Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2005

Μια χιλιοπαιγμένη ιστορία

«Μικρόψυχα τσογλανάκια...»,
μουρμούριζα καθώς κατέβαινα την Καρόλου Ντηλ θολωμένος από οργή. Ο κρύος αέρας δρούσε ευεργετικά για το ξέσπασμά μου. Πριν λίγα λεπτά, ατυχώς και άθελα μου, βρέθηκα ανάμεσα σε ανθρώπους του «χώρου», δημοσιογράφους και πολιτιστικά φωνασκούντες, από το σινάφι των εντύπων. Αυτοί που περιφέρονται μ' ένα ποτό και μπλαζέ στιλ, χτίζουν ίματζ και πουλάνε μούρη.

Ήταν η μέρα που στα χέρια μου κρατούσα τα καινούρια τεύχη του CITY210, του περιοδικού που ξεκινήσαμε στην Αθήνα. Δεν είμαι τόσο αφελής, ώστε να περιμένω αυθόρμητα κάποιος δημοσιογράφος ή κάποιος από περιοδικό γενικώς ή άλλο μέσο μαζικής επικοινωνίας να μας ευχηθεί καλή επιτυχία, καλή δύναμη ή ό,τι άλλο λένε. Ήμουν όμως, σχεδόν σίγουρος ότι τουλάχιστον αντί της μικρότητας των συναισθημάτων θα υπερισχύσει η επίφαση του πολιτισμού, μεταφραζόμενη σε μια στοιχειώδη ευγένεια...Στη γέννηση του παιδιού σου, τι σόι άνθρωπος πρέπει να είναι κάποιος για να περιφρονήσει τη χαρά σου; Όταν ανοίξεις την πόρτα του σπιτιού σου και καλέσεις τον γείτονα, πόσο λίγος μπορεί να είναι για να σου τονίσει πόσα άλλα θαυμάσια και υπέροχα σπίτια γνωρίζει; Και όταν κάποιος παίρνει στα χέρια το αποτέλεσμα του μόχθου σου και τον δεις να κιτρινίζει και επιδεικτικά να το αφήνει στην άκρη χωρίς να ανοίξει καν την πρώτη σελίδα, τότε αυτός πώς ονομάζεται;

Κλειστά στόματα, κλειστά μάτια και αυτιά, αυτά των «παιδιών της Θεσσαλονίκης» μπροστά στο ξεκίνημά μας. Ίσως όμως είναι προς τιμήν μας. Κι ας είναι η πρώτη φορά που ένα έντυπο της γενέθλιας πόλης μας ανοίγει τα φτερά του, καλώς ή κακώς, έξω από τα όριά της. Την ώρα που η Θεσσαλονίκη δέχεται την εισβολή του νότου, μια προσπάθεια μετοίκισης ξεκινάει, όχι σε μια άλλη τυχαία ή υποδεέστερη πόλη αλλά στην... πρωτεύουσα. Χαιρόμαστε, και μια χαρά όταν τη μοιράζεσαι είναι διπλή χαρά. Αντ' αυτού, όμως, βλέννες και σιωπηλή αναμονή για το πότε θα γίνει το στραβοπάτημα. Χαιρέκακα, ακρωτηριασμένα από τους νευρώνες ανθρωπάκια προσμένουν το πρώτο στραβοπάτημα για να πουν πόσο λυπούνται. Μόνο που η στάση αυτή τους αδικεί εν τέλει.

Σαν αμούστακο παιδί θλίβομαι που δεν αντιμετωπίζεται με χαρά η προσπάθεια για ένα βήμα μπρος, για ένα βήμα παραπάνω.Προσπαθώ να ξεκαθαρίσω τι είναι αυτό που με πλακώνει. Η πληγωμένη ματαιοδοξία που μου βγάζει περιπαιχτικά τη γλώσσα ή περισσότερο με εκνευρίζει η έλλειψη τακτ; Για να διευθετήσω τις σκέψεις μου, γωνία με Καλαποθάκη σταμάτησα σ' ένα συμπαθητικό καφέ να κεράσω στον εαυτό μου λίγες γουλιές.

Η ζωή είναι αλλού, κατά τον Κούντερα, όμως η ζωή γελούσε μπροστά στα μάτια μου. Στον γωνιακό καναπέ, δυο φιγούρες προοδευτικά και ανεπαίσθητα τράβηξαν τη προσοχή μου. Δύο ενήλικες που διακριτικά συναντήθηκαν σε μια γωνιά μαγαζιού. Στις κινήσεις τους παρατηρούσες την καθολίκευση της επιθυμίας. Σίγουρα οι θωπείες τους δεν έγιναν ακόμη ερωτική επαφή, η αμηχανία που έδειχναν τα άκρα βράβευε τον πλατωνισμό. Με συναισθήματα ανάμικτα σκεφτόμουν ότι αυτοί δεν προλάβανε να φθαρούνε, οι ματιές δεν μετάνιωσαν. Απαλά τα δάχτυλα του άγγιξαν τα μαλλιά της και τα χείλη τους έβαλαν ρότα το φιλί. Το φιλί του πάθους μετατράπηκε σε ενός λεπτού άγγιγμα πλάι στο στόμα. Οσμίζεσαι παντού μέσα στο καφέ την άνομη σχέση. Θεμιτή η ακολασία, σκέφτομαι, αν ο λόγος έχει βάση μια κλωστή που ενώνει χείλη με καρδιά.

Εκτεθειμένοι στα ξένα βλέμματα, εντούτοις ένιωθαν προφυλαγμένοι στη μακαριότητα ενός βουβού πάθους. Ολοφάνερα τα δυο σώματα διεκδικούσαν παράφορα το ένωμα και τους στεναγμούς. Το τάνυσμα του πόθου. Από «Μυστηριώδη έλξιν και αόριστον ψυχικήν συνάφεια», κατά Παπαδιαμάντη.Ξαφνικά, ένιωσα ευγνώμων απέναντι σε αυτό το ζευγάρι. Όσο παράξενο και να φαίνεται, αυτή η χιλιοπαιγμένη ιστορία, αυτή η απογείωση και ο ερωτισμός της φαντασίωσης, σχεδόν με συνέφερε και ενοχλήθηκα που επέτρεψα στον εαυτό μου να οργιστεί από μια νοσηρή στάση ζωής.

Πάντα κάποιοι θα αγοράζουν όμορφα σπίτια, γρήγορα αυτοκίνητα, θα κάνουν έρωτα, θα ταξιδεύουν, θα έχουν κάτι παραπάνω. Κάποιοι μοιράζονται τη χαρά τους, πού είναι το μεμπτό; Απλά στο ότι θα είναι οι άλλοι κι όχι εμείς. Στο χέρι το δικό μας είναι αν θα συμμετέχουμε στη χαρά τους ή αν με το υποσυνείδητο οργωμένο από τη στέρηση, μνησίκακα θα καταπίνουμε το δηλητήριό μας (μέχρι να το εκτοξεύσουμε) (εκτός και αν προλάβει να μας πνίξει). Το ανάστημα, η καταγωγή και ο πολιτισμός μας, υφαίνουν τη στάση που θα κρατήσουμε. Ψόγος άλλος ουδείς.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2005

Έξω από το Γεντί Κουλέ...

Αν κοιτάξεις από την παραλία και με κατεύθυνση βορειοδυτικά στο ψηλότερο σημείο της Θεσσαλονίκης, δεσπόζει το μεσαιωνικό κάστρο του Επταπυργίου, οι περιβόητες πάλαι ποτέ φυλακές, το Γεντί Κουλέ.

Αν και η καθημερινή μου διαδρομή ξεκινάει από εκείνη την περιοχή, σχεδόν ποτέ δεν χρονοτριβώ να το «κοιτάξω», όπως κάθε οικεία εικόνα. Έπρεπε να κοκκινίσει το φανάρι που οδηγεί στον περιφερειακό για να σταματήσω πίσω από ένα φορτηγό και ν' αναγκαστώ, αφηρημένα στην αρχή, να κολλήσω σ' εκείνο το σημείο.

Σ' ένα μισογκρεμισμένο κομμάτι του κάστρου, σχεδόν τρία μέτρα ύψος, και καμιά δεκαριά μέτρα κοντά σε 'μένα, εκεί που θα περίμενες προσωρινά να έκανε στάση κάποιο σπουργίτι, το πρωινό φως σημάδευε μια γεροδεμένη και ελαφρά σκυφτή πλάτη. Ένας άντρας, καθισμένος πάνω στο τείχος, με τη ράχη στραμμένη στο δρόμο και το βλέμμα καρφωμένο στις πρώην φυλακές, σήκωνε το αριστερό χέρι για να καπνίσει ένα τσιγάρο.

Το σενάριο που «έβγαινε» ως αυτονόητο έλεγε ότι ήταν ένας πρώην κρατούμενος. Παντού υπήρχε η όσμωση της παλιάς φυλακής. Αντίδραση στη δράση των αναμνήσεων. Κραδασμοί μιας αδράνειας πίσω από ό,τι έγινε, μέσα σε ό,τι πέρασε αλλά δεν έσβησε και που μεταβιβάστηκε μέσα στην ήμερη στάση του, στον τρόπο που έσκυβε, στην παγερή ακινησία του κορμιού του.

Κόλλησα... Τον παρατηρώ, μέρος του κάδρου κι εγώ. Μπροστά στο μάτια μου μια χαλκέντερη μορφή πεισματικά κοιτάζει τις μέρες που έζησε. Νιώθω να γυρίζει πίσω στρέφοντας ταυτοχρόνως την πλάτη στον παρόντα χρόνο. Μια έντονη συμπάθεια ασυναίσθητα κατευθύνεται προς αυτόν τον άγνωστο. Προσπαθώ να τιθασέψω όσα λάθρα τρύπωσαν μες στην ψυχή μου.

Ίσως είναι ένας ακόμη παραστρατημένος, παρασυρμένος, μπορεί κι ένας στυγερός δολοφόνος. Δεν με συγκινούν όμως αυτές οι διολισθήσεις του νου. Για κάποιους λόγους που δεν δύναμαι να γνωρίζω και πολύ περισσότερο να κρίνω, πέρασε κάποιους μήνες, μπορεί και χρόνια σε κάποιο κελί. Αποκλεισμένος από τους έξω, όσο ήταν μέσα, είχε χρόνο ατέλειωτο να παρατηρεί και να διασταυρώνει τους συλλογισμούς του. Έχω την εντύπωση ότι αυτό κι όχι ο εγκλεισμός ήταν το δικό του δράμα. Τα κορμιά φυλακίζονται, τα συναισθήματα δεν μπορούν να τα περιορίσουν οι κλειστές πόρτες και τα σίδερα.

Σήμερα επέστρεψε και είναι ένας άνθρωπος όπως όλοι εμείς, δηλαδή ψεύτης, βλάσφημος, λίγο δειλός, παρορμητικός, με μικρές αμαρτίες και μεγάλες παραβάσεις. Ικανός να δώσει και να πάρει τόση αγάπη όση αναλογεί στον καθένα μας.

Ο πρώην κρατούμενος επέστρεψε. Δεν άφησε σε κάποιο κελί τις μέρες και τις νύχτες που έζησε, γύρισε να δει, να αφουγκραστεί, να δοκιμάσει να βάλει κάτω τις αντοχές του, να παλέψει με την ψυχή και τους φόβους του. Για να θυμάται; Για να διαγράψει; Δεν ξέρω. Εμένα μου άρεσε που δεν ξέχασε. Ίσως και που έμαθε να στέκεται, να παρατηρεί και να σκέφτεται. Κι αυτό κανείς δεν μπορεί να το κλέψει, να το περιορίσει. Κανένα τοίχος και καμία φυλακή δεν φυλακίζει τη σκέψη.

Ενδόμυχα, τρομάζω στη σκέψη με πόση ευκολία παρασύρομαι από μια σχεδόν «ρομαντική» δυνατή και έντονη εικόνα με αναμοχλεύσεις συναισθημάτων και αναμνήσεων. Η προσωπική αλήθεια του καθενός εκτείνεται πολύ πέρα από τα όριά μου για να μπορέσω να την απορρίψω ή να την ενστερνιστώ.

Στέκομαι σχεδόν είκοσι λεπτά και τον παρατηρώ. Βυθισμένος στις σκέψεις του. Είναι ένας σαν και 'μας, δεν θα τον ξεχώριζα αν τον έβλεπα στη διπλανή παρέα. Μόνο που μοιάζει έτοιμος να πετάξει. Σκέφτομαι ότι ίσως οι πιο ελεύθεροι άνθρωποι να γεννιούνται μέσα σε κάποια φυλακή. Ένας από αυτούς μπορεί να είναι ο άντρας του Γεντί Κουλέ. Ένας από αυτούς που έμαθαν και καταφέρνουν καθημερινά να δραπετεύουν από τα τείχη τους.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2005

Καλλιτέχνα μου, μήπως είστε ψώνιο;

«Δεν μπορώ να σου περιγράψω την ηδονή να είσαι πάνω στη σκηνή και από κάτω να χειροκροτούν. Να βλέπεις στα πρόσωπά τους την ικανοποίηση γι' αυτό που ακούν και βλέπουν». (ΒΚ)

«Το μικρόφωνο γίνεται βαρύ. Πίσω από την οχλοβοή και την ορχήστρα ακούς μόνο τη φωνή σου και εντοπίζεις τα μικρά φάλτσα. Προσπαθείς να εφαρμόσεις όσα έμαθες στα μαθήματα τόσα χρόνια, ενώ κάποιος 60άρης σου πετάει λουλούδια και δεν ξεκολλάει τα μάτια του από τα πόδια σου». (ΜΚ)

«Θυμάμαι τα πρώτα Χριστούγεννα που έκανα στο μαγαζί, ήταν το μόνο μέρος όπου θα ήθελα να με βρει ο νέος χρόνος. Από τη μια ο κόσμος σαν μια τεράστια αγκαλιά, από την άλλη σκεφτόμουν τον πατέρα μου να κόβει τη βασιλόπιτα και να χωρίζει το κομμάτι μου, χωρίς να είμαι εκεί. Αλλοπρόσαλλο συναίσθημα». (ΣΤ)

Παρακολουθώντας τις εκπομπές για το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης εστίασα στους ερμηνευτές που φεγγαριάζονταν να πρωταγωνιστήσουν. Πειθαρχημένοι στο ρόλο τους, ξέχειλοι από αγωνία, έπλεκαν το εγκώμιο των διοργανωτών μιλώντας για τη μεγάλη ευκαιρία που τους δίνεται. Τα ίδια ακριβώς που έλεγαν παλιότερα και τα παιδάρια στο fame story. Ουδείς ψόγος. Άπαντες στοχεύοντας τον ίδιο σκοπό: Αναγνώριση - συμβόλαια - επιτυχία. Οι ποιοτικές διαφορές ανάμεσα στις διοργανώσεις αφορούν τους ειδικούς από το σινάφι. Οι συμμετέχοντες ψάχνουν για μια καλή συμφωνία με το διάβολο (στην περίπτωσή τους, Εταιρεία).

«Πέρασα όλη την εφηβεία μου μπροστά σ' έναν καθρέφτη. Ασχημόπαπο τότε, κοίταζα το είδωλό μου κι έλεγα στον εαυτό μου "Είσαι μια Θεά, είσαι μια Θεά". Αυτό μου έδωσε την αυτοπεποίθηση χάρη στην οποία έκανα όσα έκανα στη ζωή μου και στο τραγούδι». (ΒΚ)

Πώς να την κατηγορήσεις που στην εφηβεία της ξέκλεβε χρόνο για να μάθει τα τραγούδια και χόρευε μπροστά στον καθρέφτη για να βλέπει τα λάθη της και να τα διορθώνει; Αφού αυτή ακριβώς η στάση την οδήγησε στο όνειρο που έφτιαξε. Αν δεν έχεις ζήσει τη ζωή τους, πώς μπορείς να καταλάβεις τι θυσίες και κόπους χρειάστηκε να κάνουν για να μπορούν να βρίσκονται εκεί που είναι σήμερα;

Τι είναι τελικά αυτό που τους σπρώχνει; Τι τους κάνει να μη φοβούνται να εκθέσουν τον εαυτό τους αλλά αντίθετα ανυπομονούν να έρθει η στιγμή που θα έρθουν «αντιμέτωποι» με το κοινό; Είναι η κενότητα που οχυρώνει κάποιον ή η σιγουριά του ορκισμένου στρατιώτη να νικήσει; Η λάβα της δημιουργίας είναι που τους καίει ή το κάψιμο προέρχεται από τα φώτα, τη δόξα, τη φήμη, το χρήμα;

Βλέποντας φίλια πρόσωπα, διαβάζοντας συνεντεύξεις και παρακολουθώντας πορείες έχω μία και μοναδική απάντηση: Πρέπει να είσαι ψωνισμένος για να προχωρήσεις! Με τη φωνή σου, με τη μουσική που γράφεις, με την πάρτη σου. Να γουστάρεις, να σε γουστάρουν, γι' αυτό που κάνεις. Είτε είναι οι νότες σου είτε ο τρόπος που σέρνεις τα σύμφωνα και μπορείς να κάνεις το κοινό να ονειρεύεται. Να σε φτιάχνει το να σε βλέπουν πολλά μάτια ή να σε ακούν και να ασχολούνται μαζί σου. Κοινώς, να είσαι «ψώνιο». Αλλιώς μπορείς να καλλιτεχνίζεις μονήρης.
Καλλιτέχνης είναι όποιος αντέχει να βουτά από ψηλά. Τι χωρίζει άλλωστε την πτήση από την πτώση; Ένα φωνήεν μόνο. Οι λογικοί, οι μετρημένοι, οπισθοδρομούν ενώπιον του κινδύνου. Δεν οικοδομούν παλάτια στην άμμο. Μόνο κάποιος σαλεμένος, αλαφροΐσκιωτος από ημιμάθεια ή βαθιά γνώση επιχειρεί να τριποδίσει στο κενό για να βρει πέρασμα για τη νήσο των σειρήνων. Πετυχαίνει όποιος το θέλει πιο πολύ.

Από τη στιγμή όμως που δημοσιοποιείς αυτή την «απόπειρά σου» ενώπιον τρίτων, είτε προς τέρψιν του φιλοθεάμονος κοινού είτε προς προβληματισμό, περνάς τον Ρουβίκωνα όπως όλοι αυτοί που, νιώθοντας την αντίστιξη με τα μέσα τους, παλεύουν να πετύχουν τη σύζευξη με το όνειρό τους. Δεν είναι κακό. Και εν πάση περιπτώσει, όπως και να το κάνουμε, στη ζωή πρέπει να είσαι ολίγον τι ψώνιο για να πετύχεις.

Υ.Γ. Ευχαριστώ τους (ΒΚ) (ΜΚ) (ΣΤ) που μου μετέφεραν τις εμπειρίες τους.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2005

Υπάρχει ελπίς (;)

«Δώσατε με την παρουσία σας την πνοή της νεότητας και της ζωντάνιας, της φρεσκάδας και αδιάφθορης σκέψης σας...»... «είναι ζωντανές και ρηξικέλευθες οι απόψεις σας»... «οι νέοι μας βάζουν τα γυαλιά». Εγκωμιαστικά -και μόνο- σχόλια για τους εφήβους που ελάλησαν στη Βουλή. Συγχαρητήρια και κολακείες από τα μέλη της Βουλής των Ελλήνων για μια νέα γενιά που δεν αμφισβητεί τη παλαιότερη. Που καταγγείλει την ανεργία, λες και υπάρχει κανείς που την υπερασπίζεται, το ρατσισμό αλλά στρέφει με βδελυγμία το κεφάλι της στον κατώτερο Αλβανό, μιλάει για αλύτρωτες πατρίδες, υπεραμύνεται της πίστης μας - και μαθαίνει να ζητάει... Περισσότερα χρήματα για εκείνο για το άλλο, ό,τι κάνει δηλαδή κάθε συνδικαλιστική ομάδα, κάθε κόμμα.

Μια γενιά, που εγκλωβισμένη στα συστήματα εισαγωγής και στις εκπαιδευτικές πρακτικές αποστήθισης, σπρώχνεται να υιοθετήσει και τις υπάρχουσες απόψεις της ελληνικής κοινωνίας. Μια Βουλή των Εφήβων (στο υστερόγραφο φαίνεται ο τρόπος διαλογής /επιλογής τους) που είναι καθ' εικόνα και καθ' ομοίωση με τη Βουλή των Ενηλίκων. Ακίνδυνοι διαφωνούντες που φέρνουν κάτι από Λεβέντη (τον γνωστό καταγγέλλοντα πολιτευτή στο κανάλι...)Συγχωρήστε με αλλά βρίσκω άθλιους τους προβληματισμούς από όλα αυτά τα politicaly correct σχολιαρόπαιδα καθώς και τους αντίστοιχους πανηγυρισμούς... Και την άποψη αυτή σφραγίζει το χειροκρότημα της κοινωνίας μας. Αν αυτά αποτελούν τον ανθό της νεολαίας μας, τότε μια καλή συνταγή είναι χυλοπίτες Είναι ένα παιχνίδι που παίζαμε παλιά με την παρέα των ταξιδιών. Ξεχωρίζοντας κάποιους από το πλήθος λέγαμε «Αυτοί... αυτοί... τι σου θυμίζουν; ποιο φαγητό;» Νερόβραστο κολοκύθι χωρίς καν ούτε γραμμάριο από ρίγανη, δεντρολίβανο... έτσι για νοστιμιά. Δίαιτα ζωής.

Οι επαναστατικές ιδέες, η ποίηση, το ένα βήμα μπροστά, οι ανατροπές και οι ρήξεις δεν γίνονται με τις ευλογίες της κοινωνίας μας. Στο πρόσωπο κάποιων δύστυχων νέων που δόθηκε ο λόγος βρέθηκαν οι βαλβίδες ασφαλείας της χύτρας να ξεφουσκώσει η σούπα. Ντεμέκ μετέχουμε στην εξουσία, ακουγόμαστε. Ελεγχόμενος ατμός για να μην εκραγεί η κατσαρόλα. Να ξεθυμάνει το αυθόρμητο νεανικό πάθος. Το αίμα που βράζει να κρυώσει, πιο χλιαρό να γίνει, να πέσει η θερμοκρασία που καίει! Η βουλή των εφήβων διαφημίζεται γιατί είναι το βόλεμα των υπευθύνων. Είναι η ελεγχόμενη κριτική εντός ορίων που δεν αμφισβητεί τους θεσμούς αλλά τους αποδέχεται και λειτουργεί εντός τους. Αυθόρμητα τάσσομαι με τους άλλους και τις άλλες. Τους νέους που απέχουν από τα πανηγύρια και τις ομιλίες, που έχουν μια απέχθεια στη πολιτική, κάτι που είναι ελπιδοφόρο, αρκεί να μην αλλάξει σε απάθεια. Που απομακρύνονται και δημιουργούν. Παρέες, φιλίες, όρκους που θα πατήσουν. Αυτούς που απλά εννοούν τα λόγια τους τη στιγμή που τα λένε. Τα καλύτερα παιδιά απέχουν και δημιουργούν τον δικό τους κύκλο κάνοντας τα δικά τους λάθη.
Υπάρχει ελπίς.

ΥΓ1 Αντιγράφοντας από το site της Βουλής των Ελλήνων:" Κάθε μαθητής ή μαθήτρια που θέλει να συμμετάσχει, οφείλει να συντάξει γραπτή εργασία, στην οποία αναλύει ένα θέμα που το έχει βιώσει ή το αντιλαμβάνεται ως σοβαρό πρόβλημα του στενού προσωπικού ή ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. Οι γραπτές εργασίες αξιολογούνται από Καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης υπό την εποπτεία μελών της Επιτροπής του Προγράμματος της Βουλής των Εφήβων. Διευκρινίζεται ότι από κάθε εκλογική περιφέρεια της Ελλάδας επιλέγονται τόσοι Έφηβοι Βουλευτές όσοι είναι οι βουλευτές στο εθνικό κοινοβούλιο».Τα πράγματα λοιπόν δεν είναι τόσο χάλια Με τον τρόπο που αυτοί οι νέοι συλλέγονται, μόνο συμπτωματικά θα μπορούσαν να είναι η εικόνα της νεολαίας μας (οι συμμαθητές τους ποτέ δεν τους επέλεξαν).
Υπάρχει ελπίς

ΥΓ2 Κυριακή βράδυ μετά μια κουραστική μέρα με συναντήσεις, επαφές και ατέλειωτες διαβουλεύσεις, για να διώξω τα σύννεφα ανηφορίζω τον πιο όμορφο πεζόδρομο της Αθήνας. Μπλέκομαι με τα ασόβαρα πλάσματα που σουλατσέρνουν ξεκινώντας από την Ασωμάτων. Στο σκοτάδι, με θέα τη φωτισμένη ακρόπολη δύο ξωτικά αγκαλιάζονται. Στο επόμενο πλάνο τρία έφηβα τιτιβίζουν. Σκόρπιες κουβέντες τρε ζολί. Πέφτω επάνω σε δυο γερόντια που προχωρούν και θυμοσοφικά χαμογελούν, στο κουβεντιαστό ανάμεσα στα βήματα της αλληλοαφήγησης. Κι άλλα ξωτικά φευγάτα χοροπηδούν στο πλακόστρωτο με την εγκεφαλική τους μουσική να παίζει στη διαπασών την ώρα που οι δείκτες σχεδόν πλακώνονται στην πρώτη ώρα της Δευτέρας. Λίγα μέτρα παρακάτω η μοναχική κόρη με ρεμβώδη βλέμμα το σκότος ατενίζει, προς εκεί που η νοητή ευθεία δείχνει το αστεροσκοπείο... Μελαγχολική στάση σώματος με ελαφρά σκυμμένο το κεφάλι από μεγάλα βάρη... Μικρό μου... είθε να είναι αυτό το πιο βαρύ φορτίο σου.
Υπάρχει ελπίς

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2005

Τα μυστικά της δικής μας πόλης

Οι κάθε λογής επισκέπτες μέθυσαν από τα χαμόγελα και τους μεζέδες και αποκάλεσαν την πόλη μας ερωτική. Κρίμα που δεν ξέρουν ότι δεν υπάρχουν ερωτικές πόλεις παρά μόνο άνθρωποι που ερωτεύονται σ' αυτές.

Όπως γίνεται κάθε χρόνο έτσι και φέτος τα ρεπορτάζ και τα αφιερώματα για τη ΔΕΘ θα παρουσιάσουν μια γιορτή. Ένθετα στα περιοδικά με τα πιο in στέκια, τα πιο hot μαγαζιά, αυτά όπου συχνάζουν οι πιο όμορφες φατσούλες, μαζί με αποκαλύψεις και «μυστικά» της πόλης από «ανθρώπους που αγαπάνε και ξέρουν την πόλη εκ των έσω».

Όμως που ακούστηκε εραστής να περιγράφει τους μυστικούς διαδρόμους, τις σκιές και τα κύματα που ρέουν στο αιδοίο της αγαπημένης του. Οι πραγματικοί ερωτευμένοι με την πόλη έχουν το στόμα τους κλειστό. Γιατί αυτή είναι η πόλη μου, μια αγαπημένη. Ιεροσυλία η αποκάλυψη των μυστικών στους αδαείς. Μα και να στη δείξω πώς θα τη νιώσεις; Πώς μπορείς να δεις μέσα από τα μάτια τα δικά μου αν δεν είσαι δικός μου, ξένε ή ξένη. Θα κοιτάξεις αλλά δεν θα δεις παρά μόνο αυτά που διαφημίζουν οι δημόσιοι λειτουργοί. Και θα πεις «Δεν ήταν κι άσχημα...»

«Και τι να κάνω, πού να πάω, τι να δω» ξεπηδάνε οι αγωνιώδες ερωτήσεις του επισκέπτη. Πουθενά συγκεκριμένα, μόνο περπάτα! Απόφυγε τις βιτρίνες. Κοίτα ψηλά τα μπαλκόνια, χαμηλά το πλακόστρωτο, δεξιά και αριστερά τη ζωή. Σταμάτα στο δρόμο και πιάσε κουβέντα με έναν περαστικό. Από αγγίγματα θα μάθεις τι ομορφαίνει τη ζωή μας. Αγόρασε ένα παγωτό χωνάκι και άσε τη μοίρα να σε οδηγήσει στη λεωφόρο ή στα στενά σοκάκια της πόλης, ανατολικά ή δυτικά. Φλέρταρε με το άγνωστο. Σκέψου πόσοι περάσανε από εδώ. Τους περιέθαλψε η πόλη με μια γλυκιά αγκαλιά σαν ζεστό σαλέπι. Άκουσε τη Νύχτα. Τα παιδιά που παίζουν για το κέφι τους στο ραδιόφωνο στο Έκφραση , στον 88,5, η μανάβισσα που μας χαρίζει χαμόγελα, ο ζαχαροπλάστης που μιλάει καυλωμένος για τη μηχανή του, ο αποστεωμένος αλλά αξιοπρεπέστατος νεαρός στα φανάρια, ο κουλουρτζής... Όλοι αυτοί που αγαπήσαμε, αυτοί είναι η Θεσσαλονίκη. Άκου την πόλη...

Άκου την τύπισσα που διπλωμένη στα δύο κλαίει μπροστά στην εικόνα ενός χτυπημένου σκύλου. Άκου αυτούς που περιφέρονται μόνοι στην ομίχλη της παραλίας. Αυτή τη Θεσσαλονίκη δεν θα τη δεις ποτέ, όσους οδηγούς κι αν ξεφυλλίσεις, όσες συνταγές κι αν ακολουθήσεις. Η πόλη είναι οι άνθρωποί της!

Είναι αυτοί που οδηγούν ανάμεσα στις λωρίδες, που δεν ξέρουν σε τι χρησιμεύει το φλας και το λιγότερο που θα παραβιάσουν καθημερινά είναι το κόκκινο των φαναριών. Είναι οι γειτονιές που σχεδόν κανείς από τους επισκέπτες δεν πατά το πόδι του. Είναι οι ποιητές που δεν θα γνωρίσουν οι τουρίστες ποτέ γιατί αυτοί δεν εκδίδονται, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Είναι και οι καλλιτέχνες που δεν επέπλευσαν στην κουλτούρα την κατεστημένη αλλά επέζησαν, εμμένουν και επιμένουν διαφορετικά.

Κάθομαι στο ταβερνάκι βλέποντας τις σκάλες που οδηγούν σε ένα δωματιάκι κολλημένο σχεδόν στις επάλξεις. Χτισμένο κάπου στα κάστρα, είναι ένα από τα σπίτια που είναι κυριολεκτικά κομμάτι των τειχών. «Πώς τους το επιτρέπετε;» διαμαρτυρόταν η Άννα με σπουδές και τίτλους στη Αγγλία-Αμερική, μέλος μια πολυεθνικής που πρόσφατα εγκαταστάθηκε στη πόλη...

"Τι να καταλάβεις τώρα και να σου εξηγήσω", σκεφτόμουνα.
Σεπτέμβριος 1959: Ήταν η περίοδος της Έκθεσης. Οι συγγενείς από το χωριό θεωρούσαν αυτονόητο ότι αφού είχαν το δικό τους άνθρωπο στη πόλη μπορούσαν να βολευτούν έστω και με στρίμωγμα σε ένα άθλιο ημιυπόγειο στη Σκρα, όχι μεγαλύτερο από 35 τ.μ. Είχαν μαζευτεί 23 άτομα. «Λες και ο παππούς μου είχε λεφτά να τους ταΐσει» μου λέει ο Κώστας. Εκεί να δεις πραγματικό ρεφενέ: Ο καθένας έφερνε μαζί του τη συνεισφορά του στο φαγητό. Αυγά, κότες, ζυμωμένο και ψημένο στο σπιτικό τον φούρνο ψωμί, τραχανά... ό,τι μπορούσε να προσφέρει.

Και όμως περνούσαν καλά. Δεν τα πρόλαβα να τα ζήσω αυτά και τα έμαθα από διηγήσεις.
Αν δεν μου το έλεγαν δεν θα το πίστευα: Κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν με το σώμα! Οι έρωτες ήταν ανθρώπινοι: σ' αρέσω, μ' αρέσεις. Το ένα κορμί να γεμίζει το άλλο. Και το χαμόγελο ήταν βαθύ, μέσα από την ψυχή. Είναι παράξενο, τώρα που τα σπίτια μας μεγάλωσαν και γέμισαν με τόσα πράγματα που διευκολύνουν τη ζωή μας, το πόσο άδειασαν από τα συναισθήματα.

Και εμείς εδώ... Εμείς... Λέμε ότι βγάζουμε ένα περιοδικό για τη Θεσσαλονίκη, ορμώμενοι κυρίως από την αγάπη μας για την πόλη... Και μερικές φορές ανατριχιάζω όταν σκέφτομαι ότι πιο πολύ αγαπώ αυτούς που την κατοικούν, από ότι την ίδια την πόλη.

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2005

Όταν μου λένε διακοπές....

(Οι ζωές μας μετράνε με τα καλοκαίρια...)

Δεν κάνω ποτέ πρόγραμμα διακοπών. Δεν ξέρω δύο και τρεις μήνες νωρίτερα ποιες θα είναι οι διαθέσεις μου. Δεν μ' απασχολεί πολύ πού θα καταλήξω. Όταν η διάθεση είναι καλοκαιρινή αλλάζει τον τρόπο να βλέπεις τα πράγματα. Η ψύχρα που μπορεί να κάνει το βράδυ είναι ο φλοίσβος που αγγίζει τα πρόσωπα μας κάτω από το φεγγάρι και η απρόσμενη μπόρα που σε κάνει λούτσα είναι μια δροσερή πινελιά που ξυπνάει το κορμί ... Διακωμωδείς το χάλια φαγητό που θα τύχει να δοκιμάσεις , πιο πολύ απ' όλα μετράει η διάθεση. Παρόμοια, γεμίζεις με γέλιο τη μέρα σου, αφού σχολιάζοντας τη στρίγγλα του γραφείου καταλήγεις ότι είναι απλά αγάμητη...

Διακοπές για κάθε έναν μας είναι κάτι διαφορετικό. «Θέλω να πάω διακοπές...» ζητάει η θεία μου.Στη σύνταξη εδώ και 15 χρονια η μόνη ενασχόληση της είναι το σπίτι.... Μπάνια δεν κάνει φοβάται κι αντιπαθεί τη θάλασσα, ο ήλιος την εκνευρίζει. Στην παραλία κάθεται μια ώρα με το ζόρι, κι αυτή κάτω από ομπρέλα. Παρόλα αυτά επιμένει ότι χρειάζεται διακοπές. Παρέα με τις φίλες, να κάνουν μουχαμπέτι.

Για τον κουρασμένο από το σιδηρουργείο Εσρέφ διακοπές σημαίνει να απλώσει το κορμί του τεμπέλικα κάτω από τον ήλιο. Έμαθε να δουλεύει με τα χέρια και τις μέρες της ξεγνοιασιάς θα τις χαρεί περισσότερο απ' όλους.

Στην κορμάρα που φτιάχτηκε στα ινστιτούτα και πέρασε ώρες κάτω από το σολάριουμ αναλογεί το λαίμαργο βλέμμα των αρσενικών και ο φθόνος των ομοφύλων της.
Το πρώτο που μας προσφέρουν οι διακοπές είναι η φυγή... Μακριά από ό,τι μας τυραννά όλο το χρόνο. «Η κόλαση είναι οι άλλοι», έλεγε ο Σαρτρ. Και η φυλακή μας είναι οι άλλοι, αν τον παραφράσουμε... Οι συνάδελφοι στη δουλειά, ο σύντροφος που έχουμε βαρεθεί, επαγγελματικές σκοτούρες, καθημερινές συνήθειες, αυτά που αναλάβαμε για λόγους ηθικής ή συμπόνιας και πιστεύουμε ότι οφείλουμε να τα κουβαλάμε, ό,τι μας πνίγει και δεν τολμούμε να το ομολογήσουμε τα «πρέπει μας»!. Εν συντομία είναι η απόδραση από όλα αυτά που ονομάζουμε «υποχρεώσεις». Κι είναι απόδραση γιατί είναι η έξοδος από τη φυλακή μας.
Μοιάζει σαν την ολιγοήμερη άδεια που παίρνει ένας φυλακισμένος. Σ' αυτό το χρόνο προσπαθεί να στριμώξει όλα αυτά που του λείπουν . Η καθημερινότητά μας δικαίως ή αδίκως είναι ιδιόρρυθμα στερημένη από κάποια ιδιαίτερη ουσία ή συγκίνηση.

Και το δεύτερο που μας προσφέρουν είναι η αναζήτηση, το όνειρο, η περιπέτεια, αυτό το κάτι που μας λείπει. Ως γνωστόν στις πολυσύχναστες πλαζ δεν πας για να απομονωθείς αλλά για να συνευρεθείς και αν προκύψει ταίρι περνάς υπέροχα. Στις διακοπές περιμένεις να συναντήσεις περιπέτεια που θα κάνει το κορμί να ανατριχιάσει. Ένας γνωστός ορμώμενος από τις περιγραφές φίλων έφυγε διακοπές για ένα μέρος που πάντα ονειρευότανε. Του είχαν κάνει μια ακριβέστατη περιγραφή για τη ζωή, τους ανθρώπους, μια ρομαντική προσέγγιση για ό,τι ένιωσαν οι ίδιοι. Μπήκε στο τριπάκι να φαντάζεται. Όταν γύρισε σχεδόν δεν μιλιότανε. Ηθικό δίδαγμα: τα όνειρα δεν δανείζονται, φτιάξε το δικό σου.

Σκέφτομαι ότι τώρα που γράφω πρέπει να έχω το πιο χαζό χαμόγελο του κόσμου. Γιατί και φέτος θα φύγω και θα πάρω μαζί μου τα βιβλία που θέλω να διαβάσω. Γιατί θα βρω εκείνη την μοναδική παραλία σε όλο το νησί που δεν θα πατάει ψυχή και θα κολυμπήσω γυμνός. Το μυαλό μου κάνει βόλτες... Από εδώ μυρίζει θάλασσα....

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2005

Γιατί διαβάζουμε ακόμα;

(Ζήλεψα τον τυπά που είχε αράξει στο γρασίδι στο πάρκο του Βασιλικού θεάτρου και με προσκέφαλο το κράνος χανότανε στις σελίδες ενός ανοιχτού βιβλίου. Ο καιρός ιδανικός...)

Δεν είμαι αυτό που λεν βιβλιοφάγος, αλλά ένα βιβλίο που μ' αρέσει θα με κάνει να ξενυχτίσω, να αργήσω στο ραντεβού, να κατέβω στην επόμενη στάση και το κυριότερο να ξεχαστώ με τις ώρες στην τουαλέτα. Όπως πολλοί διαβάζω οπουδήποτε, οποτεδήποτε και επί παντός καιρού, από την παραλία, έως την αναμονή σε ένα νοσοκομείο. Αρκετές φορές αναρωτήθηκα «γιατί κάποιος διαβάζει», τι μαλακία είναι αυτή που μας αναγκάζει να αγνοήσουμε μια ηλιόλουστη μέρα, μια θεσπέσια νύχτα, τον σύντροφο μας και να κλείσουμε αυτιά και μάτια στον παρόντα χρόνο, στη ζωή που κυλάει δίπλα μας.

Παλιότερα έλεγα ότι το κάνω για να σκοτώσω την ώρα μου... Κατέληξα όμως ότι αυτή είναι μια λάθος φράση για μια σωστή ενέργεια. Πάντα επιλέγεις αυτό που σε ικανοποιεί περισσότερο. Μετά μου προέκυψε ότι είμαι εραστής του έντυπου λόγου... μου δίνει το χρόνο να σκεφτώ, να σταματήσω σε κάποια φράση, να επιστρέψω σε μια προηγούμενη σελίδα και θα καθίσω όσο θέλω. Διαβάζω, είπα, γιατί ανακαλύπτω φράσεις, σελίδες ολόκληρες να μεταφράζουν σκέψεις που αδυνατώ να βρω έναν εύγλωττο τρόπο να αναπτύξω.

Ξεκαθάρισα μια και καλή πως όσο είναι διάφανο (ως κρύσταλλο) ότι ουδείς λογικός «διαβάζει για να διαβάζει», τόσο αληθινά διαυγής (ως ποταμός των βράχων) είναι η άποψη ότι «διαβάζοντας δεν σημαίνει απαραίτητα πως κάνεις και μια πράξη ανώτερη»... Οι γνώσεις είναι τραγικά επικίνδυνες, και εξίσου παραπλανητικές, αν δεν περάσουν από το κατάλληλο φίλτρο... Απαντήσεις λοιπόν του τύπου: αναπτύσσεις τον νου και άλλα αηδή επιχειρήματα των βιβλίο-πωλών (έμποροι που πρέπει να πουλήσουν το προϊόν τους) παρέχουν μια επιφανειακή προσέγγιση που αγγίζει τα όρια ευτελούς υποκρισίας. Εξωγήινοι, καφετζούδες, Αδόλφοι, ιστοριοκάπηλοι και αυθεντικοί ηλίθιοι καραδοκούν. Στα εκθετήρια που διατίθενται τα βιβλία, ανάμεσα στα «αληθινά απόκρυφα μυστήρια» και την «τέχνη να χάνεις βάρος», ανακαλύπτεις τον Μαρκούζε και τον Σεφέρη και αν ψάξεις πίσω από τα «πώς θα κάνω φίλους», «πώς κάνει πιο λαμπερό τρίχωμα ο σκύλος σας», και «τα τρίγωνα των Βερμούδων», θα βρεις Προυστ, Μαν, Φόκνερ, Μπόρχες.

Ο ψύχραιμος αναγνώστης θα αντιληφθεί πως μια μορφή της αίσθησης που ονομάζουμε απόλαυση, προέρχεται από την ανάγνωση. Οποιουδήποτε βιβλίου... Θεωρώ απόλυτα θεμιτό, όσο και να κανιβαλίζεται η αισθητική μας, να νιώσει κάποιος ένα αληθινό κρεσέντο συναισθημάτων αναγιγνώσκοντας το «Είσαι γυναίκα... είσαι γη», όπως θεωρώ φυσιολογικό να μην πεταρίσει διόλου το βλέφαρο μπροστά στο ερωτικότερο κείμενο που γράφτηκε στο κόσμο το «Άσμα ασμάτων». Ο αδέκαστος παρατηρητής θα επισημάνει ότι αν η καρδιά θα βαράει σαν ταμπούρλο, αυτό δεν καθορίζεται από την ποιότητα του αναγνώσματος αλλά από την ποιότητα που έχεις εσύ το υποκείμενο.

Στα άγουρα χρόνια μαζεύοντας βιβλία είχα μπει στο τριπάκι του διαφορετικού, αντλώντας ως αυνανιζόμενος τη βαθιά ικανοποίηση που δίνει μια πράξη «μοναχική» που την κάνεις για τον εαυτό σου. Υποστήριξα με πάθος το «Διαβάζω και αυτή η ώρα είναι ο δικός μου χρόνος, τα όρια που δεν θέλω να εισέλθεις, να παραβείς, συγκάτοικε, ερωμένη, γείτονα... Βρίσκεσαι στην περιοχή που αναπνέω, που χάνομαι για λίγο από τα μάτια του κοινωνικού κλοιού».

Ξεπερνώντας τις παρλαπίπες περί φιλοσοφικών αναζητήσεων ανακάλυψα ότι στα βιβλία δεν αναζητώ λύσεις αλλά όνειρα ιδανικά...και τρόμαξα! Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες είδα να κυλά στο αίμα η αδρεναλίνη -καλύπτοντας το κενό. Δεν με χάλασαν ποτέ οι διεργασίες του νου, ένα ωραίο ψέμα, μια φαντασίωση, και μόνο σε άγουρη ηλικία επεδίωκα να ανακαλύψω την «αλήθεια». Οι εικόνες πίσω από τις λέξεις εκφράζουν πάθη, λαγνεία, δημιουργώντας συναισθήματα...που τα έχω ανάγκη... Ίσως είμαι αρκετά δειλός για να δεχθώ την «πραγματικότητα».

Διαβάζοντας όμως, χωρίς να το επιδιώκω βρήκα και λύσεις ...αλλά κυρίως κατανόησα ότι σε κάθε ερώτηση υπάρχουν περισσότερες από μία απαντήσεις. Διαλέγεις ό,τι σου πάει... Και φυσικά δεν θα μπορούσα να εκφράσω καλύτερα τη δική μου απάντηση από αυτή που βρήκα τυπωμένη.. σε ένα βιβλίο με άσχετο θέμα: Ακούστε το θρήνο του Φλομπέρ στη Μαντάμ Μποβαρί. «Η αλήθεια είναι ότι η πληρότητα της ψυχής μπορεί μερικές φορές να υπερχειλίσει σε μια απόλυτη κενότητα της γλώσσας, γιατί κανένας μας δεν μπορεί ποτέ να εκφράσει ακριβώς το μέτρο των αναγκών ή των σκέψεων ή των θλίψεών του. Κι η ανθρώπινη ομιλία είναι σαν στραβωμένος τέντζερης, που πάνω του χτυπάμε πρωτόγονους ρυθμούς κατάλληλους μόνο για να χορεύουν αρκούδες, ενώ λαχταράμε να παίξουμε μια μουσική που να λιώσει τ' αστέρια.»

Παρασκευή 13 Μαΐου 2005

Στιγμιότυπα ενός 48ωρου

«Μπορείς να φέρεις μια πίτσα; Εσύ όμως πρέπει να πας, η κλινική απαγορεύει το delivery... Και coca cola να στανιάρουμε.... Ουφ ...στα 'πα και ξελάφρωσα». Είναι μια ιδιωτική κλινική -όπερ σημαίνει από τις καλύτερες περιπτώσεις- για τους ψυχολογικά άρρωστους. Ο αποστειρωμένος χώρος σε χλωμιάζει... Ο κήπος μόνο είναι παράξενα όμορφος, σχεδόν παραφωνία.«Δεν υπάρχει προαύλιο για εμάς, δεν μας βγάζουν στον ήλιο. 5 χρόνια είμαι εδώ... καλύτερα στη φυλακή». H ακούσια στείρωση του μυαλού και η αποξένωση του κορμιού, εκμηδενίζει ...

Στο φωτεινό σηματοδότη, στο σιντριβάνι απέναντι από το πανεπιστήμιο, τους συνήθεις επαίτες αναπληρώνει ένα αποστεωμένο παλικαράκι όχι πάνω από 23, απόφοιτος μουσικολογίας ή κάτι τέτοιο. Μπορείς να αγοράσεις μπλε στυλούς με 0,50 ευρώ. Πότε μας ξεπερνά πραγματικότητα;

Γιατί στα αλήθεια πιστεύουμε ότι είμαστε λαός εκλεχτός και ξεχωριστός; Ο πατέρας του Κώστα ξεκαθαρίζει τις ψευδαισθήσεις μας. Στην Γερμανία υπάρχουν 4.500.000 δότες μυελού των οστών, στην Ιταλία 2.500.000 και στην Ελλάδα 25.000. Όταν η χώρα ντύνεται την υποκρισία, της πάει γάντι.

Σ' ένα παγκάκι, ανάμεσα Όμιλο και Ποσειδώνιο, συγχρωτίζονται διάθεση και χρώματα. Ο ουρανός είναι μαβί και η θάλασσα σκούρα, πολύ σκούρα. Εξωφρενικά ίδια με τα μέσα μου. Για να αλλάξω το χρώμα πρέπει να μη σκέφτομαι. Άλλη μέρα θα τακτοποιήσω τις ηθικές μου εκκρεμότητες.

Στη φάση που διανύω χρειάζομαι μια μπύρα. Κρύβομαι πίσω από το μπουκάλι. Θέλω μουσική ένταση, φώτα και χορό. Νομίζω ότι καταλαβαίνω τα πιτσιρίκια που χτυπιούνται στους ήχους ... Γεμίζεις με κάτι ψεύτικο και φευγαλέο και για να έχεις χώρο αδειάζεις το μυαλό.
Έπεισα τον εαυτό μου ότι αυτή η περιπλάνηση του μυαλού είναι δυσάρεστη, για αυτό θα κόψω τις σκηνές που με χαλάνε και θα φτιάξω άλλες. Θα αφήσω λίγο το είναι μου να συνέρθει, μετά θα μηδενίσω το κοντέρ στη διαδρομή για το σπίτι εστιάζοντας στα ρήματα "χαζεύω" και "χαζολογώ".

Η παραλία τσίκνισε το Πάσχα από τα αμνοερίφια στις σούβλες.
Πάλι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις κάναμε. Αποφεύγω να περάσω κοντά από το Λευκό Πύργο μήπως κι έμεινε η μυρωδιά.

Έπεσα εξουθενωμένος να κοιμηθώ και ονειρεύτηκα ότι μ' αγκάλιασε ο γιος μου και μου έσκασε ένα ζουμερό φιλί. Κράτησα την αναπνοή μου μη ξυπνήσω. Πάει καιρός που δεν ονειρεύομαι, δεν θα το χαλάσω τώρα.

Τι έχουμε σήμερα; Ο ήλιος χαμογελά Από όλες τις εκθέσεις και τα «πρότζεκτ» που γίνονται στη πόλη προτιμώ αυτή των Ανθέων. Έξω από την Ανθοέκθεση, στο πάρκο του Στρατηγείου προς το Βυζαντινό μουσείο, ένας γνωστός μπαμπάς με τα παιδάκια του αριστερά και δεξιά μοιάζει να πλημμυρίζει από εκείνο το αίσθημα αγαλλίασης και δικαίωσης που νιώθεις όταν πετυχαίνεις στο ρόλο σου.

Ο σκύλος, ο μπάσταρδος, τρίβεται στο χέρι μου διψώντας χάδι. Κοιτιόμαστε και μου χαμογελά. Αισθάνομαι μια τρυφερότητα. Ο χώρος είναι καταπράσινος και ανθισμένος. Οι μοναχικοί χάνονται στο πλήθος. Βρήκα ρίγανη και θυμάρι Ολύμπου.

«Τι καιρό έχετε σήμερα στη Θεσσαλονίκη... Χθες το βράδυ πώς ήταν;» Τρελό άγχος. Ο φίλος ερευνά τα όρια των αντοχών του, έξω από τις ανοχές του ζευγαριού. Μέσω τηλεφώνου αναζητεί άλλοθι για τις παρεκτροπές του. Κάποιοι προχωράνε μέσα από καταστροφές. Δεν συνηθίζω να ορίζω τον ηθικό ορίζοντα αυτών που ο χρόνος και οι συνευρέσεις μας έδεσαν, από μένα έχει όση συμπαράσταση θέλει. Γιατί όμως είναι τόσο δύσκολο να είμαστε αληθινοί με τον άλλον; Καλά ξεμπερδέματα.

Κι όλα αυτά μέσα σε 48 ώρες... Μια βίαιη υπενθύμιση στη μέση, από τα παραπανίσια κιλά του χειμώνα, με κάνει να αλλάξω θέση. Αποφεύγω να προκαλώ ό,τι πονάει, αλλά τι να κάνεις; Χαίρομαι που τέτοια σήματα βίαια μου υπενθυμίζουν πόσο όμορφα είναι που βρίσκομαι έξω, περπατάω και μετά μπορώ να ρουφάω αχόρταγα το άρωμα του εσπρέσο.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2005

Ο δρόμος θα βυθίζεται στη θάλασσα...

(προς τον Δήμο, Τεχνικό Επιμελητήριο, Ενώσεις πολιτών, επιστημονική κοινότητα, άλλους συναρμόδιους φορείς και γείτονες απλώς)

Περνώντας από το λιμάνι θα χάνουμε, λέει, τον ήλιο όταν θα μπαίνουμε στην υποθαλάσσια σήραγγα που σχεδιάσθηκε... για να γίνει. Και η άκρη του τούνελ θα καταλήγει 3-4-5 χιλιόμετρα πιο πέρα. Μια υποθαλάσσια αρτηρία που θα ενώνει την περιοχή του λιμανιού με την περιοχή που βρίσκεται στο ύψος του Μακεδονία Παλλάς. Από τύχη έμαθα ότι στην πόλη που γεννήθηκα, στη Θεσσαλονίκη που αντικρίζω κάθε μέρα που ανοίγω τα μάτια μου, θα κατασκευαστεί ένα από τα πιο μεγάλα (υπόγεια) έργα που έγιναν ποτέ. Τα διόδια, λένε, μπορεί να φτάνουν μέχρι και 3 ευρώ! Με ποια μελέτη και πώς προκρίθηκε αυτή η λύση, αγνοώ παντελώς. Αυτό όμως που ξέρω και είναι εντυπωσιακό, είναι η σιωπή που επικρατεί παντού περί αυτού... Τούτες τις μέρες θα υπογραφεί -αν δεν έχει ήδη τελειώσει η υπόθεση- και θα οριστεί η εταιρεία που θα αναλάβει το μεγάλο έργο. Χωρίς τυμπανοκρουσίες ούτε διαμαρτυρίες, χωρίς δημόσιες αναφορές ή συζητήσεις περί του θέματος, σαν να μη συμβαίνει τίποτα! Κι όμως (υποτίθεται ότι) θα αλλάξει η όψη της πόλης –και της θάλασσας, όπως «τη βλέπουμε από τη στεριά».

Έχω την αίσθηση ότι οι θεσσαλονικείς βρισκόμαστε μέσα σε ένα βαθύ τούνελ (αδιαφορίας) τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι μόνο οι μαζικοί αγώνες που ξέφτισαν, μαζί με τη διάθεση μας για οποιαδήποτε παρέμβαση, είναι η πλήρης αποδοχή του «ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» ή του «οι αρμόδιοι ξέρουν» και «πού να καταλάβουμε (εμείς) οι φτωχοί». Όταν το δούμε (το έργο), θα πούμε την άποψη μας μετά - κι ας είναι πλέον αργά.Οι τοπικοί άρχοντες και λοιποί αρμόδιοι αγνοώ - γιατί κανείς δεν φρόντισε να μας ενημερώσει - αν συντάσσονται ανεπιφύλακτα, επιφυλάσσονται ή απορρίπτουν αυτή τη λύση. Αν το σχέδιο της υποθαλάσσιας οδού είναι μια παλιά ξεθυμασμένη κολώνια ή αποτελεί μια αναγκαία ελάχιστη κρέμα για λίφτινγκ, ούτε κι αυτό το γνωρίζω. Εκείνο, όμως, που σίγουρα έχω διαπιστώσει και το βρίσκω ιδιαίτερα ανησυχητικό, είναι ότι κανείς (δημοσιογράφος, φορέας, πολιτικός, δημοτικός άρχοντας ή καθ έξιν αντιπολιτευόμενος) δεν μιλάει για το θέμα.... Ούτε ένα επιχείρημα υπέρ ή κατά.

Μεταμοντέρνα απάθεια; Για το μεγαλύτερο έργο που προγραμματισαν να γίνει στη πόλη μου τα τελευταία 100 χρόνια! Να γιατί λατρεύω τα πιτσιρίκια που γυρνάνε την πλάτη στους (αρμόδιους) πολιτικούς. Ούτε πολιτικές οργανώσεις ούτε φορείς ούτε κανείς άλλος δεν δείχνει να νοιάζεται. Κανείς δεν δείχνει να φοβάται (κάτι) ή να ανησυχεί.Γιατί όσοι το εγκρίνουν δεν πανηγυρίζουν;Γιατί οι πολιτικοί αντίπαλοι τους δεν διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους;Γιατί οι συγκοινωνιολόγοι δεν εκθέτουν τις απόψεις τους;

Και ο βιολογικός καθαρισμός του Θερμαϊκού, τι γίνεται; Tώρα που ξεκίνησε να καθαρίζει ο κόλπος και να χαμογελάνε οι εραστές της παραλίας, ποιος είναι αυτός που ανάλγητα θα ραντίσει τη θάλασσα με λάσπη (για να στήσει τα φουγάρα εξαερισμού που θα ξεπηδάνε σε κοινή θέα μέσα από τη θάλασσα); Περίμενα ότι γι'αυτό τουλάχιστον θα έπρεπε να γίνει κάποιος ντόρος. Έστω γι' αυτό...

Υ.Γ. Είναι φανερή η άγνοια μου για τις προοπτικές αλλά και τις όποιες δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να κρύβει μια τέτοια λύση. Αν αυτό θα μας αποσυμφορήσει από την κυκλοφοριακή υπερφόρτωση διέλευσης του κέντρου. Κι αν αυτή πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα που θα έθετε ένας που αγαπά αυτήν την πόλη. Το πόσο κοστίζει και τι θα μας αποφέρει τελικά αυτή η λύση. Σαφέστατα αγνοώ και ποιο είναι το βέλτιστο σχέδιο για τη μελλοντική ανάπτυξη της πρώην πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης. Ας μου συγχωρεθεί η άγνοια, αλλά ανησυχώ: ακριβώς γιατί δεν ακούω τίποτα, δεν μαθαίνω τίποτα. Νοιάζομαι όμως ακόμα, έστω και αν υπερβάλλω στις ανησυχίες μου.
Μήπως και κανείς άλλος;

Κυριακή 10 Απριλίου 2005

Η σαγήνη του Απρίλη

...Το κορμί -σαν νάναι ελεύθερο από ρούχα- μοιάζει ότι βάλθηκε να περιμένει την επαφή με τα χέρια για να ριγήσει σε μπάνιο πρωινό με τη θάλασσα του Αιγαίου. Σχεδόν ευωδιάζει εκλεχτό κονιάκ. Λάμπει με την ιδιαίτερη ομορφιά των ανθρώπων που ξέρουν ότι τους αγαπούν. Θέλεις να χυμήξεις και απαλά να περπατήσεις στο στήθος, στην πλάτη στα γόνατα... να κρατηθείς πάνω στο άλλο κορμί λέγοντας..... αν σε χάσω χάνομαι.

«...τα κορίτσια πίσω από τα γυαλιά ηλίου τέτοιες μέρες στην παραλία είναι αποπλανητικά ωραία». Αυτός είναι ο γλάρος μου! Μαντεύει σκέψεις πετώντας πάνω από το κεφάλι μου.(Η κοπέλα άραξε στο παγκάκι της παραλίας στο ύψος της Σαλαμίνας μ' ένα βιβλίο για συντροφιά. Εδειχνε να απολαμβάνει τη μέρα)

Η σαγήνη του Απρίλη;
Βλέποντας τον γλάρο να ίπταται ελεύθερα σκέφτομαι ότι ο καθείς έχει την επιθυμία να ερωτευτεί, να πετάξει και να πετάξει από πάνω του ό,τι τον κρατά δεμένο. Μόνο που ποτέ δεν συμβαίνει όταν το θέλεις. Ποτέ δεν γίνεται όταν το περιμένεις, η ζωή ειναι μια τσούλα ιδιότροπη που ντύνεται στην τρίχα και εντελώς ξαφνικά χωρίς προειδοποίηση σου ανοίγει την πόρτα για να αλλάξεις το πεπρωμένο σου. Μπροστά σου βλέπεις μια ευκαιρία. Είτε είναι ένας νέος έρωτας είτε μια προοπτική στα επαγγελματικά σου είτε κάτι που θεωρείς ότι θα σε ανεβάσει. Μέσα απο την ανοιχτή πόρτα βλέπεις φως... ντυμένο με το χρώμα που έχεις σχεδιάσει στη φαντασία σου. Η αφή του είναι σαγηνευτική... η μουσική σε ζαλίζει... Είναι γνώριμα εδώ, σαν να έχω ξανάρθει λες.

Χωρίς να βλέπεις διασχίζεις αστραπόφωτα μονοπάτια που φωτίζουν βεγγαλικά πιο φωτεινά από το κανονικό. Πόσο απλά και εύκολα φαίνονται όλα. Όλα είναι φως όσο πριν ήταν σκοτάδι. Πόσο απλά και εύκολα φαίνονται όλα Ισως αυτός να είναι ο τόπος της δικής μας προσευχής Η ένταση σχεδόν μεταφυσική. Αν άγγιζες τον αέρα που φυσά από τον Χορτιάτη, αν έσκυβες να μυρίσεις το αγριολούλουδο που ξεφύτρωσε ανάμεσα στα πόδια σου, αν υπήρχαν ακόμη σελίδες για να το φυλάξεις ανάμεσα, αν έδινες λίγο παραπάνω χρόνο να ασχοληθείς με σένα, τότε θα έβγαζες το ποτό των εξαιρετικών περιστάσεων κάνοντας μια πρόποση να συμβούν όλα αυτά σε σένα.

Σκέφτομαι ότι υπάρχει στη ζωή μας κάποια κίνηση που προσανατολίζει τη συμπεριφορά μας, ίσως και τη μοίρα μας, ορμώμενη από κάποια σύμπτωση. Πότε θα λειτουργήσουν οι αόρατες δυνάμεις που κινούνται απαρατήρητες για να δημιουργήσουν αυτή την σύμπτωση; Δεν υπάρχει συγκεκριμένος χρόνος ούτε χώρος, υπάρχουν γύρω σου και μέσα σου, αρκεί να τις ανακαλύψεις. Αρκεί να κάνεις ένα βήμα, μια κίνηση. Αντί γι αυτό, βουβά τις περισσότερες φορές θα αφήσεις να σε προσπεράσει η στιγμή, να συνεχίσει σαν δυο ψάρια που κολυμπούν σε αντίθετη κατεύθυνση. Είναι μεγάλο ψέμα να λες δεν είχα την ευκαιρία, δεν μου έτυχε, χαράμισα τη ζωή μου. Είναι αμαρτία να πεις χαράμισα τη ζωή μου.

Συνήθως η συντελειακή -όπως νομίζεις- επαφή ή συνάντηση γίνεται όταν είσαι "αλλού". Σε άλλη σχέση, σε άλλη διάσταση, τακτοποιημένος υποτίθεται, έστω και κουτσά.. Και επειδή ο νόμος του Μέρφι είναι αμείλικτα αμοραλιστής, τότε είναι που σου πέφτουν στο δρόμο σου άτομα του άλλου φύλου, που σε κοιτούν με λοξές λάγνες ματιές, σε κόβουν, σε φερμάρουν, σε πολιορκούν, τότε προκύπτουν οι ευκαιρίες οι επαγγελματικές. Η ειρωνία είναι ότι όλα αυτά -ως δια μαγείας- θα εξαφανιστούν, όταν βροντοφωνάξεις πάλι, είμαι έτοιμος, πήρα την απόφαση είμαι διαθέσιμο ον να ερωτευτεί, να πλανευτεί, να δημιουργήσει, να εξελιχθεί. Ϊσως αυτό είναι που σκεφτόμαστε και δεν προχωράμε. Ο φόβος να μη χάσουμε τα δεκανίκια μας Παραμένουμε στα ίδια, παρακολουθούμε και αναμένουμε χωρίς να ενεργούμε, έρμαια μιας κατάστασης

Σου βαράει ματζόρε που εσύ το λαμβάνεις σαν μινόρε.
Και πάντα μένεις με το ερώτημα να κοιτάς τον ντελβέ...
Αν έκανα την κίνηση... Αν σταματούσα;

Ποιος ξέρει ποια είναι η επόμενη μέρα του, το κισμέτ που είναι γραμμένο...
Οι παρέες γύρω, βαδίζοντας πλάι στη θάλασσα με ρότα λιμάνι, Λευκός Πύργος, Βασιλικό, Ποσειδώνιο και τανάπαλιν.

Παρασκευή 8 Απριλίου 2005

Οι καλύτερες γενιές είναι οι επόμενες...

«Σο-κο-λά-τα,
σο-κο-λά-τα
τα μάτια σου, μ αρέσουν τα φευγάτα» (εξάκις)
Αν το επαναλάβεις άλλες πέντε φορές φορές θα έχεις ολοκληρωμένο το τραγούδι. Δεν υπάρχουν άλλοι στίχοι! Το άσμα αποδίδει προεφηβικό συγκρότημα κορασίων με κούνημα, σκέρτσο και νάζι. Χείλη που σουφρώνουν κορμιά που κουνούνται με χάρη . «Κοίτα στο δείχνω.... αλλά ντρέπομαι και κοκκινίζω»

Αυτός, γλειμμένος με γραβάτα πιτσιρικάς, εμφανίζεται στο βίντεο κλιπ σε περιβάλον δελτίου ειδήσεων με μορφή σοβαροφανούς εκφωνητή. Δύο πρότυπα. Η γυναίκα νιάου που ακίζεται, μισανοίγει τα χείλη, δείχνει λίγο απογορευμένο καρπό και το clean φτιαγμένο αρσενικό. Τα πιτσιρίκια μαθαίνοντας το ρόλο τους εκπαιδεύονται και εκπαιδεύουν τα συνομίλικα στα κουνήματα και τις γαλιφιές. Είναι χαριτωμένα, τραγικά χαριτωμένα, κάποιοι τα καμαρώνουν.
«Δεν είναι κούκλα; θα την προωθείστε λοιπόν;»
«Και που να τη δείτε να κάνει πασαρέλα....» συμπληρώνει η λαμέ μαντάμ.
Η πιτσιρίκα της φωτογραφίας, όχι μεγαλύτερη από έξι, με νάζι, έχει ελαφρά χαμηλωμένα τα μάτια (έπρεπε τη στιγμή του κλικ να κοιτούσε βλεφαρίζοντας λιγωμένα το φωτογραφικό φακό). Μπροστά στο γραφείο του φίλου διαφημιστή στέκεται το ανόητο ζευγάρι 40αρηδων και περιμένει εναγωνίως την επιβράβευση.

Πρόσφατα μια δασκάλα μουσικής παραπονιότανε πόσο δραματικά μειώθηκαν τα παιδιά που μαθαίνουν μουσική. Πόσοι να είναι άραγε οι γονείς που διαβάζουν ποίηση, τα ακολουθούν στις βόλτες, μιλάνε στους βράχους, χαϊδεύουν τα λουλούδια, αγκαλιάζουν και εξερευνούν μαζί τους τα άγνωστα μονοπάτια; Πόσα παιδιά σήμερα μαθαίνουν να ζωγραφίζουν, να τραγουδούν;

Κολυμβητήριο, πολεμικές τέχνες, ξένη γλώσσα είναι οι πρώτες επιλογές. Ό,τι οχυρώνει το κορμί και προετοιμάζει για τον επαγγελματικό στίβο είναι σε προτεραιότητα. «Νους ακαλλιέργητος εν σώματι υγιεί». Εύκολα θα διακρίνεις το άγχος των γονιών πάνω στα παιδιά τους να πετύχουν, να πιάσουν τη καλή να καλοπαντρευτούν. Κάτι σε πιο 'κονομημένο και φτιαγμένο έτερον ήμισυ. Ευαισθησίες και ρομαντικά σκιρτήματα απορρίπτονται. Ζούμε την εποχή της εικόνας, τις μέρες που τα αισθηματα τα πατικώνεις σ' ένα βαρελι. Η γονική μέριμνα δημιουργεί μικρούς νάρκισσους. Και αυτά, όπως πολλοί από εμάς - γιατί ελάχιστοι και από τους δικούς μας γονείς υπήρξαν καλύτεροι των παιδιών τους, θα χάσουν απίστευτες ποσότητες από ζωή επειδή δεν έμαθαν να αναγνωρίζουν τη γεύση της.

Όταν φθάνουν οι ώρες που εξομολογούνται οι φίλοι μεταξύ τους, ανακαλύπτεις τα λάθη που έκανες στη ζωή σου και τα λάθη που σε φόρτωσαν οι δικοί σου. Είναι τραγικό αν αναλογιστούμε πόσες φορές καταλήξαμε να αγανακτούμε και να αμφιβάλουμε για την ακεραιότητα μας. Βασισμένοι στις συμβουλές και την εκπαίδευση της προηγούμενης γενιάς φθάσαμε στο σημείο οι επιλογές μας, από τις πρώτες και μόνο σκέψεις που κάνουμε, να μας γεμίζουν ενοχές και τύψεις.

Πόσοι από εμάς μπορούν σήμερα να κατανοήσουν ότι υπάρχουν αξίες άυλες; Ποιος μπορεί να μιλήσει για το μεγαλείο του έρωτα;
Τρανό παράδειγμα η αυθόρμητη θέση που παίρνουν οι περισσότεροι απέναντι στην είδηση γάμου Κάρολου-Καμίλα. Πέρα από το ευτελέστατο λογοπαίγνιο με το συμπαθή τετράποδο εκατοντάδες τα σχόλια για τον άσχημο και την άσχημη. Ο ανόητος και η ανήθικη. Πως μπόρεσε και περιφρόνησε τη Λαίδη Ντι; Παραφρόνησε.

Αναλογίζομαι τι προσωπικότητα πρέπει να έχει και πόσο περίσευμα ψυχής να διαθέτει αυτός ο άνδρας. Κόντρα σε όλους και σε όλα επέλεξε τα θέλω του, την ακεραιότητα των συναισθήματα του. Τι συναρπαστική ιστορία αγάπης. Και αυτή η γυναίκα πόσα χρόνια άντεξε το ρόλο της δεύτερης, πόσα κύματα πετριές δέχτηκε, πόσους χλευασμούς γεύτηκε;
Γιατί η επιλογή τους να είναι λανθασμένη; Το ύψος, βάρος, χρώμα, η μορφή του προσώπου και η οικονομική επιφάνεια δεν μπορούν να καθορίζουν την ένταση ούτε να κατευθύνουν τα συναισθημάτα μας. Η λάμψη από τις εικόνες που έχουν παρεισφρήσει στο μυαλό μας και θολώνουν τα θέλω μας, είναι απατηλή αν δεν κουμπώνει στην καρδιά. Εμείς όμως που μεγαλώσαμε με τα παραμύθια με τις ηλίθιες παρθενόπες: Χιονάτη, Σταχοπούτα και τα πρότυπα Πρίγκηπας ή Ιππότης, τι άλλο συλλογισμό θα μπορούσαμε να κάνουμε; Ποτέ δεν είμασταν οι 12 νάνοι, ποτέ τα κορίτσια δεν παίξαν το ρόλο της άσχημης κακιάς μάγισσας.

Ευτυχώς τα παιδιά μας θα είναι πάντα καλύτερα από εμάς.
Κάθε γενιά είναι καλύτερη από την προηγούμενη. όσο και να προσπαθήσουμε να τη μετατρέψουμε σε φορείς της ανασφάλειας και κοινωνό των ελλείψεων της πεταμένης μας ζωής. Μόνο ένα θα μπορούσαμε να πούμε στα παιδιά μας: Μάθε να αγαπάς χωρίς να το νοιώθεις, όπως δεν νοιώθεις ό,τι αναπνέεις.

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2005

Ταξίδια του μυαλού και της ψυχής...

Θέλω να φύγω, να φύγω. Να πάρω παραμάσχαλα το κορμί μου να ταξιδέψω. Περιμένω τις «τρεις ημέρες». Όχι να τις ζήσω σαν να 'ταν οι τελευταίες, αλλά για να ξεφύγω.... από μένα. Συνειδητά να με ξεγελάσω. Θα κλειδώσω την πόρτα του σπιτιού και της καρδιάς μου. Ποιος είπε πως θα επιτρέψω να τη διαρρήξουν... Χρόνια την ασφαλίζω Και η απουσία με οχυρώνει... θα φύγω... με το πρώτο καράβι.

Οι δικοί μου άνθρωποι και εγώ ταξιδεύουμε πάντα στην πρύμνη, ποτέ στην πλώρη! Εκεί μας βρίσκει ο άνεμος... Για να κοιτάμε όσα εγκαταλείψαμε κι όχι όσα μας εγκατέλειψαν. Για να κοιτάμε απαξιωτικά τα απόνερα του πλοίου. Νιώθουμε δυνατοί εμπαίζοντας -εαυτούς και αλλήλους- για την πρόσκαιρη ευδαιμονία και πληρότητα.. Γιατί δεν θέλουμε πλέον να βλέπουμε το αύριο. Μας φοβίζει! Το χθες που ξέρουμε δεν μας επιφυλάσσει εκπλήξεις..
Ταξιδεύουμε από παλιά! Ακυβέρνητα και κόντρα στον άνεμο. Βουτιές στα γκρίζα νερά μας έκαναν ρεαλιστές. Μπουκιές γλυκιές μας έκαναν Δον Κιχώτες. Αυτά που μας κρατήσαν ξύπνιους, είναι τα όνειρα που κρύβουμε. Το ταξίδι, αυτό καθ' αυτό έγινε καταφύγιο και προορισμός!

Πάνω σ' ένα καράβι, μια κουκίδα στην περιπλάνηση στις γωνιές της ιστορίας που κανείς δεν θα γράψει, συντροφιά με την τύχη και την αγωνίας μας... μιας αγωνίας που μπροστά της η ψυχή δεν βρίσκει γωνιά να κρυφτεί ή να αναδειχθεί!

Όσο θα λείπω αυτή τη φορά δεν θα τηλεφωνήσω. Απογείωσα την αυταπάτη και την πήρα μαζί μου. Θα στείλω μια κενή καρτ ποστάλ για να πω όσα νιώθω. Αλλά εσείς θα καταλάβετε πως ήμουν εγώ γιατί πάντα καταλαβαίνετε, ακόμη κι όταν εγώ δεν τα καταφέρνω.
Θα επιστρέψω.... μόνο που θα είμαι καμένος από τον ήλιο. Γιατί αντί να αφεθώ στη φωτιά που καίει μέσα μας, σαν υποκατάστατο έμαθα να εκθέτω το κορμί στον ήλιο για να το ξεροκάψει. Στο ταξίδι πήρα μαζί μου μνήμες εικόνες και απουσίες Το μόνο που έφερα επιστρέφοντας είναι ένα γυαλιστερό μαύρο πετραδάκι που βρήκα στη θάλασσα.

Το μυαλό μου θα είναι ακόμη στο καράβι και στον αέρα. Εκείνον τον θαλασσινό, τον αλμυρό που με αποκοίμισε. Ύστερα θα πέσω με τα μούτρα στη δουλειά για να ξεχάσω όσα δεν είδαν οι γλάροι που πήραν κατόπι το πλοίο μου. Και θα κρατηθώ μέχρι να μπω πάλι στο σπίτι μου. Εκεί μπορώ, χωρίς να με βλέπει κανείς να κουλουριαστώ στο κρεβάτι μου και να δακρύσω μόνος. Για όλα τα ταξίδια που πέρασαν και με άφησαν ίδιο, ίδιο και απαράλλακτο! Μόνο λίγο πιο μόνο και λίγο πιο πελαγωμένο, να ζω ελεύθερος με το μυαλό σ' ένα κελί ταπετσαρία
Άραγε επειδή δεν ταξιδεύουμε μας αρέσουν τόσο τα ταξίδια;

«Κι όταν κοπάσει ο άνεμος κι όταν φύγουν τα καράβια, ποια ρότα θα βάλω στο κορμί μου;» (Μ. Καραγάτση, «Το χαμένο νησί»)

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2005

Ανθρώπινες σχέσεις

Τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν, καθισμένη στο πάτωμα, γελούσε σαν μικρό παιδί. Έμαθε την πρωτοχρονιά ότι ο καρκίνος που την τρώει, έκανε μετάσταση στα οστά. Πριν λίγες μέρες τέλειωσε τη δεύτερη χημειοθεραπεία της και τώρα προσπαθεί να συνέλθει. Ο πιο αξιοπρεπής άθρωπος που γνώρισα στη ζωή μου. Ποτέ δεν παρακάλεσε, ποτέ δεν ζήτησε από κανέναν να τη λυπηθεί. Ακόμη και σήμερα αυτή μας δίνει κουράγιο, σε όλους όσοι την περιτριγυρίζουμε.

Ποτέ δεν της είπα πόσο την θαύμαζα, ούτε την κράτησα στην αγκαλιά μου όσο θα ήθελα. Τώρα αν το κάνω φοβάμαι πώς θα φανεί...
Λυπάμαι... λυπάμαι που οι περισσότεροι κρυβόμαστε. Που κρύβουμε την αγάπη μέσα μας. Τη φυλακίζουμε είτε γιατί νομίζουμε ότι είναι νωρίς, πολύ νωρίς να τη ξεδιπλώσουμε, είτε γιατί φοβόμαστε πόσο μπορεί να απογοητευτούμε. Να βρούμε πρώτα ένα αντίβαρο και μετά να σπάσουμε το περίβλημα μας. Εγινε σχεδόν εθιστικό να προφυλάσσουμε τα νώτα μας, να κρατάμε πισινή στην εποχή της εσωστρέφειας. Ακόμη και από τους φίλους.

Και όμως ....Αλληλοσυμπληρωνόμαστε. Τα κενά σου και τα κενά μου. Αφού σταμάτησες να μιλήσουμε, να αλληλοασπαστούμε, να ανταλλάξουμε τα μηνύματα μας, σημαίνει ότι διέκρινες κάποια κομμάτια που σου έλειπαν. Αυτός δεν είναι ο στόχος μιας σχέσης;
Το συναίσθημα έγινε ανορεξικό μοντέλο που το ζυγίζουμε με το κιλό και με το χρόνο. Κατάντησε συνήθεια πριν καλά-καλά αγγίξεις το χέρι, να αναλύεις εμβριθώς τι σε τραβάει, τι σε συνδέει, τι σου αρέσει, την κοινωνική τάξη, το επάγγελμα. Και δεν σταματάμε εκεί... κλωσάμε τις επιθυμίες μας να ωριμάσουν. Για να δεις τα πράγματα σε βάθος χρόνου, λένε, μη τυχόν και φανείς αφελής ή ελαφρύς. Πέφτει βαρύ να πεις απλώς: μ' αρέσεις, περνώ καλά μαζί σου.

Ποια αγάπη φιλική, ερωτική, αδελφική, ανθρώπινη είναι αυτή που δεν τολμάει να παρουσιαστεί με το όνομα της; Σκυλομετάνιωσα όσες φορές, άτεχνα και παρεμπιπτόντως, προσπάθησα να περιγράψω τα αισθήματα μου αντί να κάνω το αυτονόητο: να ανοίξω μια αγκαλιά...

Ίσως τα πράγματα θα ήταν απείρως πιο απλά αν θυμόμαστε ότι αύριο μπορεί να πεθάνουμε, και αν όχι αύριο, αυτό θα γίνει σίγουρα σε κάποιους μήνες ή σε μερικά χρόνια, λίγα ή πολλά τίποτα δεν αλλάζει, μια και σχεδόν ποτέ δεν ξέρουμε. Θα ‘θελα να ξεδιπλώσουμε τις επιθυμίες μας και να μιλήσουμε για αυτά που προσδοκούμε, για ό,τι αισθανόμαστε -πριν χαθεί ο ήλιος μας.

Να βάλουμε τα καλά μας και, τα πρωινά που μας χαϊδεύουν, να πιούμε ένα καφέ που δεν θα μας πιει, χωρίς να πούμε ότι άργησα πάλι στη δουλειά. Η ευτυχία κρατά τόσο λίγο, όσο ένα κύμα στην ακτή. Κι αν δεν τα καταφέρουμε τώρα που οι νύχτες γλυκάνανε, πληθαίνουν και οι προκλήσεις για μια βόλτα στο καλντερίμι. Με την πρώτη ευκαιρία θα πάμε μια εκδρομή, ένα ταξίδι φαντασίας: Θεσσαλονίκη Μονεμβασιά με φουλ στα κόκκινα τη διάθεση και στον ήχο να ζωγραφίζονται τα αγαπημένα κομμάτια που σε ταξιδεύουν. Κουράγιο λες ... Μπορεί και εσύ μαζί τους να ταξιδέψεις. Θα είναι μια άμωμος σύλληψη, μιας και το αύριο μπορεί να μην υπάρξει.

ΥΓ. Ξαναδιαβάζοντας το κείμενο πριν το παραδώσω στο ατελιέ συνάντησα την ανακολουθία του λόγου μου «Μετάνιωσα που ποτέ δεν της είπα πόσο την θαύμαζα. Τώρα φοβάμαι πώς θα φανεί...».Τόσο ανόητο και πόσο τετριμμένο... Θέλησα να το σβήσω. Θα σβήσει όμως, σκέφτηκα, μόνο αν ειπωθεί

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2005

Τα εορταστικά τριήμερα μας απειλούν.

Χαλβάς, λαγάνες και μπόλικο πιοτό. Λαϊκοδημοτική ορχήστρα! Ξυλοπόδαροι, παντομίμα, ταχυδακτυλουργικά νούμερα, ένα ξεφάντωμα γέλιου και χαράς. Το μόνο που ζητάει ο Δήμος της Άνω-Κάτω Παραναγούλας από τους πολίτες είναι να έρθουν με κέφι για να διασκεδάσουν.
Ποιος διασκεδάζει;

Μια δωρεάν κουταλιά ταραμά ανταλλάσεται με το κουκούτσι που υπάρχει στο κεφάλι. Μπουκώνοντας με χαλβά τον εγκέφαλο αναπλάθεται σαν κουρκούτι η χαμένη μας ουσία. Της γιορτής, της παράδοσης... Αυτής που μόνο που με παρωδία μοιάζει.
Διασκεδάστε διαλαλούν οι αμφιτρύωνες μας, παρακολουθώντας παραδοσιακά κούλουμα με εύγεστα βραζιλιάνικα κωλαράκια! Εκλύεται ο απελπιστικά καταπιεσμένος επαρχιώτικος ερωτισμός μας. Τρέφοντας βαθύτατο σεβασμό και για την παράδοση αλλά και για την οφθαλμολαγνεία αναρωτιέμαι ποια συνταγή θα καταπολεμήσει την πλήρη έλλειψη αισθητικής....

Κάτι τέτοια τριήμερα που νηστεύει η αισθητική, τα οργανωμένα «γλέντια» που γίνονται για να «διασκεδάσεις» μόνο θλίψη προκαλούν.
Αναρωτιέσαι τι είναι προτιμότερο να κάνεις.... Να παραμείνεις στη πόλη με ερμητικά κλεισμένες τις πόρτες ή να μπεις στον πειρασμό να βγεις και να σε εξουθενώσει το τριήμερο;

Σερφάρω στο internet και η ενοχλητική μύγα (πού στο διάολο βρέθηκε χειμωνιάτικα;) που τριγυρνά στο δωμάτιο, ξύνεται πάνω στην οθόνη μου και με προκαλεί να την πετύχω. Παραφυλάω μια στιγμή αδυναμίας της για να την εξαφανίσω. Αν τα καταφέρω, το βράδυ, όταν η πόλη αδειάσει εντελώς, θα βγώ. Ψάχνοντας για συμπαράσταση θα χαμογελάσω στην κοπέλα στο διπλανό τραπέζι. Σαν να λέμε μυστικά: επιτέλους μόνοι...έφυγαν αυτοί που δεν τους καταλαβαίνουμε και δεν μας καταλαβαίνουν
Η αληθινή γιορτή θα ξεκινήσει όταν από μακριά θα ακούει την ανάσα μας.

ΥΓ1 Tα παιδιά δεν πετάνε χαρταετούς, παρά μόνο κάτι πατέρες που θυμώνουν αν δεν χειροκροτηθούν. Αφού στριμώχτηκαν στο αυτοκίνητο για να πάνε να αθλιέψουν με την παρουσία τους την εξοχή και αφού ασέλγησαν τον περίγυρο τους αναλύοντας στους ομοίους: ποια βγήκε με ποιον, ποιος κοιμήθηκε με ποια, ποιος χωρίζει, μπαϊλντισμένοι, σε κατάσταση μέθεξης, έχοντας καταβροχθίσει με κατοχικό σύνδρομο ό,τι θεωρητικά τρωγόταν, επιστρέφουν σε ατέλειωτες ουρές, είτε με κατεβασμένα μούτρα είτε τρίβοντας ευχαριστημένοι τη κοιλιά τους, με τα σκυλολαϊκά στη διαπασών. Το έργο ολοκληρώνεται με τις σακούλες σκουπιδιών που αφέθηκαν ή γκρεμίστηκαν στις πλαγιές και τα κουτάκια των αναψυκτικών που θα ανακυκλώσει η φύση.

ΥΓ2 Ποιος θα που πει ένα βιβλίο που θα με ανεβάσει, κατεβάσει, δεν έχει σημασία, αρκεί να με παραπλανήσει... Βοηθείστε... Οι φίλοι μου έχουν προ καιρού ομαδικώς μεταναστεύσει σε πιο εύκρατα κλίματα κι εγώ θέλω να κυλήσει ο χρόνος μου για να μπω στα βρώμικα, αγαπημένα μεθεόρτια

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2005

Καρναβαλική επικαιρότητα : οι φαρισαίοι

Οι "φαρισαίοι" πρέπει να ανακυρηχθούν σε προστατευόμενο είδος!
Αιώνες τώρα διαπρέπουν. Καμμια κάθαρση δεν δικαιούται να τους εξαφανίσει! Είναι οι πρώτοι καρναβαλιστές!(Καρναβαλιστές με κανιβαλική διάθεση)

Επιστρέφει μετά από μια εξοντωτική μέρα δουλειάς. Σήμερα πρέπει να βιαστεί αν θέλει να προλάβει! Βγάζει βιαστικά τα ρούχα, παίρνει μια βαθιά ανάσα και φορώντας μόνο τα εσώρουχά κατευθύνεται προς τον καθρέφτη. Με ευλάβεια, σχεδόν τελετουργικά, βγάζει τη στολή για τη γιορτή και ντύνεται γυναίκα ή άνδρας, πόρνη ή κόμμισα. Τι είναι αυτό που δεν είσαι και το παριστάνεις και τι είναι αυτό που στα αλήθεια είσαι και το πραγματώνεις αυτή τη μέρα;

Μου πήρε καιρό για να παραδεχτώ ότι τα πάρτι μεταμφιεσμένων είναι μια δειλή μικρή φυγή. Που φυσικά συνοδευόμενη από μια κρυφή επιδειξιομανία κρύβει ένα βαθύτατο κομπλεξισμό. Μοιάζουν με τη καθημερινή μάσκα που έντεχνα φοράει ο καθένας μας, για λόγους επαγγελματικούς, ή για κάποια άλλη αιτία -αρμοδιότητας ψυχιάτρου.
Κατανοώ όσους ανακατεύονται με τους μασκαράδες (είτε από αβρότητα για να μη χαλάσει το πανηγύρι είτε πάλι από φόβο) γιατί πάντα οι μασκαράδες ενώνονται και εναντιώνονται σε όσους διαφέρουν.

Αγκαλιάζω τα συναισθηματικά κουρέλια που ντύνονται και βάφονται για τη γιορτή. Συμπαρίσταμαι πλήρως σε όσους είναι ασορτί με το ανήλικο τους μήπως και του αποσπάσουν το θαυμασμό.Κατανοώ και όσους δεν χωνεύουν τον εαυτό τους*.
Όμως δεν κατανοώ όσους περιμένουν μια οποιαδήποτε μέρα στο χρόνο, για να ζήσουν ζωή χαρισάμενη. Όσους περιμένουν κάτι να αλλάξει για να αρχίσουν να ζούνε. Είναι πολλαπλά τεκμηριωμένο ότι με καμιά μάσκα δεν θα ζήσουμε τον ευδαιμονισμό που μας λείπει.

Δεν μ' αρέσουνε τα πάρτι που βγάζεις τα απωθημένα σου παριστάνοντας κάτι άλλο. Διότι δεν εμπιστεύομαι ούτε τα απωθημένα ούτε και αυτούς που τα κουβαλάνε. Ιδιαίτερα με ενοχλούν οι ακρότητες, που αντί να εκδηλώνονται φυλάσονται σε μυστικά συρτάρια .
Την τρέλα του καρναβαλιού, αν δεν μπορεί να γίνει η καθημερινότητα μου, την αποστρέφομαι μια και είναι θλιβερό να μεταμφίεζεσαι σε κραιπάλη.Καταντάει το γλέντι να ειναι μια παρωδία από τις μέρες που θα θέλαμε να ζήσουμε. Κάθε μου κύτταρο συμπαραστέκεται στους ευδαιμονιστές που θέλουν πίσω την ηδονή της καθημερινοτητας.

Γι' αυτό δείξτε και σεις λίγο επιείκια, που μου λείπει η επιπολαιότητα της γιορτής...
(Οι σαλεμένοι γιορτάζουν όλο το χρόνο)

ΥΓ1 * Τις βάζουνε κουρούνες και τις βγάζουνε μοντέλα.Τόσο πια δεν χωνευουμε τον εαυτό μας. που μετά το τηλεριάλιτι της Αμερικής εμφανίστηκε και σχετική ελληνική εκπομπή! «...σας χαρίζουμε ένα καινούριο πρόσωπο, ένα καινούριο σώμα, μια καινούρια ζωή. Το ασχημόπαπο γίνεται κύκνος, η χρυσή μετριότητα μεταμορφώνεται σε βασίλισσα της ομορφιάς...» Δίαιτα, γυμναστική, επεμβάσεις, κατάλληλο μακιγιάζ, πλαστικά βυζιά, ανόρθωση του ηθικού και κατάπτωση της κάθε αξίας.

ΥΓ2 Θέλω να κάνουμε ένα πάρτι. Όχι γελοία συναθροιση δημοσίων σχέσεων, ούτε θλιμένο μπαλ μασκέ με κότες και κοκότες. Τέτοια εποχή όμως δεν μ' αρέσει... Ας τελειώσουν πρώτα οι χοροί που σαν βάρη περιττά μας φθείρουν, ας καταλαγιάσει και η κανιβαλική μας διάθεση και μετά θα φωνάξουμε όλους τους μποέμ για να γίνουμε όλοι μαζί κουρούμπελα. (εγγυημένα χωρίς καμμία δημοσιότητα για τους συμμετάσχοντες). Γιατί τη διασκέδαση πρέπει να την παίρνουμε στα σοβαρά.

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2005

Πέρα από τα όσκαρ

Ήταν λιπόσαρκος μα ευθυτενής. Γύρω στα 40. Κοστούμι από τα ετοιματζίδικα, ίσως ήταν το καλό του. Βήμα ασταθές, παπούτσι πολυφορεμένο, ένας a priori χαμένος, όπως λέει κάποια φίλη. Πολύ καθημερινός χαμένος ή καλύτερα κυνηγημένος από το πλήθος Κοιτούσε δεξιά αριστερά λες και προσπαθούσε να σε πείσει για την αγοραφοβία του. Ένας από αυτούς που δεν συχνάζουν στο social και στο ...

Αυτή όμορφη, κόρη καλής οικογένειας, με μεγάλη ακίνητη περιουσία, όπως θα έγραφε η αγγελία συνοικεσίων. Φάνηκε στη γωνία με το φοξ τεριέ της να προηγείται. Με ένα ελαφρά χορευτικό βάδισμα που πρόδιδε τα μαθήματα μπαλέτου, στο βλέμμα της ήταν ολοφάνερη η αδημονία. Χαμογελούσε σαν μικρό παιδί. Η ένωση τους ολοκληρωτική, δημόσια. Χείλη τρεμάμενα. Αγκαλιάστηκαν στα τρία μέτρα μπροστά μας διαρρηγνύοντας τη βουή του πλήθους.

-Τι του βρήκε; αναρωτήθηκαν μεγαλόφωνα στο διπλανό τραπέζι του παραλιακού καφέ...Αυτή με όλες τις προδιαγραφές tre sic, αυτός...

Απέρριψαν την εικόνα του άνδρα με το μαραμένο ύφος. Το ποια είναι η ιστορία του και τι κρύβει το μυαλό του, αν έχει συναισθήματα, όραμα και πίστη κανέναν δεν αφορά. Δεν υπακούει στους κανόνες, ξενίζει με την εμφάνιση του. Αφού δεν ανήκει στους ωραίους, σχολιάζουν οι δίπλα, θα μπορούσε να κανει μια προσπάθεια. Ας κρατούσε το «Από τη μεριά του Σουάν» στα χέρια, ή μια σπάνια επιφυλλίδα του '30. Θα έπαιρνε σίγουρα κάποιους πόντους. Αν δεν ανήκεις στους ευνοούμενους της φύσης, χρειάζεσαι τουλάχιστον την επίφαση της κουλτούρας για να καλύψεις το «κενό».

Σκεφτόμουν ότι όλοι μας, λίγο πολύ, βαθμολογούμε πάνω σε κάποια κλίμακα αξιών. Και αποδεχόμαστε ταυτόχρονα χιλιάδες νόθες βραβεύσεις που αιτιολογούν την ανεπάρκεια μας. Η ίδια η δημιουργία ολοένα και περισσότερων επιτροπών και διαγωνισμών που σε καθοδηγούν για το τι είναι ωραίο, τι πρέπει να δεις, να ακούσεις, να φας, να σου αρέσει, να αγαπήσεις αποδεικνύει ότι κατ’ ουσίαν παραμένουμε κουραδίτσες, παθητικοί θεατές. Με τόσους ειδικούς περιττεύει να σκέφτεσαι. θα βάλουν αυτοί την σφραγίδα –βραβευμένη ποιότητα το ονομάζουν- σε ό,τι είναι ορθό να ξεχωρίζεις.

Κοινώς μια σούπα με κομένο αυγολέμονο με μπόλικο κόκκινο σαφράν και λάμψη μια τέχνης (οποιασδήποτε) που οφείλεις να εθιστείς. Σερβίρεται χλιαρή σε πορσελάνινο πιάτο... Δεν είναι κακό.. Κακό είναι που απαρνήθηκες τις γεύσεις σου και πρόδωσες τον ουρανίσκο σου

Κανονικά θα αναθεωρούσα τη στάση μου όμως δεν ήξερα ότι οι ταινίες που αγάπησα δεν έχουν πάρει Όσκαρ. Τα βιβλία που με ξενύχτισαν δεν έχουν τιμηθεί με Νομπέλ και τα τραγούδια που παίζει το εγκεφαλικό μου πικάπ δεν καταδέχονται τα Grammy. Και από ό,τι ενθυμούμε δεν υπέγραψα καμμια σύμβαση αποδοχής του βραβευμένου φαίνεσθαι. Τώρα είναι αργά. Και στις γυναίκες που αγκάλιασα και ερωτεύτηκα μόνο βραβείο αντοχής μπορώ να δώσω! Ενας κοινότατος άνδρας που αναζητεί στα μπαχαρικά τις γεύσεις.
Βαδίζουν αγκαλιασμένοι. Λάμπουν τα μάτια του και σαν χαμογελά αστράφτει. Αυτή κρέμεται στον ώμο του και προσπαθούν να συντονίσουν το βήμα τους στον παλμό της καρδιάς.

Ζηλεύω...
Η εικόνα δεν συμφωνεί με τα πρότυπα. Δεν θα μπορούσε να σταθεί σαν κινηματογραφικό ζευγάρι. Γι’ αυτό και ξινίζουν οι θεατές. Τι να προτείνεις υπερασπιζόμενος; Ότι ταιριάζουν εγκεφαλικά; Είναι τραγική ειρωνεία ένα συναίσθημα, ένα έργο τέχνης, μια μελωδία να χρειάζονται επεξηγήσεις.

Όσα κατά καιρούς πραγματικά με άγγιξαν, ξύπνησαν συναισθήματα μέσα μου, έντονα συναισθήματα, κλάμα ή γέλιο μέχρι δακρύων, θυμό, συγκίνηση, ανακούφιση... Μόνο αυτά θυμάμαι, γι' αυτό και υποκλίνομαι σε όσους τα προκαλούν. Υπακούνε στο ένστικτο τους και φωτίζονται από τη φωτιά που καίει τα σωθικά τους.

Το τι αρέσει στον καθένα μας είναι άρρηκτα δεμένο με τις σκέψεις, τις ιδέες, τον χαρακτήρα του, γι' αυτό και κανένας δεν θέλω να μου πει αν αυτά που σκέφτομαι είναι σωστά ή λάθος. Αν πραγματικά κάτι ενθουσιάζει την ψυχή μας όλα τα «πρέπει» τα παραχώνουμε, σε κάποια γωνία του εγκεφάλου μας ως «άχρηστες πληροφορίες»!

Καθώς απομακρύνονται από το οπτικό μου πεδίο σκέφτομαι ότι αυτό που θα μου μείνει σαν εικόνα είναι η λάμψη που είχαν τα μάτια τους. Πιο λαμπερά από τα αστέρια του Χόλιγουντ. Ίσως γιατί αυτοί σαν γνήσιοι ηδονοθήρες έσπασαν την οκνηρία των κατευθυνόμενων επιλογών πρωταγωνιστώντας οι ίδιοι στο παιχνίδι της ζωής τους
ΥΓ Χαίρομαι που κάποια mail τρέφονται με την ένταση της φαντασίας

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2005

Τα πάρτι των μοναχικών

Ξημερώνει ακόμη μια μουντή μέρα. Στα τζάμια που εμποδίζουν τον νοτιά, κυλάνε οι σταγόνες που θέλησαν να εισβάλουν στο σπίτι σου. Ακόμη μια εισβολή που πρέπει να της αντισταθείς. Ποια από τις μελαγχολίες που σε κυνηγάνε να εξολοθρεύσεις πρώτα;
Ασφυκτικά κλεισμένος στον μικρόκοσμο σου αδυνατείς να ακούσεις κάτι παραπάνω, εκτός από τις φωνές της προηγούμενης βραδιάς. Τριγυρίζουν απρόσκλητες στο κεφάλι σου και ενισχύουν το αίσθημα μοναξιάς που σε κατακλύζει ξυπνώντας σε άδειο κρεβάτι...
Γιόρτασες το πνεύμα του «Αγίου αυτών που αγαπάνε» αλλά μια ερώτηση σε τριγυρίζει... «Αρκεί το φιλί για να γίνει ο βάτραχος πρίγκιπας, αν είναι φύσει δύσπιστος;»

Δεν είχες ξαναδεί τόσους πολλούς «μόνους» να χορεύουν στο ρυθμό των πάρτι του «μαζί». Τρόμαξες! Ήπιες πολύ για να συμμετέχεις στο παιχνίδι, ελπίζοντας ότι έτσι θα πείσεις τον εαυτό σου πως γιορτάζεις. Προσπαθείς να τραγουδήσεις πιο δυνατά από τη μουσική , μήπως και ξεχαστείς.

Μήπως έτσι δεν ένιωσες την Πρωτοχρονιά που άνοιξες τα μάτια σου; Έκανες όλα αυτά που «πρέπει» για να περάσεις καλά. Δεν κάθισες σπίτι, βρέθηκες με κόσμο πολύ, έβαλες το καλύτερο χαμόγελο για να σε βρει η νέα χρονιά ... Έγινε η θετική αποτίμηση σου αλλά στο τέλος έμεινες με τις αντιστάσεις και τους όρκους σου κλεισμένος πίσω από τα τείχη που ύψωσες. Η μυρωδιά της γιορτής εξατμιζόταν απ' το κορμί σου.

Όταν τα φώτα τις γιορτής πέσουν, κάποιοι θα μείνουν μόνοι. Δύσπιστοι και μόνοι, πιο μόνοι από ποτέ! Κι ας το ξεγέλασαν πρόσκαιρα. ΄Έτσι είσαι, αφού έτσι νιώθεις... Έπεσες στην παγίδα.

Φαντάζεσαι και σκηνοθετείς τη ζωή σου κάπως και αυτή την προσδοκία την μετατρέπεις σε απαίτηση που μόνο αν υλοποιηθεί αισθάνεσαι ότι θα μπορεί να περνάς καλά.
Πόσες νεκρές επετείους θα γιορτάσεις ακόμα, παρέα με τους πολλούς αλλά χωρίς τον εαυτό σου; Πόσα μεθύσια ακόμα θα «χτίσεις» μεθοδικά μόνο και μόνο για να δεις τον εαυτό σου διπλό και τριπλό στον καθρέφτη του ασανσέρ και να νιώσεις την επίφαση της συντροφικότητας;

Στην πραγματικότητα κανένας άνθρωπος δεν είναι μόνος. Μόνος μένει αυτός που δεν ξέρει τι έχει. Τον εαυτό του, την ψυχή του, την καρδιά του, την σκέψη του, τις μνήμες του, τη μυρωδιά αυτών που τον σκέφτονται. Στην αύρα μιας και μόνης ζωής μπορούν να στριμωχτούν τόσες μα τόσες πολλές διαστάσεις, όσες χαρές και συγκινήσεις!
Αν το «εγώ» σου συμπεριλαμβάνει ότι θεωρείς οικογένειά σου, αν έχεις έστω και ένα φιλικό πρόσωπο που είναι σάκος του μποξ και καθρέφτης σου, χρειάζεσαι Χριστούγεννα με φώτα, επίορκους αγίους και δώρα για να σε ενώσουν μαζί τους; Άλλωστε πόσοι νομίζεις μπορούν να σε αντέξουν;

Κάθε μέρα κάτι σημαίνει! Και είναι μοναδική, όπως η στιγμή που αντίκρισες ή θα αντικρίσεις το πρώτο σου παιδί. Δεν θα έχεις την ευκαιρία να την επαναλάβεις! Ακόμη και τη μέρα που εκείνος ο ανόητος σου «έφαγε» το φτερό του καινούριου σου αυτοκινήτου κι ας επιθυμείς διακαώς να το ξεχάσεις! Όμορφη είναι και η μέρα που έπεσες από την σκάλα και φόρεσες κολάρο! Και ξέρεις γιατί; Γιατί μετά από ό,τι σου συνέβη βγήκες νικητής, γονιός, ζωντανός! Γιατί συνέβη σε 'σένα και ήσουν εκεί να το ζήσεις, άνθρωπέ μου! Δεν χρειάζεσαι καμιά γιορτή να σου θυμίζει ότι ζεις!
«Ανάσταση» είναι κάθε πρωινή ηλιαχτίδα που τρυπάει τις κουρτίνες, κάθε μπουκιά φαγητού που δοκιμάζεις, κάθε χαμόγελο της μανάβισσας της γειτονιάς, κάθε φιλί που ανιδιοτελώς σου χαρίζει ένα παιδί, κάθε μουσική που σου ξυπνάει συναισθήματα και κάθε τραγούδι που πιστεύεις πως γράφτηκε μόνο για σένα.

Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία, από το να είσαι υγιής και ζωντανός και να χαίρεσαι την κάθε μέρα μόνο και μόνο, επειδή βλέπεις το φως κι ακούς τις φωνές των παιδιών της γειτονιάς. Και αν χρειαστείς βοήθεια να είσαι σίγουρος άνθρωπε μου ότι κάποιος θα χαρεί να στη προσφέρει. Αρκεί να ξέρεις να τη ζητήσεις. Ζήτα την προστασία του και δοσ' του τη δική σου !
Παράξενα σχήματα κάνουν τα σύννεφα σήμερα εδώ στη Θεσσαλονίκη

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2005

Αγάπη: Γένους θηλυκού, γένους ανυπεράσπιστου...

Αγάπη: (λεξικό Τεγόπουλος-Φυτράκης): βαθιά ψυχική συμπάθεια, στοργή // ψυχικός δεσμός, φιλία // ζωηρό ενδιαφέρον, κλίση, αφοσίωση σε κάποιον ή σε κάτι // ο έρωτας.
Η αλήθεια είναι ότι περιφρονώ αυτή την λέξη που βάλλεται ανυπεράσπιστη πανταχόθεν. Ο καθένας τη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν....

Για να εξυπηρετήσει εμπορικούς σκοπούς της στήνουν γιορτές, τη βάζουν να κοσμεί αρκουδάκια, σώβρακα, στυλό, μπουκάλια, λανσάροντας έναν ανόητο τρόπο έκφρασης. Τη χρησιμοποιούν και αυτοί που εκφράζονται μέσα από τα lifestyle περιοδικά με την υποτιθέμενη γλώσσα των νέων και διόλου ωραίων: «ξυπνάω το πρωί ταυλωμένη και θέλω τα μαμήσια μου, αγαπούλα.» Τόσο κακόγουστη που ρυπαίνει την αισθητική μας! Προτιμώ την καθαρή κοφτή γλώσσα που έχει χρησιμοποιήσειί ο Εμπειρίκος στο «Μέγα Ανατολικό» κι ας αδυνατώ να αντιληφθώ τη λογοτεχνική του αξία.

Η γυναίκα από την Ερεσό λάτρεψε την αγάπη και την ύμνησε στο πρόσωπο της Ατθίδος όμως -αν είναι αλήθεια ο θρύλος - είναι συγκλονιστικό ότι όταν την εγκατέλειψε για χάρη ενός άνδρα έκοψε το νήμα της ζωής της. Η Σαπφώ που ερωτεύεται παράφορα βιώνει τη λατρεία, την απόλαυση, την ανατριχίλα, την απώλεια και την απόγνωση. Η αγάπη δεν έχει φύλο και μορφή, ούτε καθορίζει την αξία και το μέγεθος της το αν είναι ομοφυλόφιλη ή ετερόφυλη.

Έχω ζήσει ελάχιστα επεισόδια της, όμως ξέρω πως κάθε φορά έχεις τα ίδια άγχη, κουβαλάς τις ίδιες ελπίδες, προφέρεις τα ίδια λόγια, αφουγκράζεσαι τους ίδιους παλμούς προσπαθώντας να μεταφέρεις όσα νιώθεις.

Ξέρω τι σημαίνει η απουσία της. Έχω ακούσει ανθρώπους να υποφέρουν και έχω δει άλλους σχεδόν να λιώνουν. Μου έχει λείψει και την έχω αφήσει λειψή, ανολοκλήρωτη. Βουλιάζεις στον πάτο, συντροφιά με χάπια και μποτίλιες γεμάτες αμαρτίες και αναμνήσεις. Κι όμως, ποτέ δεν αντιλήφθηκα το μέγεθός της τη στιγμή που τη ζούσα.
Απεχθάνομαι τις σινιέ αγάπες, τις όμορφες, τις τέλειες, τις χωρίς κυτταρίτιδα... αυτές που είναι νομοταγείς όπως ένας ναζί. Λατρεύω τις ανήσυχες, τις υποψιασμένες, τις καταραμένες. Οι δικές μου αγάπες κρύφτηκαν στις σελίδες κάποιων βιβλίων και άλλες περιφέρονται ως κολασμένες ψυχές:

Δεν λογάριασα ποτέ το κορμί μου, είπε αυτή. Η ηδονή είναι προνόμιο του ελεύθερου ανθρώπου καθώς είναι η τροφή ανάγκη του καθενός. Μα η αγάπη είναι άλλο πράμα... Μη μ' αγγίζεις! (Το χαμένο νησί, Μ. Καραγάτση)

Και τελοσπάντων, τελοσπάντων πριν από μερικές μέρες ήσουνα μια θεότητα, πράγμα τόσο βολικό, τόσο ωραίο, τόσο απαραβίαστο. Και να που τώρα είσαι γυναίκα (Μπωντλαίρ προς Απολλωνία Σαμπατιέ)

Ξέρεις τι θά θελα μου λέει. Μια αγάπη βουβή σαν του Γιούνες. (Αριάγνη Στρατή Τσίρκα το δεύτερο βιβλίο από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες)
Παραφωνία ο λόγος που για να την εκφράσει, περνάει μέσα από την εγκεφαλική λογική και την κοινωνική ευπρέπεια. Πιο αληθής και αυθόρμητη η έκφραση της αγάπης με μια στύση, με μια τεντωμένη ρώγα, με την ερωτική μυρωδιά, το τρεμάμενο χέρι, τον ίλιγγο ή έστω τη ζάλη που σου προκαλεί το άλλο μισό.

«Πρέπει να προσέχεις τα λόγια σου»...λένε οι φίλοι μου «να είσαι ευπρεπής» (Τα οικεία μου πρόσωπα τρομοκρατήθηκαν, όταν τους εξομολογήθηκα ότι όχι μόνο ακούω φωνές αλλά ότι εδώ και λίγες μέρες άρχισα να στήνω ολόκληρες συνομιλίες μαζί με τον Δάμωνα - (Δαίμονας-Damon), όπως χαϊδευτικά αποκαλώ πλέον τη φωνή που προέκυψε μέσα μου-.... Για να με βοηθήσουν να το αντιμετωπίσω, μου συνέστησαν να ξαναδιαβάσω την «Ασκητική της Αγάπης» της Γερόντισσας Γαβριηλίας. Εκεί θα βρω τις απαντήσεις, είπαν).

Τώρα να είναι σύμπτωση ή κάτι άλλο, που ανοίγοντας το βιβλίο έπεσα επάνω στο « "εθελοντές" άγγελοι κρύβονται μέσα σε ανίατους και ψυχοπαθείς αρρώστους... για να δοκιμάζουν την αγάπη μας». Αυτό που πάντα με ικανοποιούσε στο χριστιανισμό είναι ότι κάποιοι έχουν για όλους μια καλή κουβέντα...

Με προβλημάτισε αν είναι καλό ή κακό πνεύμα αυτός ο Δάμωνας... Δεν ξέρω αλλά σκέφτηκα ότι είναι πολύ καλύτερο που ήρθε αυτός και με βρήκε στη γη, από το να πάω να τον βρω εγώ εκεί που ήταν... Από εδώ και πέρα θα είμαι ευγενικός, δεν θα προσπαθώ να τον διώξω. Χωρίς πολλά κολλητηλίκια όμως... Όταν αποφασίσει να φύγει δεν θα 'θελα να με πάρει μαζί του.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2005

Καινά δαιμόνια

Δαιμόνια με περιτριγυρίζουν εδώ και μια βδομάδα, βάζουν λόγια στο στόμα μου. Aτυχίες με περιβάλουν: τα μηχανήματα δεν δουλεύουν, αιφνίδια κρυολογήματα του προσωπικού, το εργασιακό μου περιβάλλον φλέγεται... Παράξενα και αντιπαθητικά φαινόμενα συμβαίνουν όχι μόνο σε μένα αλλά και σε άλλους κοντινούς μου. «Να κάνουμε ευχέλαιο», αναφώνησε η αγία προστάτης μου. Μας γλωσσοφάγανε, μας βάλανε στο μάτι! Με συνοπτικές διαδικασίες ορίστηκε η συνάντηση των δαιμονίων με τον παπά την Τετάρτη. Αμέσως μετά κανονίστηκε να κόψουμε τη βασιλόπιτα και να ανοίξουμε σαμπάνιες. Τι ανακούφιση! Μ' αρέσουν τα ετεροχρονισμένα γλέντια.

Τι απομένουν; Σάββατο, Κυριακή, Δευτέρα, Τρίτη... «τέσσερις μέρες από σήμερα» σκέφτηκα, «θα χαλαρώσω και θα περιμένω να ξορκίσουμε το κακό μάτι». Χαμογελώντας αντιμετωπίζεις την ζωή.

Σάββατο πρωί με τρακάρανε.Αν είναι κάποια αιθέρια καλλίγραμμη ξανθιά αυτή που έπεσε πάνω σου, τότε «ουδέν κακόν αμιγές καλού»... Αυτό στις ταινίες, γιατί τις περισσότερες φορές αυτός που σε τράκαρε έχει σύνδρομο κουτσαβάκη. Ανοίγοντας το στόμα του ευτελίζει τον όρο μαγκιά.

«Όλα αντιμετωπίζονται», είπα μέσα μου. Έτσι με χαλύβδινη πίστη το βαθύ μεσημέρι έμαθα από το τηλέφωνο ότι χτύπησε ο συναγερμός στο γραφείο... Ψεύτικος αποδείχτηκε ο συναγερμός αλλά στη συνέχεια παραήταν αληθινή η πλημμύρα στη ρεσεψιόν. Τα νερά από τα καλοριφέρ τρέχανε ασταμάτητα στον κάτω όροφο

Όλα γίνονται, όλα διορθώνονται... Φυσικά! Όπως και πάντα υπάρχει χρόνος για να γίνει ένα νέο κακό. Βραχυκύκλωσε και ο πίνακας της ΔΕΗ, με αποτέλεσμα να μην έχουμε τη Δευτέρα ούτε θέρμανση ούτε ηλεκτρικό ρεύμα για να κινηθούν τα κλιματιστικά να σπάσει λίγο το κρύο. «Τουλάχιστον», σκέφτηκα «ησύχασα από τις εσωτερικές μου φωνές, αυτές που κάνανε το καλό να βλέπω για κακό». Αυτές που με οδήγησαν σε διαπληκτισμούς με τους οικείους μου για τα όσα γράφω.

Φευ!... Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον. Μετά την πλημμύρα και την διακοπή του ρεύματος επανήλθε με έντονη βερμπαλιστική διάθεση και η τρισκατάρατη φωνή που με βασανίζει, ανοίγοντας νέους δρόμους για προβληματικούς προβληματισμούς
«Ευγενέστατος είναι ο αξιότιμος κύριος νομάρχης σας....»
Δεν απαντώ... περιμένω να δω που θα καταλήξει
«χεχεχε στη συναυλία που έγινε τη Δευτέρα για το τσουνάμι στο Βελίδειο, ζήτησε συγγνώμη από το κοινό που δεν υπήρχαν λαμπερά ονόματα ανάμεσα στους καλλιτέχνες...»
Ευγενέστατος σε μία αναιδή εποχή! Γιατί ψέματα είπε; Ή ενόχλησε τη σεμνοτυφία μας η προσφώνηση «λαμπερά» Για ονόματα μίλησε όχι για καλλιτεχνικές αξίες. Λαμπερός σήμερα είναι ο καλλιτέχνης με το μεγαλύτερο μεροκάματο και τους περισσότερους πωληθέντες δίσκους (δύο πράγματα που διαμορφώνουμε εμείς δηλαδή). Ή μήπως φταίει αυτός που τα λαμπερά ονόματα προτίμησαν το κλειστό του ΟΑΚΑ των 17.000 θεατών με την πανελλαδική κάλυψη της ΕΤ; Τελικά ό,τι και να λένε ο κ Ψωμιάδης είναι ροκ και αρχίζει να μου αρέσει. (Αυτός όχι οι απόψεις του...).

Για να μην απεμπολήσω, βέβαια, το θάρρος μου μετά τα πολλαπλά χτυπήματα, με βρήκε η νύχτα στα δυτικά προάστια, κάπου ανάμεσα Νεάπολη και Πολίχνη σε ένα νυχτομάγαζο να φαλτσάρω προσπαθώντας να εξηγήσω μέσω του τραγουδιού πως παρόλα όσα συμβαίνουν είναι όμορφη η ζωή. Άδειασα ένα κρασοπότηρο και λέκιασα το κοστούμι μου. Ατυχία αλλά δεν βαριέσαι το φιλοσόφησα... Έτσι μ' αρέσει... τρεις μερούλες μένουνε δεν υπάρχει λόγος να χάνουμε το κέφι μας...Και εκεί που σκεφτόμουν ότι τον τσάτισα το μούργο το δαίμονα μου... εξέβαλε φωνή μεγάλη «Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια!...»

«Ο συνδυασμός τους» απάντησα. Για να μη το διακινδυνεύσεις αρκεί να μη κάνεις και τα τρία μαζί. Γι' αυτό την Τετάρτη μετά τον αγιασμό, μετά τη βασιλόπιτα αλλά πριν να βραδιάσει, θα μαζευτούμε όλοι οι συνεργάτες να γλεντήσουμε, να ξεαπογευματιάσουμε, να διασκεδάσουμε, «για να διώξουμε από πάνω μας το κακό το μάτι», όπως αναφώνησε χαρούμενη και η grand dame των δημοσίων σχέσεων... Βολεύει! τρία αντίμετρα κατά της γκαντεμιάς σε μια μια μέρα... θα σε τσακίσω δαίμονα.

Πάμε μια βόλτα σε μέρη μαγικά που προκαλούνε στύσεις.
Διότι «οι καιροί ου μενετοί» (οι ευνοϊκές περιστάσεις δεν μπορούν να περιμένουν.
Ο παράδεισος μπορεί!

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2005

εκπτώσεις ανθρωπισμού, πτώση του νου (και μένα με περιτριγυρίζουν οι δαίμονες του ... ουου)

Καθισμένος στον καναπέ, στο καθιστικό με σβηστά τα φώτα κοιτώ τα αστέρια. Σουρεαλισμός και παραισθησία κυριαρχούν μέσα στο μυαλό μου. Μπορεί εδώ και χρόνια να κλυδωνίζομαι ανάμεσα στα θέλω και τα πρέπει μου, όμως μόλις αυτές τις μέρες αντιλαμβάνομαι ότι απλά είμαι βαθύτατα αμαρτωλός και ένεκα τούτου τιμωρούμαι.
Δαιμονίζομαι! Το καλό το βλέπω για κακό! Τα κανάλια και οι εφημερίδες κομπορημονούν για το ύψος της χρηματικής βοήθειας που συγκέντρωσε η Ελλάδα για τους πληγέντες από την καταστροφή του τσουνάμι «ξεπερνώντας σε ανθρωπισμό μεγαλύτερες χώρες». Είμαι σκεπτικός και κατηφής, ενώ θα έπρεπε να νιώθω περήφανος; Καταρχήν απο πότε ο ανθρωπισμός μπήκε στην κλίμακα του ευρώ, έγινε μετρήσιμος και συγκρίσιμος;

Δεν είμαι κακόβουλος, εντούτοις με τριβελίζει η σκέψη ότι οι ελεήμονες συμπολίτες μας ακολουθούσαν κανόνες του σύγχρονου μάρκετινγκ, όταν μέσω της τηλεόρασης άρχισαν τις προσφορές «5.000 ευρώ ο κύριος.... της εταιρίας τάδε». Γιατί σε τελική ανάλυση θα έπρεπε να ξέρω ή να νιώθει κάποιος την ανάγκη να δηλώσει την ταπεινή και ανόητη παρουσία του και να ονοματίσει και την εταιρία του; Με βαραίνουν οι υποψίες ότι έτσι πολλοί βρήκαν μια ευκαιρία για να προβάλουν το «κοινωνικό» τους προφίλ.

«Ίσως με κυρίευσε κάποιος εκπεσών άγγελος».... σκέφτομαι... Γιατί δεν μπορεί, αυτός θα φταίει! Δίπλα σε αυτούς τους αξιοπρεπέστατους και φιλεύσπλαχνους συμπολίτες μας, αυτός τοποθέτησε μια εικόνα από καλοντυμένους κυρίους και κυρίες που μετά τον εκκλησιασμό, με large επιδεικτική διάθεση προσφέρουν ελεημοσύνη δειγματίζοντας λεπτά αισθήματα. Εννοείται ότι ουδείς στερείται τα ψίχουλα που καταθέτει στο χέρι ενός κατ' επάγγελμα ή εντελώς οριτζινάλ αναξιοπαθούντα. Και όλοι αυτοί εννοείται ότι πάνω απ' όλα, όπως εγώ, εσείς, όπως όλοι μας δεν έχουν κανέναν συγγενή ρακένδυτο, κανέναν άνεργο, κανέναν άρρωστο σε νοσοκομείο, κανένα γείτονα που να υποφέρει, κανέναν που να χρειάζεται βοήθεια....

Και αλίμονο.... Μήπως θα έπρεπε να καταδικάσουμε τους εκδρομείς της επόμενης μέρας, αυτούς που μια εβδομάδα μετά ταξίδεψαν στα μέρη που έπληξε το τσουνάμι; Δήλωσε κάποιος: «Μα αν δεν πάμε, θα είναι σαν να τους τιμωρούμε, αφού δε θα αφήσουμε χρήματα...» Για μια ακόμη φορά άναυδος... Για συμμετοχή στα συνεργεία διάσωσης ούτε λόγος. Μα είναι σε διακοπές οι άνθρωποι.... «Ακριβώς! Σε διακοπές ανθρωπισμού και διακοπή από την ανύπαρκτη ηθική μας όμως σε πλήρη ταύτιση με την υποκρισία μας» .
Και άρχισε αυτός ο σατανάς να αλλοιώνει ακόμα και τις εικόνες που βλέπω.... Απίστευτο και εξοργιστικό συνάμα... το τόλμησε στη ΝΕΤ σε τηλεμαραθώνιο ανθρωπιάς.... «Μα μόνο 10.000 για τη φανέλα;» ξεστόμισαν οι δημοσιογράφοι! (τους ικανοποίησαν βέβαια οι άλλες τιμές των 1500 - 4.000 ευρώ που πουλήθηκαν τα χειρόγραφα του Κωστή Παλαμά, του Αντώνη Σαμαράκη , το σχέδιο του Μίνου Αργυράκη, η μεταξοτυπία του Γιάννη Τσαρούχη, μία ιστορική λιθογραφία του 1900 και ένα γλυπτό του Γιάννη Μόραλη. Όλα αυτά αν τα αγόραζες στον πλειστηριασμό, δεν θα κόστιζαν όλα μαζί όσο η φανέλα του Βραζιλιάνου ποδοσφαιριστή, Νιβελίνο ή η φανέλα του Μπεκενμπάουερ. Θα έπαιρνες και ρέστα.... «Και γαμώ τους πολιτισμένους είστε» με ειρωνεύονται τα βελζεβουλάκια μου. «Παιδιά είναι»(τα βελζεβουλάκια)... σκέφτηκα και χαμογέλασα!
Να δεις που και αυτό που νομίζω, ότι δηλαδή οι επώνυμοι καλεσμένοι είχαν μια στάση χλευασμού απέναντι σε όσους πλειοδοτούσαν, είναι μούφα. Δεν μπορεί εγώ μόνο να το είδα αυτό.

Αύριο θα τα έχω ξεχάσει, όπως και τόσα άλλα, μαζί και την αξιοπρέπεια μου. Τη βαθύτερη έννοια της λέξης «ανθρωπισμός» ίσως την σώσουν πάλι κάποιοι ανώνυμοι.... που πρόσφεραν, δώσανε και διακριτικά αποσύρθηκαν χωρίς να κάνουν θόρυβο (όπως λέγανε οι παλιοί «κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό»).

Αυτοί με ταρακούνησαν και με έκαναν να ντραπώ
(Σκοτώστε τους, χαλάνε την πιάτσα)
Υποκλίνομαι όμως σε αυτούς (πριν τους εξοντώσουμε)

Υ.Γ Εάν κάποιους τούτο το κείμενο εξοργίσει, ζητώ συγνώμη (που δεν κατάφερα να τους κάνω να ντραπούνε). Σε στιγμές που ντύνομαι με τον μανδύα του politically correct σάς λέω ότι του σατανά είναι τα λόγια, όχι δικά μου. Χρειάζομαι κάτι να ξορκίσει τα δαιμόνιά μου

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2005

11/1/2005

Και σήμερα ακολούθησα τη γνωστή διαδρομή σπίτι-δουλειά. Το γνωστό μποτιλιάρισμα και τα άγνωστα σκυθρωπά πρόσωπα. Ο υγρός άνεμος του πρωινού με έφερε σε επαφή με τις μυρωδιές της Θεσσαλονίκης. Ο κρύος αέρας καθαρίζει τις σκέψεις και ανοίγει τα μάτια.
Με το που παρκάρω λέω «καλημέρα» με (ακόμη) εορταστική διάθεση σε όποιον σηκώνει το βλέμμα του. Κάποιοι ξαφνιασμένοι επιταχύνοντας το βήμα με προσπερνούν, ενώ άλλοι μέσα από σφιγμένα δόντια, πετούν μια βιαστική πολύτιμη «μέρα».

Χαμογελώ... Κοιτάω ψηλά και λέω «καλημέρα» στις μέρες που ονομάζουμε αλκυονίδες. Ολόθερμα ανταποκρίνονται, «καλημέρα καλημέρα» μου λένε με σκέρτσο και χαμόγελα όλο χάρη. Ζεσταίνεται η ψυχή μου και μια ζάλη τυλίγει το σώμα μου που σιγοτραγουδά.
«Ό,τι θέλεις λες» θα μπορούσε να πει κάποιος.

Το να εκφράζεις ή να περιγράφεις κάποια συναισθήματα, ακόμα και να λες μια απλή καλημέρα, κατάντησε να είναι σχεδόν ντροπή... Ως αληθινό, ρεαλιστικό φθάσαμε να δεχόμαστε μόνο κάτι που είναι υλικό και έχει αντίτιμο.

Η γιαγιά μου έλεγε ότι σημασία έχει να μπορείς να αγαπάς και να περιγράφεις τα απλά πράγματα, τα καθημερινά. Να μάθεις να γεύεσαι τις νοστιμιές και να οσφραίνεσαι τη μυρωδιά από ένα κούτσουρο ελιάς που καίει στο τζάκι. Με το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι χειμώνα να απολαμβάνεις μια κούπα ζεστό καφέ. Με την ίδια ζέση μου ζητούσε να προσέξω από το πώς βαδίζουν τα αδέσποτα σε κάποια πλατεία, μέχρι τα παιχνίδια που κάνει το φως με τη βροχή τη νύχτα. «Τότε μέσα σου θα παίζει μουσική», όπως εκείνα τα χρόνια που η αγάπη ήταν αυτονόητη.

Για να γίνει αυτό, έλεγε, φθάνει μόνο να ακούσεις τη καρδιά σου. Η συνταγή είναι τόσο απλή που παραείναι δύσκολη να την πιστέψεις και να την εφαρμόσεις. Αρκεί να αφαιρέσεις από πάνω σου τις επιθυμίες που σε επιβαρύνουνε. Αυτές συνήθως «στις κολλήσανε» όλοι αυτοί που σου λένε με ποιον τρόπο θα γίνεις ευτυχισμένος, τι πρέπει να κάνεις και πώς να φέρεσαι.

Για το καλό σου βέβαια, όπως ισχυρίζονται. Αγνόησε τους! Μόνο εσύ ξέρεις τι είναι καλό για σένα. Οι αληθινά ευτυχισμένες στιγμές καταγράφονται τις πιο συνηθισμένες μέρες. Αυτές αποθηκεύεις καθημερινά, μέσα στα μικρά κουτάκια με την ταμπέλα «αναμνήσεις».

Εικόνες μυρωδιές αγγίγματα. Αν κάποια στιγμή καταφέρεις και τα συγκεντρώσεις, θα «δεις» ποια είναι τα σπουδαία για σένα και τότε θα μπορέσεις να αναθεωρήσεις τις προτεραιότητες σου. Ίσως καταφέρεις να πετύχεις στη ζωή με τους δικούς σου όρους. Μόνο χρησιμοποίησε τις καλά. Φρόντισε να τις ανοίξεις όποτε θα νιώθεις ηττημένος για να ξαναχαμογελάσεις.

Κάποιος μου ψιθυρίζει στο αυτί «πρωί πρωί και είσαι μεθυσμένος»...
Όχι, δεν είμαι μεθυσμένος, είμαι καλοδιάθετος.... αναρρώνω μετά ένα μικρό μακροβούτι. Δυσκολίες και έγνοιες πάντα υπάρχουν. Οι περισσότερες φορές που μιλάμε με τη καρδιά μας είναι όταν έχουμε δηλητηριασμένες διαθέσεις. Και όταν όλα μας πάνε καλά και καταφέρουμε να γίνουμε αποδεκτοί από κάποιους ανθρώπους γύρω μας και να εξασφαλίσουμε τα επιπλέον μικρά που ζητήσαμε ....τότε ενίοτε βαριόμαστε. Βαριόμαστε όταν στεκόμαστε στα πόδια μας, όταν όλα πάνε καλά και επιθυμούμε διακαώς να σκοτώσουμε το χρόνο μας, να περάσει η ώρα. Η μεγαλύτερη ύβρις...Λατρεύω όσους αντιστέκονται σε ό,τι χαραμίζει το χρόνο που έχουμε για να ζήσουμε. Μην κρύβεστε, ελάτε σε επαφή με τα όνειρα σας, αδράξτε τη μέρα (το «carpe diem» του ποιητή που έλεγε κι ο Ρόμπιν Ουίλιαμς στον «Κύκλο των χαμένων ποιητών»). Αναζητούμε όλα αυτά που λέμε ότι συνθέτουν την ευτυχία αντί να είμαστε ευτυχισμένοι που ζούμε.
Πασχίζω να υποδυθώ τον ανέμελο αναμένοντας τις αλκυονίδες μου και ελπίζοντας να το συνηθίσω. Ευτυχώς δηλαδή που υπάρχουν κάτι μέρες που οι φαντασιώσεις μας επιτρέπουν να απολαμβάνουμε τη προσδοκία τους

Ευχές γλυκές σαν μέλι!

ΥΓ Για να είναι «βαρύ» ένα κείμενο πρέπει να μιλά για τα δεινά του κόσμου ή για βαθύτατες υπαρξιακές ανησυχίες, να χύνει προβληματισμό και να ζέχνει δήθεν σοβαρότητα. Αυτομάτως έχουμε την τάση να βαφτίζουμε ανάλογα σοβαρό - προβληματισμένο και τον διακομιστή - εκφραστή τους. Οκ! Αν είναι έτσι, ας πούμε ότι ξεκίνησα δίαιτα και θέλω να νιώθω ελαφρύς