Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2007

Σκέψεις μολυσμένες με την ασφάλειά μας

«Είναι επικίνδυνο να ζεις με ασφάλεια (Νίτσε)»

Μείζον κοινωνιολογικό θέμα αποτελούν τα αποτελέσματα έρευνας εφημερίδας που αποκαλύπτει πως 6 στους 10 Έλληνες πιστεύουν πως οι κάμερες παρακολούθησης σε δημόσια σημεία περισσότερο προστατεύουν, παρά καταπατούν τα ατομικά και πολιτικά μας δικαιώματα. Δεχόμαστε λοιπόν με λεπτότητα και υπαρξιακό θράσος (φρικαλέος συνδυασμός) η προσωπική μας ζωή να «παραβιάζεται» προκειμένου να «προστατευτούμε» με το σαρδόνιο επιχείρημα πως «όποιος δεν έχει κάτι να κρύψει, δεν έχει και τίποτε να φοβηθεί».

Αυτό το επιχείρημα το άκουσα από δημόσια χείλη και εκείνη η φορά που αγνάντευα χαμένος στις σκέψεις μου, στη νέα παραλία στο ύψος της Αριστοτέλους. Επειδή δεν τους ενέπνεε η διάθεσή μου ως περιπατητής κάτω από τη βροχή, με οδήγησαν στην ασφάλεια για να διαπιστώσουν την ταυτότητά μου, παρά τις διαμαρτυρίες μου.

Τα επιχειρήματα υπέρ της βιντεοκαταγραφής και σε δημόσιους χώρους, είναι η αποφυγή των τρομοκρατικών ενεργειών και ο περιορισμός της εγκληματικότητας. Αυτή η παρακολούθηση όμως δεν έχει αποτρέψει τους εγκληματίες να εισβάλουν στις τράπεζες, τα κτίρια δηλαδή που σε τελική ανάλυση είναι αυτά που παρακολουθούνται κατά κόρον από κάμερες!

Και αν σκεφτεί κανείς το αλησμόνητο ότι (ξανά) ξεκίνησε η φιλολογία να γεμίσουμε με κάμερες τους δημόσιους χώρους όταν συνέβη το τρομοκρατικό χτύπημα στην αμερικανική πρεσβεία, το πιο καλά φυλασσόμενο κτίριο στην Ελλάδα, με φρουρούς και με κάμερες(!!!). Δηλαδή πόσες παραπάνω χρειάζονται; Μόνο γέλια θα προκαλούσε αυτή η φαιδρή νοθεία της νορμάλ σκέψης αν δεν έκρυβε κάποιους σοβαρούς κινδύνους.

Οι φιλήσυχοι πολίτες δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα επιμένουν όσοι υποστηρίζουν τη δημόσια καταγραφή μας (οι φιλήσυχοι εργαζόμενοι που δεν απεργούν, οι φιλήσυχοι φοιτητές που δεν διαμαρτύρονται, οι φιλήσυχοι χριστιανοί που δεν αντιδρούν, αυτοί που δεν «μπλέκονται»). Καλλιεργείται και θεωρείται μαγκιά το να «μη μπλέκεις», μια υποταγή, μια σιωπηλή αποδοχή, μια ροή χολής του στιλ «άκου που σου λέω εγώ να κάτσεις ήσυχος γιατί….» κάτι που διόλου δεν σχετίζεται με μια ελεύθερη κοινωνία. Αναπτύσσεται μια φοβία και μια ανασφάλεια και επιβραβεύεται ως καλός πολίτης ο αδιάφορος, ο απομακρυσμένος που έντεχνα και μοιραία παραχωρεί κυριολεκτικά στην τύχη, κομμάτια της ελευθερίας του. Αναρωτιέμαι με ρίγος αν τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να ζούμε υπό επιτήρηση. Αν θα καταγράφονται πόντοι εναντίον μας όταν συνομιλούμε δημόσια ή συναναστρεφόμαστε με «ύποπτα» άτομα, μελαψούς, Αλβανούς, απεργούς, απόβλητους και όλα τα εξιλαστήρια θύματα. Σκέψεις μολυσμένες με την «ασφάλειά μας».

Το θέμα δεν είναι η καταγραφή αλλά ποιος βλέπει αυτά τα προσωπικά δεδομένα. Στη βαθμολογία διαφθοράς στην ΕΕ είμαστε σχεδόν πρωταθλητές, μόνο η Πολωνία μας περνάει! Οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι μηχανισμοί καταγραφής συνήθως αυτονομούνται (για να διασφαλισθεί η αντικειμενικότητά τους) αλλά δύσκολα ελέγχονται. Το πιο τρανό παράδειγμα για το πώς ασφαλίζονται τα «απόρρητα» που καταγράφονται είναι ένα βίντεο που τράβηξε δημόσια κάμερα και σήμερα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Η τακτική σε καταγράφω, σημαίνει σε ελέγχω καθημερινά, να με φοβάσαι. Με φόβους όμως δεν λειτουργεί η διαδικασία της ελεύθερης σκέψης. Και τείνει να προσομοιωθεί ένα δημοκρατικό με ένα δικτατορικό καθεστώς όταν ο κάθε πολίτης είναι ύποπτος μέχρι απόδειξης της αθωότητάς του.

Και με ενοχλεί αισθητικά αν και ουσιαστικά σε κατώτερο επίπεδο, όταν πριν δυο περίπου χρόνια έγινε σχεδόν επανάσταση από τον Τύπο, την τηλεόραση και τον κάθε πικραμένο, με τις κρυφές κάμερες στα δωμάτια ξενοδοχείων που τραβούσαν υλικό από ζευγαράκια παράνομα και μη. Ξεσηκώθηκε σχεδόν το σύμπαν να διαμαρτύρεται για την παραβίαση της ατομικής ελευθερίας, (μέσα από το δικαίωμα να πηδάω στα κρυφά τη γυναίκα του γείτονα). Με ενοχλεί όχι βέβαια γιατί είμαι βράχος ηθικής, αλλά γιατί ξεσηκώνονται διαμαρτυρίες για όσα κοντόφθαλμα αντιλαμβανόμαστε, σχεδόν υπερασπιζόμενοι την ελευθεριότητα, ενώ παρακολουθούμε αδιαμαρτύρητα την ατομική μας ελευθερία να οδεύει σε ζόρικες διαδρομές…

Υ.Γ. (Η Μεγάλη Βρετανία έστησε τις περισσότερες κάμερες ανά κάτοικο από οποιαδήποτε άλλη χώρα: 50.000 στα λεωφορεία, 6.000 στο μετρό, 8.000 στους δρόμους, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα της ασφάλειας των πολιτών της. Αλλά το ίδιο το υπουργείο Εσωτερικών της, με επίσημη έκθεσή του μετά από ειδική επιστημονική μελέτη, αναγνώρισε ότι τελικά η μείωση της εγκληματικότητας ήταν σχεδόν ανύπαρκτη).

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2007

Και όμως, ανάμεσα και σέ δύο αργίες υπάρχει ζωή


(περιμένει να της δώσεις ένα φιλί ρουφηχτό για να ζωντανέψει)

Ο Φώτης, ο γιατρός μου, επιμένει να με φορτώσει αντικαταθλιπτικά. «Κανείς μας δεν θα ξεφύγει!» λέει και συμπληρώνει χαριτολογώντας: «Όποιος έχει μια στοιχειώδη μόρφωση, μια οπτική περισκοπική και δεν τσιμεντάρισε τις διόδους της καρδιάς χρειάζεται τεχνική κάλυψη». Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε για τα γιατροσόφια του και επίσης ότι, αν και κυκλοφορεί στις λεωφόρους του νου η μανία «να το ρίξω έξω», εμείς τις αργίες θα τις περνάμε αμφότεροι εσώκλειστοι.

Τα χείλη που χαμογελάνε μʼ αρέσουν, τα μάτια που σπινθηροβολούν με αιχμαλωτίζουν, αλλά τα καταναγκαστικά σουαρέ σε ιμιτασιόν ταβέρνες με διάχυτη μια επίπλαστη χαρά, αντιγραφή της τηλεοπτικής φλυαρίας με αηδιάζουν. Συνήθως αιωρείται ως καταναγκαστική η προτροπή «να περάσουμε καλά». Δεν θέλω να διαφέρω, αλλά δεν μπορώ να μην υπερασπιστώ τη κοινή λογική απέναντι στην κατάχρηση αυτών που μαγαρίζουν επιδειχτικά τις ζωές μας. Η σύνδεση γίνεται ευθέως με την παρεκτροπή. Τα νοσοκομεία(!) φουλάρουν μετά τις γιορτές καθώς άπαντες ρίχνονται με τα μούτρα σε φαγητά, ποτά, με δίψα οδοιπόρου που βάδιζε για μέρες σε έρημο

Καθηλωμένοι στο σπιτι, αποξενωμένοι από το να κατανοήσουμε τον διπλανό μας, οι περισσότεροι κοιτάζουμε άπραγοι με τις ώρες την τηλεόραση να βαράει το ντέφι. Πουθενά το νόημα της γιορτής, μόνο επικεφαλίδα στο πρόλογο. (Αν παρακολουθήσει κάποιος την ενημέρωση, θα διαπιστώσει ότι από τα πιο σημαντικά θέματα της εβδομάδας ήταν τα ατελείωτα «γλέντια», τα «έλα σε μένα μπαρμπα, εδώ η καλή καθαρά Δευτέρα»). Ηθελημένα ή όχι το αποτέλεσμα είναι η πολτοποίηση της σκέψης, μια σάλτσα συναισθημάτων, μια εξοικίωση με όσα ασήμαντα μας περιβάλλουν και ένα ορθόδοξο σπρώξιμο σε θλιβερές μαζώξεις που στριμώχνεσαι, ποδοπατιέσαι και αναγκάζεσαι να αναπνέεις τη δυσωδία του δίπλα, που «το ʼριξε έξω». Αυτό ονομάζεται γιορτή, παράδοση... Παρά-δοση της φαντασίας είναι, μια και δεν βρίσκω να υπάρχει ζωντάνια στους εκτροχιασμούς παρά μόνο χυδαιότητα. Ουδεμία σχέση με απόδοση τιμών ή με διονυσιακές πανδαισίες.

(Επικράτησε κατά κράτος, η χαρά να πηγάζει από τα αποκτήματα. Και όσα επιθυμητά είναι άυλα, συναισθήματα, ιδέες, πίστη, για να γίνουν κατανοητά σε ανθρώπους που ελαφρώς έχουν κατάπτωση αξιών, να μετατρέπονται σε μονάδες εμπορεύσιμες, να υποβάλλονται επιθυμίες καθʼ υπόδειξη, ισοπεδώνοντας σχεδόν τα πάντα.)Ακόμη και στο πιο αντιεμπορικό συναίσθημα, την αγάπη (ούτε αγοράζεται ούτε πουλιέται) μπήκε μπάρκοντ. Μέσα σε 25 χρόνια επιβλήθηκε στη πατρίδα του Αριστοτέλη μια τεχνητή γιορτή (Άγιος Βαλεντίνος) που δημιουργεί τζίρους στην αγορά. Στη Ελλάδα που η μυθολογία της έχει ένα θεό Έρωτα, μια θεά Αφροδίτη... Επιδεικνύεις την αγάπη σου με δώρα, για να αποδείξεις την ανιδιοτέλεια των συναισθημάτων σου… Αν δεν παραλάβεις το δώρο σου, περίπου γίνεσαι δυστυχής, αφού δεν έχεις έναν σύντροφο, αυτό που πιστεύεις πως έχει σχεδόν το υπόλοιπο του πλανήτη. Πώς να συμμετάσχεις στη χαρά των άλλων; Αποτέλεσμα στις 14 Φεβρουαρίου να είναι η ημερομηνία που στατιστικά γίνονται οι περισσότερες απόπειρες αυτοκτονίας

(Πώς περνάει κάποιος από συμμέτοχος στη γιορτή σε παρατηρητής; Μήπως σε αντικατάσταση μιας ζωή που δεν ζω, ικανοποιούμαι βλάσφημα με την παρακολούθηση της; Ίσως φταίει ότι κοιμάμαι ελάχιστα με πολλές διακοπές.)

Και μετά τη γιορτή τι;
Μετά επιστροφή στις αλυσίδες μια γκρίζας καθημερινότητας με ροζ αναλαμπές. Ο θάνατος μια αδήλωτης πόρνης, της Ανν Νικόλ Σμιθ, η επίσκεψη μιας πρώην πορνοηθοποιού της Τσιτσιολίνα, το ροζ τρίγωνο με τον διευθυντή του ΙΚΑ, τα πρώτα θέματα. Και βέβαια ηδονίζει το μπανιστήρι στην ξένη κλειδαρότρυπα. Aναμονή για την επόμενη αργία που «νόμιμα» θα ξεδώσουμε (όλοι μαζί).

Δεν έχω ύπνο και χαζεύω κείμενα περιτριγυρίζοντας στο δίκτυο. Τυχαία πέφτω πάνω σε ένα μπλογκ από την Κύπρο, με τίτλο: «Όλα είναι του μυαλού και η παντρειά της τύχης» http://drakouna.blogspot.com/ που έχει μοτο το «Οι άλλοι ας πάνε στην Ελβετία, στο Λος Άντζελες, στον Άγιο Μαυρίκιο, στο τρίγωνο των Βερμούδων. Εμείς θα ζήσουμε σε μια άσχημη πόλη και θάʼ μαστε ευτυχισμένοι».

Κοιτάζω από το μπαλκόνι.
Είναι συγκονιστική η θέα του υγρού φεγγαριού, πλάι στα φωτισμένα καράβια.
Συγκινούμαι χωρίς κάποιο εμφανή λόγο.
(Να πώς γίνεσαι ρεντίκολο όταν πλαντάζει η καρδιά σου).