την κατακραυγή, δεν υπέπεσαν στη λούμπα να ζητάνε φθηνές συγνώμες και απέδειξαν ότι με τα φράγκα όλα διορθώνονται. Έτσι για να πνίξουν οι πυροπαθείς τον πόνο που είχανε, τους διένειμαν τριχίλιαρα και εκεί πάνω πλάκωσαν κι οι γύφτοι, αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα παρά μόνο έξοδα! Φυσικά και δικαιώθηκαν (οι γύφτοι) για τη στάση τους πανηγυρικά.

Αδημονούμε για την στιγμή που θα ακούσουμε στη βουλή τον λίγο κεντρώο λίγο δεξιό κ. Καραμανλή με τη ρητορική του δεινότητα να επιχειρηματολογεί απέναντι στους εκλεχτούς και πολύ δεξιούς κκ. Καρατζαφέρη, υιό Πλεύρη, Βορίδη, με τα άψογα Ελληνικά, όταν θα θέσουν θέματα για μετανάστες, Μακεδονία, Σκόπια, Εθνικά σύμβολα.

Απολαύσαμε την υπέρτατη δραματική αξία και τα εξαιρετικά αντανακλαστικά του «θέλω να γίνω χαλίφης στη θέση του χαλίφη». Ένα τεράστιο χαμόγελο που σε κλάσματα δευτερολέπτου (μό-λις ξεκίνησε η λιτή σεμνή κομ ιλ φο ανακοίνωση) έγινε ο σπαραγμός του χάσαμε. θρήνος…

Δικαιωθήκαμε από άκρο σε άκρο. Ο λαός πέταξε τα σταγονίδια που διαφέραν, αυτήν την ανίερη υπουργό που ανέχτηκε ιστορικούς και όχι πατριώτες (άκουσον άκουσον) να γράψουν το βιβλίο της Ιστορίας. Και αυτόν το λαό αδιαμφισβήτητα τον εκφράζει από άκρο σε άκρο η συντρόφισσα Λιάνα χέρι-χέρι με τον (νομίζω) πρώην χρυσαυγίτη Βορίδη.

Λυπηθήκαμε (λυπάμαι που το λέω) που ο ΛΑΟΣ δεν έχει χιούμορ και κουλτούρα και επιπλέον είναι κάργα συντηρητικός. Δεν εξηγείται διαφορετικά που επέλεξαν 'Αδωνι Γεωργιάδη αντί Έφη Σαρρή. Καλύτερα δηλαδή είναι τώρα;

Προβληματιστήκαμε με όσους ψήφισαν οικολόγους. Δεν καταλαβαίνουμε. Δηλαδή τι μας λένε, μετά από τόσα σπίτια που κάηκαν να πάρει το κράτος τις μπουλντόζες για να γκρεμίσει και άλλα που σαν αυθαίρετα παρέμειναν; Νισάφι.

Κατανοήσαμε περίτρανα αυτό που ξέραμε και από παλιά. Στη νίκη όλοι μαζί και στην ήττα μόνος.

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

Η αβάσταχτη ελαφρότητα του «Δημοκράτη»

Σε ένα χωριό, ο κάθε υποψήφιος που αποφάσιζε να μετέχει στα κοινά ήταν δαχτυλοδειχτούμενος, γνώριζες το ποιόν του από μωρό παιδί, τον έβλεπες να μεγαλώνει, να σπουδάζει, ήξερες αν ήταν εργατικός ή τεμπέλης, αν ήταν μνησίκακος, αλλά πολύ περισσότερο είχες ακούσει τις ιδέες του σε ανύποπτο χρόνο. Σε μια μεγάλη πόλη που μοιραία το άτομο χάνεται στο πλήθος λογικά η πλειοψηφία αδυνατεί να εκφέρει προσωπική άποψη από πρώτο χέρι
…………………………………………………………………………………….
Αυτή την έλλειψη πληροφόρησης αναλαμβάνουν να καλύψουν τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ), παρουσιάζοντας όμως διαφορετικές εκδοχές. Υπερασπίζοντας υποτίθεται το κοινό καλό, παίζουν το ρόλο του κόλακα και του συκοφάντη. Έτσι οι δικοί μας υποψήφιοι ¨σκίζουν¨ σε κάθε εμφάνιση, αποστομώνουν τους κακόβουλους και οι ¨άλλοι¨ υποτιμητικά γίνονται ο Γιωργ-άκης, Κωστ-άκης, Λογιστής, Ψεύτες, Αμερικανάκι και άλλα προσβλητικά σχόλια.. Τα ΜΜΕ που πρόσκεινται σε ένα κόμμα κολακεύουν τους δικούς τους και αντιμετωπίζουν μετά βδελυγμίας και ως κοινούς συκοφάντες όσους τους εναντιώνονται. Κάθε πλευρά κατηγορείται από την αντίπαλη, ότι είτε ψεύδεται κατά παραγγελία και κατά συνθήκη, είτε βάζει παρωπίδες στα κακώς κείμενα των δικών της. Το κομμάτι των Ενημερωτικών Μέσων που απομένει και δείχνει να εμφανίζεται λιγότερο δογματικό σε μια χρωματιστή πραγματικότητα αποτελεί μια θλιβερή μειοψηφία μπροστά στο σύνολο αυτών που παραμένουν κακόγλωσσοι
………………………………………………………………………………….
Αλλά και κατά πόσο και οι ίδιοι οι Πολίτες σκεπτόμενοι καλόβουλα και ψηφίζουν με γνώμονα το συμφέρον της χώρας, φαίνεται χαρακτηριστικά στη στάση που κρατάνε. Ποιος υποψήφιος θα τολμήσει να πει φανερά πχ ότι αναλαμβάνοντας ένα υπουργείο θα ευνοήσει περιοχή διαφορετική από τη περιφέρεια του γιατί αυτό επιτάσσει το Εθνικό συμφέρον και θα περιμένει να ξαναεκλεγεί; Πόσες περιπτώσεις έχουμε απειλών από οπαδούς ποδοσφαιρικών επιχειρήσεων (χιλιάδες ψήφους) ότι αν δεν γίνει το δικό τους θα μαυρίσουν το κόμμα; Υποσχέσεις και από τα κόμματα για μονιμότητα στους έκτακτους, δουλειά στους άνεργους, επιπλέον παροχές σε κάποιες ομάδες του πληθυσμού. Με απύθμενο θράσος κάθε ένας, κάθε ομάδα και κάθε περιοχή και μέσω των πελατειακών σχέσεων που υφαίνονται - επιδιώκει να τοποθετήσει ¨το δικό της¨ πρόβλημα και να προωθήσει τον ¨ντόπιο¨ υποψήφιο με κυριαρχούσα τη λογική ότι πάνω από όλα θα φροντίσει για τη πάρτη τους. (Εις βάρος ποιού; προφανώς κάποιας διπλανής περιοχής, άλλης επιχείρησης, άλλου υποψήφιου, άλλης κοινωνικής ομάδας και πιθανώς και με μεγαλύτερες ανάγκες) ……………………………………………………………………………..
Κατά πόσο ευνοούνται οι κάλλιστοι (επιστήμονες, λόγιοι, ποιητές, ερευνητές, τεχνοκράτες) που αυτοί κανονικά θα έπρεπε να απαρτίζουν τις λίστες των κομμάτων, φαίνεται από τους Αθλητές, Ηθοποιούς, Παρουσιαστές, Δημοσιογράφους και Καλλιτέχνες οι οποίοι και πετυχαίνουν εύκολα να εκλεγούν με πιθανότητα το μοναδικό προσόν που διαθέτουν να είναι η ευρύτατη δημοσιότητα τους. Η μάζα προτιμά αυτό που λάμπει, αυτούς που κραυγάζουν. Και καμιά παράταξη φοβούμενη την απώλεια ψήφων, δεν κάνει κάτι, για να προκρίνει περισσότερους από αυτούς που αποδεδειγμένα ασχοληθήκαν με τα κοινά έδειξαν ήθος και παρήγαγαν έργο.
…………………………………………………………………………….
Παράλληλα οι επαγγελματίες της επικοινωνίας αναλαμβάνουν να ρετουσάρουν την εικόνα του κάθε υποψηφίου. Τι γραβάτα να φορέσει, πόσα κιλά να χάσει, πώς να βελτιώσει τη προφορά, πώς να κουνάει τα χέρια, τις φωτογραφίες που θα δημοσιευτούν και φυσικά ποιες εικόνες θα εξαφανιστούν. (φαντάζεστε έναν πρωθυπουργό να σκαλίζει τη μύτη του;) Με λίγα λόγια εάν κάποιος είναι κακομούτσουνος ή είναι κουσουρλής όσο λαμπρό μυαλό και να κουβαλά, δεν έχει καμιά τύχη …
………………………………………………………………………………..

Το δια ταύτα:
σε ένα κοινό με ελλιπείς γνώσεις που βρίθει από ιδιοτελή συμφέροντα, φθάνει μια εικόνα που κανείς δεν γνωρίζει πόσο απέχει από την πραγματικότητα, μια στρεβλή εικόνα που ευνοεί μόνο τις κάμπιες.
Όχι δεν εμπιστεύομαι αυτή τη Δημοκρατία, ούτε όλους αυτούς που ψηφίζουν
(..άλλωστε και ο ¨παγκόσμιος¨ κυβερνήτης (Μπους) με παρόμοιες «δημοκρατικές» διαδικασίες προκρίθηκε).

«Ήταν που ήταν στραβό το κλίμα, το έφαγε κι ο γάιδαρος…»

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2007

«Kάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας». Μάρκελλος στον 'Αμλετ



Είναι ακόμη νύχτα… απλώνω το χέρι να πάρω το κινητό, τι ώρα να είναι… 5.14 ακόμη, γαμώτο μου. Ο λαιμός μου με γδέρνει, μια φοβερή ατονία με καθηλώνει… Το μυαλό μου θολό σε κλοιό, ποιός ξέρει πάλι από ποια όνειρα ξέφυγα. Έχω μήνυμα… «θα είμαι Θεσσαλονίκη, αύριο, να βρεθούμε αν μπορείς». Σηκώθηκα, υπνωτισμένος έσυ-ρα το κορμί μου στην κουζίνα και έβα-λα νερό στο μπρίκι.

Θυμήθηκα… Πάνω από 20 χρόνια πέρασαν, αυτός νέο πρόσωπο στη πόλη, έμπλεξε στις φερεμόνες κάποιας της παρέας και με το ένα και το άλλο σιγά-σιγά κολλήσαμε. Ήταν ο μόνος της συντροφιάς που δούλευε «κανονικά» εκείνη την εποχή. Εμείς στο δικό μας πλάνο, εγκυκλοπαίδειες, τρίωρα στο 131, Δευτέρες διαλογή δελτίων του προπό, μεροκάματα στη λαχαναγορά και άλλες ανάλογες big business. Αυτός είχε διοριστεί από το κράτος σε ένα έργο που αφορούσε τη διάνοιξη ενός δρόμου πολλών χιλιομέτρων. Η δουλειά του ως επιβλέποντος μηχανικού ήταν να προστατεύει τα δικαιώματα του εργοδότη (του κράτους στην περίπτωσή μας) απέναντι σΆ αυτόν που ανέλαβε το έργο (μια μεγάλη τεχνική εταιρία). Να ελέγχει τις εργασίες, τα υλικά, αν όλα ήταν σύμφωνα με τις προδιαγραφές… Ήταν σχεδόν σαν χαμένος τη μέρα που με πήρε παράμερα να μου πει ότι πήρε μετάθεση σε ένα κωλονήσι.

Τον θυμάμαι κάθε φορά που ένας κυβερνητικός βγαίνει και δηλώνει για τα μέτρα και τους νόμους που προωθούνται για να προστατευτεί η χώρα μας από πυρκαγιές, πλημμύρες, για δέσμευση κονδυλίων για έργα, κάθε φορά που ακούω έναν υπουργό να απειλεί λάβρος καταπατητές οικοπεδοφάγους και άλλους με στόμφο και υφάκι «θα σας στείλω όλους φυλακή», όταν τους ακούω κορδωμένους να ξεστομίζουν: «θα πάρουμε αυστηρά μέτρα!».

Μην τα πολυλογώ, ο φίλος ανακάλυψε έκπληκτος ότι είχε μια καυτή πατάτα στα χέρια του. Τα χιλιόμετρα δρόμου σε βραχώδες έδαφος ήταν στη πραγματικότητα χωματάκι κατάλληλο για λίπασμα. Η σύμβαση όριζε ότι για κάθε μέτρο με μαλακό έδαφος το κόστος θα ήταν π.χ. 3.000 δρχ το μέτρο. Αν όμως έβρισκαν πετρώδες έδαφος, τότε το κάθε μέτρο θα κόστιζε στο κράτος, ας πούμε 30.000 δρχ. «Από χωράφια περνούσε καρντασάκι» έλεγε δακρύζοντας, «οι αλήτες, καταλαβαίνεις τι θέλουνε, κατέγραψαν ό, τι βρήκαν ως βραχώδες έδαφος, να ξεσκίσουν τον προϋπολογισμό υπερδεκαπλασιάζοντας τη τιμή… Και το φιλαράκι έτριξε τα δόντια στον υπεύθυνο του έργου… «Και δεν ξέρεις, τι έκανε ο αχρείος» μού είπε τρέμοντας από αγανάκτηση… «Ήρθε το βράδυ στο σπίτι μου νεροκουβαλητής με μια επιταγή τεφαρίκι. Το ποσό ήταν ιλιγγιώδες με 7 μηδενικά». Τότε ο βασικός μηνιαίος μισθός ήταν δεν ήταν 25.000-30.000… «Και τι έκανες;» τον ρώτησα. «Τον πέταξα έξω καρντασάκο! Θα την αλλάξουμε την Ελλάδα, θα τα εξαφανίσουμε αυτά τα σκουπίδια. Θα τους ξεσκίσω, μέχρι στο Υπουργείο θα φτάσω». Και τσίτωσε και μάλλον έφτασε, ιδεαλιστής γαρ ο φίλος.
Η ανταπόδοση ήταν «μια μετάθεση σε νήσο μακρινή».

Πριν από τρία χρόνια συναντηθήκαμε τυχαία στο σταθμό στο Χαλάνδρι και σεργιανίσαμε προς ένα κρασομάγαζο να ξετυλίξουμε το νήμα του χρόνου. Του είπα τα δικά μου, μου είπε τα δικά του. Εν μέσω οινοποσίας του θύμισα την ιστορία και τον ρώτησα τι θα έκανε σήμερα. «Πάλι το ίδιο θα έκανα, έτσι με μεγάλωσε ο γέρος μου, άλλο με χαλάει…». Και συνέχισε με άχρωμη φωνή «…σχεδόν σΆ όποιον από αυτούς που λένε "φταίνε οι πολιτικοί, επιτέλους κάτι να αλλάξει ρε παιδιά", έκανα το λάθος να διηγηθώ τη φάση, εισέπραξα ένα “…μπράβο μαλάκα”». Σήμερα σε πολλούς γύρισε τις πλάτες και ασκώντας το δικαίωμα ας πούμε της αυτοδιάθεσης, ζει σε ένα αγρόκτημα έξω από την Αθήνα.

Υπάρχει ηθικό δίδαγμα;

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2007

Αν ήταν στη φύση του ανθρώπου να αγαπά τον διπλανό του δεν θα υπήρχε λόγος να δοθεί η Βιβλική εντολή «αγάπα τον πλησίον σου»

Πότε έπαψε να με νοιάζει,
ποια ήταν η μέρα που έγινα απαθής τηλεθεατής,
πότε ακριβώς νέκρωσαν οι αισθήσεις μου
και κατάντησα παρακολουθητής των γεγονότων,
δεν ξέρω...
Φωτιές, νεκροί, μια πρωτοφανής έλλειψη ικανότητας και αδυναμίας του κράτους να προστατέψει τους πολίτες και την ίδια τη χώρα. Κραυγές αγωνίας από παντού. Μηχανικά έπιασα τον εαυτό μου να επαναλαμβάνει, «..είναι κρίμα, γιατί τόσες ανθρώπινες ζωές». Αλλά η λέξη κρίμα δεν είχε βάθος, δεν είχε δάκρυ, παρά μόνο μια άνευρη συμπόνια που επέβαλε η λογική. Η λογική που σε μαθαίνει να συμπεριφέρεσαι κόσμια και να αντιλαμβάνεσαι χονδροειδέστατα τα γεγονότα. Το σαβουάρ βιβρ επιβάλει να δείξεις ότι σε νοιάζει.

Γιατί κατάντησα έτσι;
Το εύκολο είναι να πω ότι φταίει η βία που σερβίρεται καθημερινά, τα ΜΜΕ που έφτασαν μέχρι και να μεταδώσουν τηλεοπτικά έναν πόλεμο, η Τεχεράνη που καίγανε οι βόμβες, η ζωή η ίδια που έγινε τηλεοπτική σειρά και τα σήριαλ που έγιναν ζωή. Αποστεωμένα παιδάκια, αρρώστιες, βιβλικές καταστροφές εικόνες φρίκης, βασανιστήρια που στην αρχή σοκάρανε κατάντησα να τα αντιμετωπίζω παθητικά αδιάφορα με ασπίδα ένα θηριώδη παχυδερμισμό, ψελλίζοντας και πάλι …πόσα άδικο και κρίμα είναι.

Κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όσοι ναζί επρόκειτο να προαχθούν στα ανώτερα κλιμάκια αναλάμβαναν ένα μικρό γατάκι, να το ταΐζουν και να παίζουν μαζί του. Και ύστερα από ένα χρονικό διάστημα οι ανώτεροι απαιτούσαν από αυτόν που φρόντιζε το ζωάκι να του βγάλει τα μάτια…. Πόσο δύσκολο είναι να απαλλαγούμε από τον έσωθεν πρωτογονισμό μας;

Μήπως αυτή είναι η ανθρώπινη φύση;
Τι ακριβώς σημαίνει συμπονώ, με νοιάζει, υποφέρω; Τι έκανε ο ναζί που μεγάλωνε το γατί του και τι αυτός που δήλωσε συντετριμμένος από τις πυρκαγιές; Δεν είχε κέφι να φάει το βράδυ, να πηδήξει, να γελάσει; Περιφερόμενος στη πόλη, τη μέρα του Εθνικού πένθους και παρατηρώντας τα φουλαριστά μαγαζιά, τα χαριεντίσματα και την ιλαρότητα, κατέληξα στο συμέρασμα ότι όλοι όσοι λένε ότι κόπτονται, μάλλον πρέπει να πενθούνε ιδιωτικά, όταν επιστρέφουν στο σπίτι. Κανένα μαγαζί δεν έκλεισε από έλλειψη πελατείας, όλοι μαζί σε καφε μπαρ ταβέρνες και μπουζουκομάγαζα… πνίγανε το πόνο τους. (ταράχτηκαν και οι ταξιδιώτες που ομαδικά φεύγανε από τις φωτιές για να μη χαλάσουν τις διακοπές του!)

Ποιοι είναι οι ευαίσθητοι;
Αυτοί που σαν ύαινες οσφραίνονται αίμα και τρέχουν να αποκομίσουν οφέλη από την καταστροφή; Τα ερπετά που βρίσκουν ευκαιρία να εξιλεωθούν και να αναδείξουν την ¨ανθρώπινη¨ πλευρά τους μέσω χορηγιών, δωρεών και τηλεμαραθώνιους αγάπης;

«Σκατά στα μούτρα τους», θα έλεγε η γιαγιά μου αν ζούσε.
«Να σε κάψω Γιάννη μου, να σ αλείψω λάδι». Τζαμπαντάν προβολή.
Όποιος είναι μάγκας, όποιος βοηθάει, δεν το βροντοφωνάζει!

Θυμάμαι μια RD, σμπαράλια,
πεσμένη στην Εθνική και αυτοκίνητα να κόβουν ταχύτητα,
να βλέπουν το θέαμα και μετά να πατάνε γκάζι. Πέρασαν 20 λεπτά και πάνω από 100 γιωταχι μέχρι να σταματήσει κάποιος στα απεγνωσμένα σήματα που κάναμε, κάποιος που δεν τον ένοιαζε να λερώσει το πίσω κάθισμα από τα αίματα, ούτε για τον εργασιακό χρόνο που θα έχανε προκειμένου να μεταφερθεί το παλικάρι στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Ο κύριος Θάνος καλή του ώρα, όπου και να βρίσκεται. Σήμερα αναλογικά οι υπόλοιποι 99 θα πενθούσαν (φυσικά) για τη δυστυχία που βρήκε αυτούς που κάηκαν.

Τρέμω μήπως κάποια καταραμένη ώρα,
αποκτώντας ανάλογες δημόσιες ευαισθησίες,
μου γυρίσει η βίδα και προσπεράσω (σοκαρισμένος βέβαια)
κάποιον που θα βουτάει στο αίμα του.

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2007

αντιπαθητικές οι πόλεις που διώξανε τα αδέσποτα

Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι δεν ήταν καλά στη δεκαήμερη απόδραση ¨στας εξοχάς¨, κάθε άλλο. Αποφεύγοντας τα πολύβουα ξενοδοχεία είχα την τύχη να συγχρωτιστούν τα χνώτα μου με τη διπλανή σκηνή και τα παρακείμενα τροχόσπιτα και ξεκινώντας πάνω από ένα ταπεινό γουόκ των 5,5 € του Ικεα, με γευστικές συνταγές με πιπεριές, αχνιστά ψάρια σαγανάκι, στραπατσάδες, αλλά και μελιτζάνες με φέτα στα κάρβουνα καταλήγαμε στα απαραίτητα πλέον νεοελληνικά ψησίματα με παντσετες, ζουμερά μπιφτέκια και εγχώριους ιχθύς. Καφέδες με γερές δόσεις από γέλια, κολύμπι σε πρωινές θάλασσες στα βαθιά. Βραδιές με ατέλειωτες κουβέντες περί παντός επιστητού και γερές δόσεις εύποτων αλκοολούχων. Τέτοια ρεαλιστική φυγή που σχεδόν λησμόνησα ότι υπάρχει επιστροφή…

Μετά τα τελευταία τέσσερα βράδια διακοπών που πέρασαν μεταξύ ύπνου-ξύπνου, επέστρεψαν με 1000 όλα τα άγχη σε μια κατευθυνόμενη απόπειρα να συντονιστώ με όσα είχα εγκαταλείψει προσωρινά. Αυτό που λέμε για να ¨επανέλθω στα νερά μου¨. Επέστρεψα απότομα στην αλαζονική θερμοκρασία του άστυ, στη σπίντα των τεχνητών υποχρεώσεων, να διασχίζεις δρόμους που κάνουν τα νεύρα σου τσατάλια, να περνάς πλάι σε όσους απέμειναν, από τα ρεμάλια που σέρνονται υπνωτισμένα στην πλατεία, αρρωστημένους μοναχικούς με τρελαμένο βλέμμα που σου ζητάνε κανένα τσιγάρο και σε στέλνουν πετώντας κι ένα Amor Fati (αγάπα τη μοίρα σου). Μαγαζιά Αυγουστιάτικα με κατεβασμένα τα κεπέγκια, μια ζέστη που εξουθενώνει κάθε διάθεση να κινηθείς και δημιουργεί τη πεποίθηση πως έφθασε η ώρα να εξαφανιστείς από τον κόσμο

Ακολουθώντας σαν σκύλος που έχει αφήσει τα χνάρια του τη διαδρομή σπίτι-γραφείο, άρχισαν οι επαναλήψεις. Βιαστικός χαιρετισμό με το γείτονα στις σκάλες, μαρσάρισμα στην ευθεία πριν βγεις από την Πορτάρα, κατηφόρισμα στο ρελαντί για χάζι στους κήπους του Πασά, παράνομη είσοδος στην Αγ. Δημητρίου από την κατηφόρα της Ευαγγελίστριας. Υπολόγισα ότι στα 3 χρόνια που καθημερινά κάνω την ίδια διαδρομή και να με γράψει κάποιος, απόσβεση χρόνου έκανα, αποφεύγοντας τη ρημαδοστροφή του Τούρκικου Προξενείου. Επέστρεψα στη καθημερινότητα μου, εισέπραξα τα ανταποδοτικά οφέλη της γνώριμης ρουτίνας, τη γλύκα της συνήθειας και τη βεβαιότητα ότι ο ουρανός της πόλης παρέμεινε στη θέση του όταν έπαιζα το σήριαλ διακοπές

Αγαπώ τη πόλη για αυτό που είναι. Δεν μ αρέσουν οι εκπλήξεις, για αυτό είναι εύκολο κάποιος να πλήξει μαζί μου. Αν πρέπει να επιλέξω τόπο διακοπών προτιμώ εκεί που έχω ξαναπάει. Ανήκω στην κατηγορία των βαρετών ανθρώπων που αναζητούν την ρουτίνα, απεχθάνονται τις αλλαγές, δεν τους αρέσει η εξοχή παρά μόνο φανατικά για εκδρομή, αποφεύγουν τις καταραμένες ενδοσκοπήσεις και έχουν έντονη την αίσθηση ότι σε όλα τα πράγματα μπορεί να υπάρχει κι ένα εύγευστο κομμάτι.
Και αυτό με ενθουσιάζει!
Με παροτρύνει να συνεχίσω.

Αντιπαθώ τις πόλεις που καταδιώκουν τα αδέσποτα, που δεν έχουν ψεγάδια. Τις ιδανικές κοινωνίες, άψογα διαμορφωμένες, που αποκλείουν τους παρίες. Αντιμετωπίζω με σκεπτικισμό αυτούς που φεύγουν αναθεματίζοντας και πάντα επιστρέφουν. Τρέμω την ώρα που θα ξεκινήσουν πάλι επιχειρήσεις τύπου Αρετή για να ξεβράσουν τα μιάσματα… να αποστειρώσουν τη πόλη, να αναμορφώσουν το αστικό τοπία από κάθε αξύριστο, άστεγο και κάθε τι μη ορθόν. Ίσως αν δεν κατεστρέφονταν η θρυλική Μπάρα, να ξεχαρμάνιαζαν εκεί οι θερμοαιμοι ερωτύλοι και να τη γλύτωνε η Θεσσαλονίκη από πολλούς επίδοξους εραστές

Μ αρέσει να ξυπνώ από όνειρα που έτσι κι αλλιώς δεν θυμάμαι και μηχανικά να ανοίγω το ράδιο να ακούσω τη πρωινή καλημέρα της Μαρίας Κοζάκου στο Δεύτερο. Πλύσιμο νευρικό 15 λεπτά να ατενίζω μισοκοιμισμένος τον κόσμο της μέρας. Βουτιά στον καναπέ να συνεχίσω κάποιο βιβλίο, δίσκος και ένα λιτό πρωινό που καταβροχθίζεται αφηρημένα στα τυφλά. Καφές σε φλιτζάνι με λεπτά χείλη και μετά ψάξιμο στη ντουλάπα του τι να φορέσω και σήμερα.
Κατά άλλους μια φθορά ένα γαϊτανάκι.
Για μερικούς πάλι είναι επιστροφή στις ευλογημένες συνήθειες που διόλου εξαθλίωση δεν είναι, αλλά μια σοβαρή προσπάθεια αφενός να κλείσεις ρωγμές που μπάζουν, αφετέρου σε εμποδίζουν να στουκάρεις με τη μηχανή σε έναν τοίχο

Επαναλαμβάνω συνέχεια ότι μπορώ να περπατώ, να μιλώ, να ακούω, να βλέπω, να μυρίζω, πράγματα απλά συνηθισμένα προβλέψιμα ... και μέσα στους ρύπους και το κυκλοφοριακό να απολαμβάνω σαν ανάσα τη πρωινή λιακάδα, το ανθισμένο γιασεμί, τον πρωινό καφέ και δεν με νοιάζει αν σκοντάφτω σε πεταμένα σκουπίδια.. Είναι η πόλη μου και τη ζω.

Έφυγα για τη δουλειά σήμερα το πρωί
σφυρίζοντας….

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2007

Piu nessuno mi portera nel sud

Τη θάλασσα την παρατηρούσα με τις ώρες απ' το μικρό παραθυράκι της τουαλέτας, στο σπίτι μας, που ατενίζει τον Ακάνθιο κόλπο. Ένοιωθα απόλαυση κοιτάζοντάς την από ψηλά. Πότε γαλάζια πότε μπλε, πότε πιο σκούρα, πότε γκρίζα, ασκούσε μια γοητεία. Τα βράδια με το καλοκαιρινό φεγγάρι να ανατέλλει από τα σπλάχνα της, η συγκίνηση μου ήταν σε κορυφαίες στιγμές. Αλλά και χωρίς φεγγάρι με τις φωτεινές αλυσίδες που σχημάτιζαν τα γρι-γρί των ψαράδων της Ιερισσού ήταν απ' τις αγαπημένες μου απολαυστικές παρατηρήσεις. Κοντά της όμως ήταν διαφορετικά: τα κύματα τα έτρεμα, στο κολύμπι πήγαινα μέχρι εκεί που πατούσα και γενικώς το απολαυστικό δέος, από την από απόσταση παρατήρηση, μετατρεπόταν σε φόβο, που τον εξομάλυνε κάπως η μυρωδιά της και η υπέροχη αίσθηση του νερού και της αρμύρας.

Αργότερα τη συνέδεσα με τους έρωτές μου. Ήταν απ' τα μέρη που γούσταρα να πηγαίνω για σεξ. Έψαχνα με το παλιό μου Autobianchi, το οποίο -ειρήσθω εν παρόδω- είχα μετατρέψει σε 4Χ4, αφού δεν κώλωνε πουθενά. Κατέβαινα νυχτιάτικα ότι κατσάβραχο είχε η περιοχή για να πάμε σε απόκρυφα κολπάκια και απάγκιες παραλίτσες που δε θα μας έβλεπε άνθρωπος, για να βγάλουμε τα μάτια μας. Τόνωνε τη σεξουαλικότητα μου η αίσθηση αυτή. Ιώδιο, αρώματα απ' το τριγύρω πράσινο και συνάμα οι μυρωδιές απ' τα καμμένα λάστιχα, τη βενζίνη και την υπερθερμασμένη μηχανή του αυτοκινήτου. Μαζί με τις μυρωδιές απ' τη γυναικεία επιδερμίδα, ένα εκρηκτικό κοκτέιλ. Κι άντε μετά εξουθενωμένος και με ψύχραιμο πια μυαλό, να ξανανεβείς το κατσάβραχο οδηγώντας με μαεστρία, γιατί το ατύχημα εκεί σήμαινε να γίνεις ρόμπα. Όλοι γνωστοί είμαστε στην επαρχία και ως γνωστόν «οι άνθρωποι δε συγχωρούν αυτούς που από έρωτα εκπέσανε» (Δημήτρης)
.................................................................................................................................................................
…και άλλα πολλά συμπαθητικά μου έγραψε ο φίλος με τη διάθεση να συνομιλήσουμε με e-mail. Ήθελα να συνεχίσω το κείμενο του, να αντιπαραθέσω δικές μου μνήμες, να γράψω για την Αμοργό, τη Μήλο για ταξίδια με πλοία, για μέρες στις τροπικές θάλασσες του Κο-Τα και νύχτες στη παραλία του Κο-παγκάν, για βόλτες πλάι στα κύματα της Λισσαβόνας, τις ώρες που καθηλώθηκα στα παγκάκια στη παραλία της Θεσσαλονίκης αγναντεύοντας όσα ονειρευόμουνα, για γλάρους και μάτια υγρά σαν θάλασσα αλλά…Για να πεις για τη θάλασσα χρειάζεται κέφι και εγώ δεν έχω. Το μυαλό μου είναι θολωμένο από τη ζέστη και από μια καλπάζουζα καταθλιψάρα. Έμεινα με αργές σκέψεις να χαζεύω τα χρώματα στα παγάκια ενός γεμάτου ποτηριού γλυκιάς «ρετρό» Κουμανταρίας. Στα ξαφνικά άρχισα να στέλνω sms ρωτώντας αυτούς που με ανέχονται και μου ανοίγουν τη πόρτα τους μετά τα μεσάνυχτα τι σημαίνει για αυτούς η θάλασσα…
.......................................................................................................................................................................
Είναι ήχος συρτός πάνω στην άμμο, είναι μυρωδιά γαλήνης μέσα στη νύχτα. Είναι φεγγάρι πάνω από το καΐκι με τους Αιγύπτιους που τραγουδάνε. Ζευγάρι που κάνει έρωτα στα νωπά βότσαλα. Παιδί που γλείφει τα μωβιασμένα αρμυρά χείλη του, αφοσιωμένο στη μαγεία. Το μπλε της απεραντοσύνης (Κατερίνα)
.......................................................................................................................................................................
Τι να πω για τη θάλασσα…Δεν ξέρω…κάτι για το βλέμμα μας που βυθίζεται και κάτι για όλους τους μαλάκες που χαλάνε αυτή τη γαλήνη (Αλέκα)
.......................................................................................................................................................................

Μια αγάπη που είχα πριν χρόνια με οκτώ βαθμούς μυωπία, επέμενε να ανιχνεύει μαζί μου το βυθό χωρίς μάσκα., Όταν τη παρότρυνα να της δώσω τη δική μου, αρνήθηκε… « Έχω φτιάξει το δικό μου υδάτινο κόσμο, δεν θέλω να αλλοιώσω αυτή την εικόνα» (Θόδωρος)
........................................................................................................................................................................
Η Θάλασσα είναι το δοχείο της προαιώνιας και αμείλικτης ανθρώπινης μοναξιάς. Αυτή που εκπορεύεται από τη γαλαζωπή ψυχή μας την ώρα που μας συνέλαβε η μήτρα της μάνας. Διαλύεται για μια και μοναδική στιγμή, όταν αντικρύσουμε τη θάλασσα πρωί, ανάμεσα σε δύο βουνά, καθώς οδηγούμε προς, ή δυστυχώς από, το μοναδικό καταφύγιο της ελπίδας (Τίνα)
.......................................................................................................................................................................
Δεν έχω άλλες λέξεις να προσθέσω… μόνο εικόνες. Όπως αυτές του Σαββατοκύριακου στο καλοκαιρινό χαιρετισμό του CITY. Εμείς που πήξαμε με τη κακόγουστη επανάληψη των μπιτς παρτι στη Χαλκιδική απολαύσαμε κάτι ζωντανό που είχε χρώμα και ανάπνεε . Είδα μια θάλασσα ερωτική, θελκτική και επικίνδυνη, στα λικνίσματα των κοριτσιών. Ένιωσα τα κύματα (αν και ανίκανος να ακολουθήσω) στο ρυθμό που χτυπούσαν τα τύμπανα, στις φιγούρες των Βραζιλιάνων χορευτών.

Μόνο στο νου στροβιλιζόταν δαιμονισμένα το
Piu nessuno mi portera nel sud
(κανείς δεν θα με πάει στον Νότο)* .

Καλά να περνάτε


......................................................................................................................................................................
* Από το εξαιρετικό «αστυνομικό» ανάγνωσμα του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν «Οι θάλασσες του Νότου» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο…

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2007

Με ερεθίζεις σεξουαλικά ...χάσου από τα μάτια μου

Την είδηση την άκουσα στο ραδιόφωνο. Ένας γερμανός οδηγός λεωφορείου, στην κλασική διαδρομή που έκανε σταμάτησε ξαφνικά, γύρισε και απευθυνόμενος σε μια νεαρή επιβάτισσα απαίτησε να κατεβεί από το λεωφορείο ή να αλλάξει θέση, γιατί κάθε φορά που μουλωχτά κοιτούσε στον καθρέπτη, το βλέμμα του βυθιζόταν στο πλούσιο μπούστο της, με αποτέλεσμα όπως είπε, για να χαζεύει το θέαμα της σέξι πιτσιρίκας, να μη μπορεί να οδηγήσει...

Την εξομολόγηση που ακολουθεί την παραθέτω ανώνυμα. «Πνίγομαι από σκέψεις που βαραίνουν τη διάθεση μου. Είναι μια περίοδος που δυσκολεύομαι αφάνταστα να χαλαρώσω. Μέσα μου τα κουτιά παραπόνων έχουν φουλάρει, δεν αντέχουν πλέον ούτε καν το βάρος ενός φτερού. Πετάω στο πάτωμα μαζί με το όποιο χιούμορ, τα βιβλία που υποψιάζομαι ότι φλυαρούν, απομονώνομαι ακόμη και από όσους με συγκινητικό ενδιαφέρον ρωτούν πώς, τι, γιατί».Αυτό που σου προκαλεί «φαγούρα» μπορεί να είναι μια αποτυχία, μια ατυχία, μια προδοσία, κάτι που το βιώνεις άσχημα, αλλά και μια ιδιαίτερα έντονη επιθυμία (πόθος) για κάτι. Λογικά αποφεύγεις να αγγίζεις ό, τι «σε αποσυντονίζει». Όταν υποστείς μια βλάβη, δεν θέλεις να έχεις καμιά επαφή με το παρασυρμένο κομμάτι του εγκεφάλου που υποφέρει, όπως δεν ανέχεσαι ούτε το πιο λεπτεπίλεπτο και ακριβό ύφασμα σε ένα δέρμα που γέμισε εξανθήματα και σε φαγουρίζει... Απασχολείς το νου με άλλα. Αν δεν σε εξιτάρει η συλλογή γραμματοσήμων, υπάρχει η μουσική, τα dvd, τα ευλογημένα βιβλία, η παρατήρηση πουλιών και αν είσαι οδηγός εν ώρα υπηρεσίας, μπορείς να δοκιμάσεις να μετρήσεις πόσους σκύλους συνάντησες στη διαδρομή, σκέψεις εποικοδομητικές όπως εκδρομή με τη θεία Αριστέα για να αποκτήσεις προβάδισμα από τους λοιπούς κληρονόμους και γενικά ό, τι μπορεί να σε απομονώσει. Δεν αποτελεί λύση να εξαφανίσεις αυτόν που θεωρείς αιτία του κακού σου. Αύριο θα ξανάρθει με άλλο πρόσωπο. Ο ποιητής το είπε «Όπου κι αν πας η πόλη θα σε ακολουθεί». Το πρόβλημα είναι εντός σου.

Όσοι είναι «αλλού», αναγνωρίζονται, κυρίως από την καλή διάθεση να φανούν ευγενικοί, επιδιώκοντας να αποφύγουν την περαιτέρω ενασχόληση μαζί τους. Κάποιοι στα όρια της κατάθλιψης τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί να χρειαστεί να δώσουν εξηγήσεις, να ξεσκεπάσουν τη κατσαρόλα που βράζει. Εξαιρουμένων των κατά φαντασίαν βαθυστόχαστων και των «κατά πριγκίπισσα με το ρεβίθι» χτυπημένων, μέσα στο πλήθος, αν προσέξεις, θα τους παρατηρήσεις να εκτελούν επιμελώς τα καθήκοντα τους, να αγχώνονται, αλλά ως εκεί. Τι κουβαλάνε, τι ποθούνε, τι υπάρχει κλεισμένο στη καρδούλα τους, οι ίδιοι τα ξέρουν. Για να ξεχαστούν, μπορεί να μπαινοβγαίνουν στην κόλαση μα αρνούνται να καταδικάσουν τη ρημάδα την κοινωνία ή την πόρνη την τύχη τους.

Ο Γερμανός μπρος στα ορμέμφυτά του προέταξε αλόγιστα το κατά ανάθεση θλιβερό του καθήκον. Τι υψηλή συναίσθηση του ρόλου και πόσο χαμηλή αντίληψη της αξίας του ανθρώπου! Με πόζα και εντελώς υποκριτικά το πρόβλημα μεταφέρεται στον άλλο, τι φοράει, πώς είναι η σωματική του διάπλαση. Και αν είναι συνάδελφος, αν είναι η ένοικος του διπλανού σπιτιού, το πρόσωπο που μας αναστατώνει, τι πρέπει να συμβεί… Κοντός ψαλμός αλληλούια! Τον κοινωνικά αξιοπρεπή βιαστή Παπαχρόνη τον προκαλούσαν οι γυναίκες με το ντύσιμο και τα τακουνάκια τους. Θρίαμβο φαυλότητας της υποκριτικής κοινωνίας μας, αποτέλεσαν οι χιλιάδες επιστολές κατανόησης που παρέλαβε κατά τη διάρκεια της φυλάκισης του.

Θεωρώ ύβρη που κάνει τη λογική να σφαδάζει, αυτόν που παραπονιέται ότι: επειδή του την σήκωνε κάποια εντός του περιβάλλοντος εργασίας (είχε βυζάρες η κυρία), δεν μπορεί να αποδώσει, γι αυτό απαιτεί να φύγει. Αν μοιάζει υπερβολικό το περιστατικό και άλλης, «κρύας» νοοτροπίας (εδώ θα είχαν πεταχτεί τα μάτια του Έλληνα έξω), αναλογικά για τη ντόπια ηθική «φταίει» η χ καλλίπυγος νεαρά που «επειδή κουνήθηκε» παρασύρθηκε ο ερίτιμος ανήρ. Πολλοί συμμερίζονται παρόμοιες κουλαμάρες.

Αν θέλετε να μάθετε τι έγινε στη συνέχεια, οι υπεύθυνοι των λεωφορειακών γραμμών, στρεψόδικα, αντί να απολύσουν τον ξινό, με ένα πρόχειρο μακιγιάζ δικαιολόγησαν απόλυτα τη στάση του… «Απαγορεύεται κατά οιονδήποτε τρόπο να αποσπάται η προσοχή του οδηγού από το καθήκον». Αναρωτιέμαι πόσο θεμιτό και τι προσφορά στην ανθρωπότητα θα ήταν η ανάθεση στη ρώσικη μαφία να καθαρίσει κάτι τέτοιους ηλίθιους...

Αλλιώς τι;
Να επικρατήσουν οι στυφοί και οι χαλβαδόμυαλοι;
Θέλει μια φιλοσοφική διερεύνηση το ζήτημα…
Ένας βλάκας, είναι ένας βλάκας,
αυτοί που τον δικαιολογούν όμως είναι και επικίνδυνοι

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2007

Σαν τη Χαλκιδική πουθενά!

Ο ιδανικός προορισμός: η Χαλκιδική είναι ένας επίγειος παράδεισος, με μικρούς κολπίσκους, εκπληκτικές παραλίες, βράχια με απόλυτα λείες επιφάνειες, πεύκα που μπαίνουν μέσα στη θάλασσα και συνθέτουν ένα πανέμορφο σκηνικό. Αυτά λένε τα «αφιερώματα» και οι «οδηγοί επιβίωσης»... Απόλυτα κατανοητό ότι οι ξένοι (=μη Θεσσαλονικείς) δικαιούνται να ταΐζονται κουτόχορτο αλλά οι δικοί μας...

Σαν τη Χαλκιδική πουθενά: Τα σαββατοκύριακα το παθολογικό σύνδρομο των Θεσσαλονικέων είναι η Χαλκιδική. Μέγα μυστήριο της ζωής πώς ένα σωρό συντοπίτες μας, σε οποιοδήποτε παράδεισο μέσα στην επικράτεια και αν βρεθούνε στο τέλος θα πούνε την περίφημη πλέον ρήση που εκθέτει τη νοημοσύνη μας: σαν τη Χαλκιδική πουθενά...

Χρυσές αμμουδιές, σπάνια ομορφιά: Στις εξαιρετικά πολυσύχναστες παραλίες πας για να πάρεις μάτι την ομορφιά από κωλαράκια που έντεχνα μέσα σου εύχεσαι να ανήκουν στην ιδιοκτησία κάποιας που ιδανικά είναι sex-symbol, μουγκή, κουφή και ορφανή. Αλλιώς θα πρέπει να υποστείς τη σαχλαμάρα της, πως χθες στη διπλανή ξαπλώστρα ήταν η «παιρνωπίπες» εκφωνήτρια και πως στον Γρηγόρη τον γλυκούλη την έπεσε η ξανθηνινί παρουσιάστρια. Αντίστοιχης ιδιοσυγκρασίας συναισθήματα προκαλούν και οι λεμέδες με το βλέμμα «είμαι γλυκοτσούτσουνος» που φουσκώνουν επιδεικνύοντας τους κοιλιακούς που έχτισαν στα γυμναστήρια.

Δεκάδες ανεξερεύνητες μεριές: Αν για σένα το πιο εκνευριστικό πράγμα είναι οι παραλίες που βουλιάζουν από κόσμο, αν προτιμάς αντί για οφθαλμόλουτρο στους εγώ-παγώνι, μια πιο ειδυλλιακή γωνιά, γιατί ΑΓΑΠΑΣ τη θάλασσα, κάπου έχεις σταμπαρισμένη μια καβάντζα. Αλλά από κάπου θα σκάσει μύτη για μπάνιο οικογένεια που θα τσιροκοπάει η μάνα και ο Γιωργάκης θα κάνει τα νεύρα σου τσατάλια, ενώ αν περισσεύει θράσος θα σε πλησιάσουν για παρατήρηση γιατί κουβαλάς το σκύλο στη θάλασσα, γιατί είσαι γυμνός, γιατί…

Κορυφαία φιλοξενία: Αν δεν ανήκεις στους κατέχοντες τα εξοχικά αλλά στους έχοντες (θεωρητικά) περιθώρια να επιλέξεις τη διαμονή σου τότε θα νοικιάσεις ένα δωμά, που ο ιδιοκτήτης νομίζει ότι πρέπει να του πληρώσεις το στάβλο σαν «να χωρά 7 νομά». Αν καταλήξεις σε μια ξενοδοχειακή μονάδα έχεις σοβαρές πιθανότητες να σε αντιμετωπίσουν με ύφος «εγώ ρε τιποτένιε κωλοέλληνα, δεν θα έπρεπε να ήμουν εδώ να σε σερβίρω» Και αν όλα αυτά δεν σου τύχουν ή δεν τους δίνεις σημασία για να μη σου χαλά η διάθεση, εκεί που ιδανικά ξεφεύγεις κολυμπώντας, όλο και κάποιος μαλάκας με φουσκωτό ή ταχύπλοο θα τριγυρίζει.

Μικρά γραφικά ταβερνάκια: Αν εξαιρέσουμε αυτά που κρατάμε εφτασφράγιστο μυστικό από την πλέμπα, η πλειοψηφία έχει ποιότητα ΑΑΑΑΑΑ (ξεφωνητό που θα έβγαζε ο μέσος πολίτης αν ήξερε τι τρώει). Μόνη ελπίδα το σούρουπο να στρώσεις με μερικά ποτά που θα ξεφτιλίσουν την κρίση και θα επιπεδοποιήσουν τη μνήμη. Κωλύομαι για περισσότερα.

Χιλιάδες Θεσσαλονικείς ξέρουν: τι σημαίνει επιστροφή. Αν αμφισβητείς το νούμερο μπορείς να τους μετρήσεις περπατώντας. Τα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα που παραμένουν εγκλωβισμένα στο οδικό δίκτυο της Χαλκιδικής έχουν τη δυνατότητα να κινηθούν, με 15 πόντους το λεπτό... Αλλά δεν είναι ευγενικό να χαμογελάς σαρδόνια επειδή εσύ έχεις μηχανή και προσπερνάς τόσα απελπισμένα πρόσωπα. Η ερώτηση που παραμένει αναπάντητη είναι: αφού όλοι έχουν γνώση τι σημαίνει επιστροφή, προς τι τόση απόγνωση;

Και γιατί πάμε Χαλκιδική: Οι φίλοι μου λένε γιατί είναι η γειτονιά μας, η επιλογή της καρδιάς μας, η αυλή των χρωμάτων που πάντα γυρνάμε, ένα μίγμα από αναμνήσεις και συγκινήσεις. Στιγμές, βλέμματα, τσακωμούς, ενδοσκοπίσεις, χαβαλέ, ξενοιασιά, που όσα χρόνια κι αν πέρασαν όσοι παρείσακτοι και να έχουν εισβάλει, έχει γεμίσει τις μνήμες μας.

Η καλύτερη απάντηση: την έδωσε μια φίλη, «ορισμένα μέρη και ορισμένους ανθρώπους τα έχω εγγεγραμμένα μέσα μου στην αρχική τους αίσθηση και κατά τρόπο αναλλοίωτο κάθε φορά προσέρχομαι σΆ αυτά με τη χαρά της πρώτης συνάντησης. Βρίσκω σε αυτά κάτι αρχετυπικά δικό μου κι είμαι σχεδόν τυφλή στις όποιες αλλαγές».

Και η προσωπική μου άποψη: Η Χαλκιδική είναι η προσωρινή είσοδος σε περίοδο διακοπών και η εβδομαδιαία έξοδος από την καθημερινότητα και τις ενοχλητικές σκέψεις. Μέσα της κρύβονται όλα αυτά που μας έχουν λείψει: το γέλιο, η ένταση και όλο το ραβαΐσι που κορυφώνεται τα βράδια. Αλλά πάνω από όλα θα ήμουν άθλιος, αν αποσιωπούσα ότι έχει τις καλύτερες αναλογίες στη Ελλάδα. Στατιστικά για κάθε χίλιους που αράζουν σε μια παραλία αναλογούν 20 που κολυμπάνε στη θάλασσα!

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2007

...της Πάρνηθας

(των ομόλογων, της ομάδας και τα αποκαΐδια του εαυτούλη μας)

Κάψανε την Πάρνηθα και έγινε χαμός… Πρώτο θέμα σε ειδήσεις, σε εφημερίδες, στην τηλεόραση, στη μπλογκόσφαιρα, η αυθόρμητη κουβέντα σε παρέες. Περιβαλλοντολόγοι, οικολόγοι, χτυπούνε τον κώδωνα, αραδιάζουν τις καταστροφές, όλοι με έκδηλη αγανάκτηση αποκαλύπτουν την ανικανότητα των υπευθύνων, οργίζονται, αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες.
Στην Αθήνα. (Γιατί, εδώ στη Θεσσαλονίκη, τα 500 χλμ απόστασης, φιλτράρουν ενδελεχώς τις καταστάσεις.)

«Μη μου τη λες για την Πάρνηθα…» με έκραξε χθες ένας γνωστός «…γιατί θυμάμαι και πόσο ζοριστήκαν οι Αθηναίοι, όταν καιγότανε το Σέιχ Σου. Μήπως όταν πέρυσι τυλίχτηκε στις φλόγες η Χαλκιδική δεν άκουσα από ένα χαιρέκακο ανθρωπάριο να λέει: Εμείς δεν έχουμε εξοχικά στη Κασσάνδρα». Ο σοφός λαός ακριβώς την ώρα που ξεχνά τον αρχαίο πολιτισμό, θυμάται τη βουκολική καταγωγή του και αναφωνεί: «μακριά από τον κώλο μας, κι όπου θέλει ας είναι». Αυτό που αποκαλύπτει μια φυσική καταστροφή, πέρα από το απογυμνωμένο τοπίο, είναι πως κάπου μπάζει ο πολιτισμός που ευαγγελιζόμαστε. (Η τρύπα μαντάρεται με τα νήματα της ψευδοηθικής.)

Το καταφανέστατο σκάνδαλο με τα ομόλογα αντιμετωπίζεται με τον αντίλογο του ηλιθίου, «…ξεχνάτε τι κάνατε εσείς τότε με το χρηματιστήριο»!!! Μια λογική που ουδείς ντρέπεται να χρησιμοποιήσει. Κινδυνεύει μια ομάδα από χρέη στο δημόσιο; Υπάρχει η απαίτηση να χαριστούν τα χρέη, γιατί έτσι έκαναν και σε άλλες ομάδες σε προηγούμενες εποχές! Χυδαιολογεί η αντιπολίτευση; Δικαιώνεται να χυδαιολογεί και η κυβέρνηση, εστιάζοντας στην πρωτοφανούς ανοησίας δικαιολογία, ότι… ο άλλος ξεκίνησε πρώτος! (Η κουλτούρα της χώρας σε νηπιακές επιδείξεις.)

Και όλα αυτά τα καταπίνουμε εντελώς φυσικά, όπως ακριβώς στα απάτητα βουνά φύεται η ρίγανη, το θυμάρι και στις πλαγιές ευδοκιμούν τα κωνοφόρα. Όλοι θέλουμε να αναπνεύσουμε την άγρια μέντα, να πλουτίσουμε ή να ξεφύγουμε από συνέπειες και νομίζουμε ότι αυτή τη στάση δικαιώνουν κάποιοι γνωστοί-άγνωστοι με τις πράξεις τους. Γιατί υπεύθυνοι μπορεί να είναι η αναλγησία της κυβέρνησης, οι προηγούμενοι, η ανικανότητα της πυροσβεστικής, ο πρόεδρος της ομάδας, ο γείτονας, η αντιπολίτευση, το δεδομένο είναι ότι φταίνε πάντα οι άλλοι! (Εκπαιδευόμαστε με τη κουλτούρα του «δεν φταίμε εμείς».)

Ξεσηκώνονται οι δήμοι στην περιοχή των οποίων προβλέπεται να εγκατασταθούν οι νέοι ΧΥΤΑ, απειλούν, κόπτονται για την προστασία του τόπου τους και… υποδεικνύουν τον διπλανό νoμό για να μεταφερθούν τα σκουπίδια. Η επικρατούσα πολιτική αντίληψη τι λέει; Να στείλουμε «δικούς μας» βουλευτές στο κοινοβούλιο να προωθήσουν τα συμφέροντα της «δικής μας» περιοχής. Ισχυρισμός που προβάλλεται ανερυθρίαστα από τα τοπικά μέσα. (Η κουλτούρα του εαυτούλη μας…)

Τι θα έκανες αν είχες τη δυνατότητα να αποκτήσεις ένα ταπεινό εξοχικό, μια μεζονέτα ή μια βίλα με πισίνα, κάπου σε ένα δάσος από έλατα για να πεταρίζει η αισθητική σου, μαζί με φιδαετούς, παπαδίτσες, καρδερίνες και σπίνους; Τι θα έκανες, αν αντίστοιχα σου προσέφεραν, ένα οικόπεδο παραθαλάσσιο, λίγο παράνομο κι αυτό, για να εγκατασταθείς, να συλλογίζεσαι τα βράδια και να αγναντεύεις τα γλαρόπουλα; (Χωρίς αγοραστές δεν υπάρχουν πωλητές.)

Κανείς δεν αμφιβάλει ότι οι έχοντες την οικονομική άνεση θα έπεφταν με τα μούτρα στο φιλέτο. Κάπου κοντά, θα εγκατασταθεί, ένας γείτονας να καταπολεμήσει την οικομοναξιά μας. Μη παραξενευτεί μετά κανείς αν κάποιος ξύπνιος δημόσιος λειτουργός της περιοχής, θα έχει αύριο καμιά πρωτοποριακή ιδέα πολυκαταστήματος εντός του δάσους με ντόπια προϊόντα! (Το να κάνεις «σόπινγκ» μέσα στο πευκόδασος είναι μαγεία.)

Οι «φυσιολάτρες», απαντούν με τον κομπασμό του όχι, «ποτέ δεν θα εκμεταλλευόμουνα το δάσος», αλλά δε γίνονται πιστευτοί, γιατί στην πραγματικότητα ξέρουν ότι ποτέ δεν θα έχουν τη δυνατότητα να το αγοράσουν. H λέξη «δάσος» μπορεί να αντικατασταθεί με «την εφορία», «την ευκαιρία να ξεχωρίσεις, να τα αρπάξεις» κοκ. (Οι πολίτες διαλέγουν αυτούς που θα τους κυβερνήσουν και το κράτος είναι τόσο ηθικό ή ανήθικό, τόσο βάρβαρο ή πολιτισμένο, μικρονοϊκό ή ευφυές, δίκαιο ή άδικο, όσο και οι μονάδες του.)

Το θέμα είναι διαβολικά απλό όσο και το ερώτημα:
«Αν ήσουν αόρατος θα λήστευες μια τράπεζα;»
(Οι απαντήσεις, που στη συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκονται στα αποκαΐδια της Πάρνηθας, χαρακτηρίζουν το τσουρουφλισμένο ποιόν της μάζας των σημερινών Ελλήνων.)

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2007

Άνθρωπος = εκδικητικό ζώο

(«Σου τα έλεγα εγώ, τώρα καλά να πάθεις!»)

Πάνε 25 χρόνια από τότε αλλά το θυμήθηκα πρόσφατα. Ήταν Κυριακή απόγευμα στη μεγάλη επιστροφή από Χαλκιδική, στον παλιό το δρόμο με τις δυο λωρίδες κυκλοφορίας. Με την τρέλα της ηλικίας και μπροστά στην σχεδόν ακινητοποιημένη ουρά, βγήκαμε στο αντίθετο ρεύμα και αρχίσαμε να καταπίνουμε τα χιλιόμετρα. Όταν στο βάθος του δρόμου εμφανίστηκε ένα λεωφορείο, όπως ήταν λογικό, επιχειρήσαμε να επανέλθουμε στη λωρίδα μας. Και εκεί συνέβη το εξής εκπληκτικό. Σχεδόν όλοι οι νομιμόφρονες οδηγοί με φρένο - γκάζι προσπαθούσαν να αποτρέψουν την επαναφορά μας, στο δε μεγαλύτερο άνοιγμα που υπήρχε, ένα Opel με μια χαρακτηριστική μανία, στην προσπάθειά του να μας εμποδίσει, κόντεψε να πέσει στο μπροστινό σταματημένο όχημα. Αποτράπηκαν τα χειρότερα χάρη στην ετοιμότητα του λεωφορειοδηγού που κατάφερε, πατώντας έγκαιρα φρένο, να σταματήσει σχεδόν ένα μέτρο μπροστά μας. Βγήκαμε έξω, η θείτσα από το Opel ανέβασε βιαστικά το παράθυρο και με έκδηλη ευχαρίστηση ενώνοντας τις άκρες των δαχτύλων από το δεξί χέρι έκανε μεγαλοπρεπέστατα την κίνηση από το ύψος του λαιμού προς την κορσεδένια κοιλίτσα της βελάζοντας ένα «ωχχχ καλά να πάθετε».

Μια παρέα από 20χρονα ήμασταν που κάναμε πολλαπλά λάθη στην απόπειρα να γνωρίσουμε, να αντιδράσουμε, να δοκιμάσουμε. Μπορεί την εποχή εκείνη να φερόμασταν ανόητα ή να υπήρχε κάποιος λόγος που βγήκαμε στο αντίθετο ρεύμα για να προσπεράσουμε όλη αυτή την ουρά. Οι άλλοι οδηγοί ενσυνείδητα και με φανερή προσπάθεια εμπόδισαν την απόπειρα να επιστρέψουμε στο ρεύμα μας. Ακόμη αναρωτιέμαι αν έπρεπε να σκοτωθεί κάποιος προς τέρψιν της νομιμοφροσύνης. Από τότε αυτό το «καλά να πάθεις» το συναντώ συνέχεια μπροστά μου.

Πρόσφατα στην τηλεόραση παρακολουθήσαμε το βίντεο από το βασανισμό δύο «αλλοδαπών» κρατουμένων ( η «μη ρατσιστική» κοινωνία μας φροντίζει να έχει σχεδόν πάντα κάποιον διαχωρισμό για τους παραβάτες, αλλοδαπούς, τσιγγάνους, αλλόθρησκους, ψυχολογικά ασθενείς, αναρχικούς, σατανιστές). «Γιατί πήγατε να κλέψετε τη γυναικούλα ρε;», ακουγότανε μια φωνή και ξεκινούσε το παιχνίδι με τα σκαμπίλια. Αντίστοιχα και το θύμα όταν παρουσιάστηκε στην οθόνη δεν μπορούσε να κρύψει την ηδονή του... καλά να πάθουν... Και αναρωτήθηκα πόσο εκδικητικά τέρατα μπορούμε να γίνουμε;

Αιώνες ιστορίας έχουν να επιδείξουν την οπισθοδρόμηση του πολιτισμού με τις συγκεντρώσεις του πλήθους για να παρακολουθήσουν τον εξευτελισμό αυτού που, κατά τους κοινωνικούς νόμους, έσφαλε ή πήγε ενάντια στις συνήθειες της εποχής. Και όπως σε αρχαία αρένα έτσι και σήμερα στην τηλεόραση συγκεντρώνεται το πλήθος να παρακολουθήσει την αποπομπή, τον ηθικό ξυλοδαρμό. Η αθώα άκακη γυναικούλα, ο συμπαθητικός γεράκος, ο φιλήσυχος οικογενειάρχης λυσσάει για εκδίκηση, μοιάζει να δικαιώνει την ύπαρξή του, όταν ακούει τις ποινές που επιφυλάσσονται στους παραβάτες.

Τι στα αλήθεια κρύβεται πίσω από την ψυχοπαθολογία του «καλά να πάθεις» και γιατί κυρίως στο πιο φιλήσυχο αλλά και ψευδεπίγραφο κομμάτι της κοινωνίας προκύπτει μια αγαλλίαση από την τιμωρία του άλλου... Το «καλά να πάθεις» έχει εφαρμογές σε κάθε σελίδα που γυρνάς, όταν παίρνεις μια απόφαση. Ο φίλος, ο συγγενής που σου έλεγε μην αντιδράς, μη διεκδικείς, μην ανοίγεσαι επαγγελματικά, μην επιθυμείς, μη ρισκάρεις, μην επεκτείνεσαι, μη διαμαρτύρεσαι, μην κάνεις κάτι νέο, μην ταράζεις τα νερά, μη μη... αισθάνεται δικαιωμένος μόνο μέσα στη αποτυχία σου. Στα έλεγα εγώ, τώρα καλά να πάθεις. (Χαζός είμαι εγώ που κάθομαι στ αυγά μου;)

Εάν αυτή η εμπάθεια δεν είναι παθολογικό σύμπτωμα, τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε πως η χολεριασμένη αντίδραση είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπινου γένους. Και εάν δεν είναι έμφυτη, τότε είναι επίκτητη. Το καλοσυνάτο θύμα αν είχε τη δύναμη, θα αυτοδικούσε με πάθος και αγανάκτηση. Έπραξες λάθος, πρέπει να υπάρξει τιμωρία. Αιώνες πολιτισμού και διδαχές θρησκειών εν ριπή οφθαλμού καταρρίπτονται, αν σου πάρει ο άλλος το παρκάρισμα, αν σου φάει τη θέση στη σειρά. Απώλεια και τιμωρία. Εκπαιδευόμαστε με γνώμονα την απώλεια του χαμένου παραδείσου και την τιμωρία της κόλασης.

Και όταν στέκεις παραπέρα ως απλός θεατής, τι στερείσαι εσύ όταν ο άλλος αποτύχει ή σφάλει; Τίποτε απολύτως. Απλά δεν υπάρχει πουθενά χώρος για επιείκεια, αγάπη, για μια αγκαλιά. Μετά την πρώτη αντίδραση βέβαια, όταν αρχίσουν οι πληγές να τρέχουν και εμφανίζονται οι συνέπειες από το αίμα που ζητεί το πλήθος, τότε που ο θύτης γίνεται θύμα του συστήματος, πέφτουν και τα πρώτα κροκοδείλια(;) δάκρυα συμπαράστασης.
Βαθιά μέσα όμως, έχει ριζώσει για τα καλά εκείνο το «καλά να πάθει».

Τρίτη 12 Ιουνίου 2007

Αυτά που σε αποξενώνουν πάντα θα σου γλυκομιλάνε



Μια ήπια πτώση από την κυριακάτικη εξόρμηση με μηχανές με κρατάει εσώκλειστο με τα νεύρα να τριγυρνάνε απρόσκλητα πάνω από το κεφάλι μου, αναζητώντας θέμα για να γράψω. Όταν δεν έχεις κέφι, είναι μαρτύριο. Ψάχνεις αφορμές, αναζητάς να κλέψεις λέξεις, αλλά το αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές είναι άθλιο.Δεν ήθελα να το ζορίζω πολύ, προτίμησα να κάνω ανακωχή και με αφορμή την έκθεση βιβλίου στην παραλία είπα, με έπαρση, θα ξεπετάξω τη σελίδα, γράφοντας για τα αγαπημένα βιβλία και μέσα στην επικαιρότητα θα είμαι. Κατανόησα πού έμπλεξα μόνο όταν κατέβασα καμιά 50αριά από τη βιβλιοθήκη και για ένα σχεδόν τρίωρο χάθηκα στις σελίδες τους, σε υπογραμμίσεις, ψάχνοντας κάποια αγαπημένη παράγραφο, ή αναζητώντας την ηδονή να ξαναδιαβάσω ένα κεφάλαιο. Η απόσταση από τη χρονική στιγμή της ανάγνωσης λένε κάνει καλύτερη την κρίση. Απλοϊκή σκέψη! Μόνο το μάτι δεν χορταίνει! Πώς να διαλέξεις, σε πόσα να περιορίσεις τη μεροληψία σου; Πόσα να αδικήσεις, όταν τα αγαπημένα τρίζουν από το βάρος τους…

Αποξενώνεσαι, έλεγε η μάνα μου, δεν με προσέχεις έλεγαν οι σχέσεις μου. Πώς να απορρίψω όλα αυτά που με μεγάλωσαν, να κάνω πως δεν βλέπω τα κολλητάρια μου; Και τα βράδια σε ποιες σελίδες να χωθώ αν σήμερα τις περιφρονήσω; Και στρεψόδικα, αποφάσισα να γράψω τουλάχιστον για όσα κατέβασα. Μια κραυγαλέα περίπτωση, που για να μη προσβάλεις τις μνήμες σου κάνεις την αδυναμία να επιλέξεις να μοιάζει συνετή. Κανονικά υπολόγιζα πως θα αράδιαζα μερικούς τίτλους και καθάρισα. Αλλά πώς να παραθέσεις ξερά έναν τίτλο και να μην πεις μια κουβέντα, να αντιγράψεις δυο λόγια, να υμνήσεις τον συγγραφέα που γουστάρεις, να εστιάσεις στα ιδιαίτερα γνωρίσματα. Πώς να εξηγήσεις γιατί, ενώ εσένα μπορεί το στομάχι σου να γίνεται κόμπος, στον παραδίπλα μπορεί να προκαλεί βαρεμάρα. Ξεκινώ χωρίς κάποια σειρά και αξιολόγηση παίρνοντας από τη στοίβα ένα στη τύχη:

Το «Κάστρο της μνήμης» (Καστανιώτης) είναι ένα λογοτεχνικό μνημείο προς τιμήν της Ελλάδος, έγραψε η LE MONDE. Ένα βιβλίο για τη διαφύλαξη της συλλογικής μνήμης των Ελλήνων, της ταυτότητας και της γλώσσας γράφει με σοβαροφάνεια στο οπισθόφυλλό του το δελτίο τύπου. Λέω ότι διαβάζεται, συγκινεί και σε κάνει να ζηλεύεις που δεν ήσουν εκεί, ένα από τα παλικάρια του Κώστα Μπέκα, στο μικρό και άσημο Παλιόκαστρο, να πάρεις μέρος στη μάχη. Ο ίδιος ο συγγραφέας, ο Άρης Φακίνος το θεωρεί το σημαντικότερο έργο του μέχρι σήμερα.

<Το δικό τους δένδρο είχε έξη ορόφους και ήταν πάνω στην Αγίου Δημητρίου. Τρύπα ευρύχωρη με δύο δωμάτια και ένα σαλόνι σαν χελιδονοφωλιά… Εκεί για χρόνια ένας γερο-καθρέφτης τους έλεγε ψέματα, όταν τον ρωτούσαν αν υπάρχει πιο όμορφο μέρος στον κόσμο έξω από τη φωλιά τους.> Βορειοελλαδικός ο χώρος, Μακεδονία, Θεσσαλονίκη. Ισίδωρος Ζούργος «Στη σκιά της πεταλούδας». Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για τους αποτυχημένους. Επέλεξα να το κάνω μέσα από ένα ιστορικό μυθιστόρημα….

«Σύνδρομο αγοραφοβίας» (Καστανιώτης), Κωστή Παπαγιώργη. Διανοούμενος, συγγραφέας, αιρετικός, αιχμηρός, στοχαστής, όλα στον υπερθετικό βαθμό… Η πέμπτη σελίδα του σαββατιάτικου «Επενδυτή», ο οπαδός-αρθογράφος του αθηναϊκού Lifo, και η πρώτη σελίδα για να διαβάσεις στο Αθηνόραμα. Αλκοολίκι για τους φανατικούς οπαδούς του η γραφή του. Αριστουργήματα τα βιβλία περί μέθης, ζήλειας, τη φιλία, για τους νεκρούς, τον πόλεμο. Διάλεξα το συγκεκριμένο, γιατί ήταν αποκαλυπτικό σε μένα για τον συγγραφέα που η ζωή του διόλου δεν απέχει από τη σκέψη του.

Ο Μάνος, η Αριάγνη, ο Γαρέλας, η Μπατ, η Έμμη, ο Αδάμ, ο Αβδουλμετζήτ, η μαυλιστική αφή ενός γυναικείου στήθους, οι νερατζιές, η Αλεξάνδρεια, το ταβερνάκι στο Επταπύργιο, τα μενεξελί μάτια της Λαίδη Νάνσυ, το χέρι μου να ξεχαστεί αν ποτέ σε ξεχάσω Ιερουσαλήμ, ο Μαχητής, η Λέσχη, οι κομμένες κεφαλές, ο Γιούνες, το ζικρ, τα λα Ιλλάχα ιλλ Αλλάχ, η Ελληνική Ταξιαρχία, το Ανθρωπάκι... Αν κάποτε έμπαινε το άθλιο δίλημμα να κρατήσω μόνο ένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη μου, με κλειστά τα μάτια θα διάλεγα από την τριλογία του Τσίρκα, Ακυβέρνητες πολιτείες «Η Λέσχη», «Αριάγνη», «Νυχτερίδα» (Κέδρος). Κάποιος φίλος με χλεύαζε όταν έλεγα ότι τα έχω διαβάσει πάνω από 7-8 φορές και όταν τα δάνεισα κάποτε σε μια πρώην αγαπημένη κι άκουσα ένα ανόητο σχόλιο εννόησα γιατί δεν με ενόχλησε που έγινε πρώην.

Συνεχίζονται την επόμενη εβδομάδα

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

τα σαλιγκάρια βγαίνουν εκδρομή



Άγνοια ή αυθάδεια;
Τρία σαλιγκάρια μου κόβουν το δρόμο.
Σαδιστικά μπαίνω σε ένα πειρασμό να διαψεύσω το μέλλον τους! Έτσι που τα βλέπω κατάκοπα με ελκύει να γίνω θεός στα μάτια τους, να τα σηκώσω από τη μέση της διαδρομής και να τα ακουμπήσω σε ασφαλή άκρη. Αραγε κάνανε την προσευχή τους σήμερα; Δαγκώνω τη γλώσσα μου που το σκέφθηκα... Οι καλύτερες μέρες είναι πάντα αυτές που ένα αόρατο χέρι προσφέρει ό, τι δεν περιμένεις, έχοντας προηγηθεί αέρας να φυσά, βρόχη και ύστερα πάλι ήλιος. Τι άλλο να είναι αυτές οι μέρες, παρά ένα χάδι στα ακάλυπτα μέρη του κορμιού, ένα κάψιμο και μια γουλιά που ξεδιψά. Μια ανάσα από χείλη που κολλήσανε στο λαιμό, γιατί εχθρεύονται τις λέξεις.

Όταν οι λέξεις τρέχουν στο κεφάλι μου ανταγωνιστικά ποια θα βγει πρώτη, βάζοντας τρικλοποδιά η μια στην άλλη, μπερδεύονται και γίνονται μυστήριο τραίνο. Τι αγένεια... θα μπορούσαμε όλοι μαζί να συνταξιδέψουμε σε ένα τραίνο, να χαϊδευόμαστε, βράδυ ξάπλα σε κουκέτες ποτισμένες από τη μυρωδιά μας. Τι σημασία έχει πού θα φθάσουμε το πρωί, ονειρεύομαι... Έτσι είναι! Έχουμε τα μάτια ανοιχτά, μπορεί να μιλάμε άρρυθμα, άστοχα, αλλά ονειρευόμαστε μεθοδικά σταθερά και με ρυθμό. Μαζεύουμε αναμνήσεις στο κεφάλι, ενώ οι αισθήσεις γίνονται ένα προστατευόμενο πάρκο, καταφύγιο για άγρια χάδια. Κάνουμε βόλτες μήπως και κάτι μετακινηθεί -όπως παλιά βαρούσαμε ένα μηχάνημα να ξαναπαίξει- ελπίζοντας να ξαναφέρουμε κοντά αυτά που ζήσαμε, άσχετα μεν και μακρινά με το περιβάλλον, κοντινά δε των συναισθημάτων μας. Άλλοτε πάλι τραβάμε για σημαδεμένες γωνιές. Δεν γίνεται στη Θεσσαλονικη πρωί Κυριακής να μην πίνεις τον καφέ στα ψηλά και ας άλλαξε θέση το μαγαζάκι. Παραμένουν οι ίδιοι γείτονες.

Όποιος κατεβαίνοντας από τα κάστρα κοιτάξει στο βάθος, πριν τη στροφή του νοσοκομείου, θα πέσει αυτές τις μέρες πάνω σε μια ανοιχτή τρύπα στο τοιχάκι που περικλείει τα νεκροταφεία. Δεκάδες μνήματα από μάρμαρο ξεχωρίζουν από μακριά, στέκονται αναποφάσιστα, δεν ξέρεις πώς θα αντιδράσουν σαν τους σκάσεις το παραμύθι ότι στα μέρη τους κατευθύνονται κάτι σαλιγκάρια που πεθύμησαν λίγη γαλήνη. Κάποια μέρα πρέπει όπως κατεβαίνω φουριόζος, να περάσω μέσα, να μπερδευτώ μαζί με την στρατιά, να μη ξεχωρίζω, να περπατήσω ανάμεσά τους, να δείξω πως πέρασε και ο δικός μου παλιός φόβος. Πού έφθασε όμως και τι πήρε μαζί του, τι απέμεινε, μόνο μια βόλτα θα απαντήσει.

Λίγο πιο πάνω, στο μπαλκόνι μου, τα γιασεμιά φέτος κρατάνε μυρωδιά για το βράδυ που επιστρέφω και άνθη εδώ και δυο βδομάδες, Τα λεμόνια σε μέγεθος ελιάς, είναι πράσινα. Δεν κρύβω τη χαρά μου, όποιος έρχεται τον σέρνω να του δείξω τους μικρούς καρπούς. Αναρωτιέμαι πώς τα κατάφερα, αν τους έλεγα καλές κουβέντες, αν έδινα υποσχέσεις ποιες ήταν αυτές και πού αλλού έχουν εφαρμογή. Προσπαθώ να θυμηθώ, ποια περισευούμενη έγνοια τα αγκάλιασε από πέρσι που τέτοια εποχή τα κουβαλούσα. Και αυτά, άντε καλά είναι καλοζωισμένα, τα άλλα όμως ποια έγνοια τα τρέφει και ένα δέντρο ξεπηδάει μέσα από το αμίλητο τοιχάκι των κοιμητηρίων, ένα άλλο φυτρώνει λίγα μέτρα παραπάνω στα πλευρά του αρχαίου τείχους; Πόση διάθεση ζωής κρύβει ένας σπόρος που με αυθάδεια ξεπήδησε από τη λάσπη που ενώνει δυο πέτρες ένα μέτρο πάνω από το έδαφος; Περνώ από εκεί καθημερινά, κουβαλώντας χέρια, πόδια, κορμό, αλλά φευ, το κεφάλι το αφήνω συνήθως κάπου ξεχασμένο μέχρι να καταλάβει πόσο απέχει από το καπέλο του μάγου (αυτού που βγάζει κουνέλια και περιστέρια, από μέσα).

Αναζητώντας αφορμές για σενάρια φυγής και οπτικές απάτες, κατέληξα πως αν δεν σου βγαίνει η ταχυδακτυλουργία στην καθημερινότητα θα βραχείς! Γιʼ αυτό παράτα τα προσωρινά και δοκίμασε τα οπτικά σεργιάνια χρησιμοποιώντας την απόλυτα μαγική λέξη: «Εκ-δρο-μή», «εκ–δρο–μήη»! Όταν ρυθμικά την επαναλαμβάνεις ακόμη και τα σαλιγκαράκια υπακούν. Είναι η συμφερότερη οδηγία προς ναυτιλομένους που κάπου χάσανε τον προορισμό.

Νέα πορεία: Με μηχανές κάπου για Χαλκιδική, με ενδιάμεσους σταθμούς για μπουγατσούλα και καφεδάκι και μετά ανάβαση στα στροφιλίκια του Χολομώντα, για να καταλήξουμε σε παραλίες που ο βυθός μας ζεσταίνει. Μέχρι την τελευταία στιγμή βέβαια πάντα παίζει να τραβήξουμε και κατά Όλυμπο μεριά, στα ψηλά, για να μαζέψουμε όσο πιο πολύ ήλιο μπορούμε! Εκεί κάναμε από το χειμώνα ονειροσχέδια να μαζευτούμε όσοι ζούμε σκόρπια, για ένα καλοκαιρινό πάρτι αυστηρά για χαμογελαστούς ανθρώπους. Κλειδώνουμε υποσχέσεις και πάμε οδικώς στη Lisbon με συνεπιβάτες μεγάλα χαμόγελα που ξέρουν να χορεύουν και να τραγουδούν. Έτσι! Μια και ζούμε μόνο για μια φορά, να ξέρουμε τουλάχιστον ότι κάναμε όλα τα λάθη, πριν αποκαλυφθούν ποιά ήταν τα σκάρτα. (Πριν την εκδρομή πρέπει να θυμηθώ να φωτογραφίσω τη λεμονιά και να πάρω μια λάγνα γαρδένια)...

Τετάρτη 23 Μαΐου 2007

μέρος 2ο / Θεσσαλονίκη : έγινε Βλαχούπολη, οδεύει προς Βλακούπολη

(η σχετικότητα της λογικής και η πρακτική της ασχετοσύνης)

Σήμερα το φρούτο που ευδοκιμεί εν αφθονία στην πόλη είναι οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι (κατηγοροποιoύνται σε ιδεαλιστές και αμοραλιστές). Έχοντας γίνει καχύποπτοι με όσους κινούνται ανιδιοτελώς επιθυμώντας να προσφέρουν στην κοινωνία, μέσα μας, υπόγεια δουλεύει το «και εσύ τι θα κερδίσεις;». Για τους άλλους δεν υπάρχουν αμφιβολίες, επιδιώκουν προσωπικό όφελος, βουλευτιλίκια και άλλα εξίσου κερδοφόρα σπορ. Τέσπα. Άπαντες όμως ανιδιοτελείς και μη, έχουν σοβαρούς λόγους να παράγουν δημόσιο έργο. Το προσωπικό συμφέρον τέμνεται από το συλλογικό, οπτική πασιφανέστατη ακόμη και για μωρούς! Ακόμη και έτσι κουτσά-στραβά η δουλειά θα μπορούσε να γίνει. (μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα θα κάνουν άλλωστε...)

Όσοι κατοικούν στη Θεσσαλονίκη βιώνουν πως εδώ επικρατεί κατά κράτος η σχετικότητα της λογικής και οι άσχετοι. Ο κουνιάδος, ο ανιψιός, η Μαίρη της Κατίνας και ο Γιωργάκης που μας ψήφισε και πίνει νερό στο όνομά μας θα πάρει τη θέση. Τώρα, αν είναι ζαβός ο Γιωργάκης δεν έχει σημασία, ποιος γαμεί τα περί αξιών, γνώσεων, επιπέδου και άλλα κοινότυπα. Εδώ κυριαρχεί πολύ ισχυρή η οθωμανική παράδοση, το ρουσφέτι... Σου κάνω χάρη και μου χρωστάς. Έτσι στη διανομή θέσεων δεν μετράνε τα μεταπτυχιακά ούτε ή άριστη γνώση του αντικειμένου αλλά ο βαθμός υποταγής και πιστής του τοπικού πτηνού οσφυοκάμπτης. (Οι ημιμαθείς είναι οι πλέον αλαζόνες)

Επιτρέψτε μου να ισχυριστώ πως ουδείς θέλει το κακό του, πολύ περισσότερο οι αρμόδιοι που θέλουν να δείξουν και λίγο έργο. Μόνο που μέσα από μια προσωποπαγή νοοτροπία έρχονται σε κόντρα με το ίδιο τους το συμφέρον, αδυνατώντας να αντιληφθούν πως τα αξιώματα δεν μοιράζονται σε «ημέτερους» αλλά στους άριστους. Χρήματα υπάρχουν αλλά γίνεται κατασπατάληση σε συμμέτοχους. Έτσι δημόσια έργα καταστρέφονται, γιατί είναι παραμελημένα και άλλα που μόλις έγιναν είναι για τα ανάθεμα. Προγραμματισμένες μελέτες είναι για να παίζουν το ρόλο βεντάλιας. Οι επιλογές γίνονται όχι με βάση τις ανάγκες της πόλης, αλλά σύμφωνα με την κομματική γραμμή. Σε οράματα θα ήταν μέγιστη ύβρις να αναφερθούμε. (μια και μιλάμε για επιλογές των υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών)

Κάτσε ρε μάγκα, θα μπορούσε κάποιος να πει, δημοκρατικά εξελέγησαν όσοι εξελέγησαν, τι έγινε; Από τι πάσχουν οι Θεσσαλονικείς; Υπάρχει συλλογική τύφλωση; Διανοητική ανεπάρκεια ή αισθητική αποχαύνωση; Καμία ηγεσία δεν έχει, ούτε θα είχε την κοινωνική διεισδυτικότητα που έχει, αν δεν είχε κάποια μέσα στήριξης, προπαγάνδας και διεμβολισμού της κοινωνίας. Και αυτά φυσικά είναι τα Μέσα Μαζικής Ε(ξ)ημέρωσης. Ο λαός γύρω για τον οποίο κόπτονται άπαντες, έχει εικόνα του τι γίνεται, αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει από τα τοπικά μέσα επικοινωνίας, εφημερίδες, κανάλια, ραδιόφωνα, περιοδικά. Η αρθογραφία είναι που επιτρέπει ή απαγορεύει τα πολιτικά σαλτανάτια, αυτή ελέγχει την τοπική εξουσία. Ο ψύχραιμος αναγνώστης, όμως, πέρα από σπόντες και επιφανειακές προσεγγίσεις δυσκολεύεται σήμερα να βρει δημοσιευμένα, τα κακώς κείμενα και όσα δεν γίνονται, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων (πρόσωπα των ΜΜΕ που τρίζουν τα δόντια τους σε όσα απροκάλυπτα υποκαθιστούν τη λογική).

Και ένα σχετικό και άσχετο παράδειγμα: Γνωστός δημοσιογράφος ελάλησε προ λίγων μηνών, «Κάτι λείπει μέσα από το περιοδικό σας!» (πολλά, λέμε εμείς, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος). «Η στήλη κριτικής πάνω σε μαγαζιά, που έχουν άλλα περιοδικά....». Αράδιασε το βιογραφικό του και απαρίθμησε τις γνωριμίες (αυτή η μαγική λέξη) που τρόπον τινά ήταν τα διαπιστευτήριά του. Στην ερώτηση σε ποιους θα τα «χώσει», ποιους θα κάνει «ρόμπα», η απάντηση που λάβαμε ήταν «Μα σε αυτούς που δεν είναι πελάτες μας». Κοινώς, όσους δεν μας τα ακουμπάνε έμμεσα ή άμεσα... Λογική που εφαρμόζεται κατά κόρον. Γραφικοί, σχεδόν φαιδροί τύποι, επωφελούμενοι προσωπικά από τα κείμενά τους, διαμορφώνουν αισθητική και φρόνημα, γεμίζοντας τον εγκεφαλικό φλοιό του αναγνώστη σκατά. (Κάποιοι μοιράζουν τα φύλλα στην τράπουλα και κάποιοι εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία...) Πάρκαρα τη μηχανή πλάι στο πεζούλι από το ανάκτορο του Γαλέριου. Την πλατεία Ναυαρίνου τη λατρεύω, διότι εκτός του ότι έχει τα πιο συμπαθητικά καφέ, πανόστιμες κρέπες και μούρλια παγωτά μηχανής κάνεις χάζι και όλα τα επαρχιωτόπουλα που βάλανε τα χρυσά τους, τα λιλιά τους και κατηφορίζουν για παραλία. Λίγα μέτρα πιο πέρα μια παρέα χαρντροκάδες καλαμπουρίζουν με κάτι πανκιά. Περνάω ανάμεσά τους και πιάνω ότι κάνουν κουβέντα για την υποθαλάσσια!!! Εδώ χτυπάει η καρδιά της πόλης που γεννηθήκαμε, που αγγίξαμε και μέσα στην αγκαλιά της ερωτευτήκαμε πρώτη φορά, η κοσμική, η αλανιάρα, που έχει παρεξηγηθεί! (...και επειδή την αποκάλεσαν «νύμφη» του Θερμαϊκού κάποιοι εννόησαν ότι πρέπει να τη σοδομήσουν)

Υ.Γ. Δυστυχώς, πολλοί από αυτούς που διαμαρτύρονται αντιπολιτευτικά είναι εξίσου χυδαίοι, γιατί πλειοδoτώντας σε λαϊκισμό, το κάνουν καραδοκώντας με τη σειρά τους να βουτήξουν στο μέλι.