Παρασκευή 10 Μαρτίου 2006

Θεσσαλονίκη... Ένα βήμα μπρος και δύο πίσω

Κατά τα χρόνια του Μεσαίωνα στην Ευρώπη υπήρχαν οι πόλεις κράτη. Ήταν τότε που οι ευγενικοί πολεμιστές άφηναν πίσω τις κυράδες και τις δεσποσύνες να κεντούν έμπροσθεν των παραθύρων με τα μαλλιά ξέπλεκα, όπως μαθαίνουμε από την ιπποτική παράδοση. (Η παράδοση επέβαλε επίσης τις ζώνες αγνότητας).

Και ο ατρόμητος ιππότης σιγοψιθυρίζοντας το όνομα της δέσποινάς του (Καλλιόπη, Κατίνα, Βαλεντίνα) έπεφτε στη μάχη (και μετά στο πλιάτσικο). Για να τιμήσει τα χρώματα της σημαίας του. Από τότε βέβαια πέρασαν χρονάκια πολλά. Όμως, όπως ο σύγχρονος τραγουδοποιός άδει, «όλα αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν».

Εν έτει 2006 η Θεσσαλονίκη, απέκτησε το σύμβολο της: η σημαία Της. Δεν θέλω να αναφερθώ στο αισθητικό αποτέλεσμα, δεν είναι εκεί το θέμα μας, γιατί αφενός θα γίνω κακός, πολύ κακός και αφ’ ετέρου το κιτς είναι θέση και άποψη. Ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις…
Ο συμβολισμός είναι που με σκιάζει, αυτά που υποδηλώνει, αυτά που υπονοεί. 'Ασπρο και γαλάζιο χρώμα, μια σειρά τείχη-πολεμίστρες και το κεφάλι του Μεγαλέξανδρου. Ενδεικτικό σύμβολο της στείρας νοοτροπίας που υπάρχει. Γιατί αν η πρώτη εντύπωση παραπέμπει σε μεσαιωνικά έτη, σε πόλεις-κάστρα που οι άρχοντες οχυρώνονταν πίσω από ψηλά τείχη εμποδίζοντας οτιδήδοτε «ξένο» σώμα, ιδέα, να μολύνει «την πόλη τους», η δεύτερη ανάγνωση οδηγεί απευθείας σε συνειρμούς για Μακεδονομάχους με υπέρμαχο στρατηγό τον Μεγαλέξανδρο. (Πώς λέμε ελεύθερο πνεύμα, ανοιχτοί ορίζοντες; Καμία σχέση!).

Αυτό είναι το σύμβολο της πάλαι ποτέ κοσμοπολίτισσας του Βυζαντίου και των Βαλκανίων; Tης πόλης του Μητροπολίτη και λόγιου Ευσταθίου (12ος αι.), του Γρ. Παλαμά (13ος αι.), του Ναζίμ Χικμέτ, του Αιμίλιου Ριάδη, των Γ. Βαφόπουλου, Ν. Γαβριήλ Πεντζίκη, Γ. Θέμελη, Γ. Ιωάννου; Αυτή είναι η Θεσσαλονίκη του Ασλάνογλου, του Αναγνωστάκη, της Καρέλη, του Μοσκώφ, του Χριστιανόπουλου; Κατάντια! Σαν φαρσοκωμωδία μοιάζει. Τι να πω… (Τα τείχη από ποιον μας προστατεύουν, όταν οι βάρβαροι από μέσα αλωνίζουν…). Ας κάνω λάθος, ας είναι διαβατάρικη η αίσθηση μου.

Αυτό ξέρω είναι ότι οι σύγχρονες πόλεις γκρεμίζουν που τα τείχη, γίνονται χώροι ανταλλαγής ιδεών (ότι δηλαδή ήταν πάντα αυτή η πόλη). Είναι πόλεις ανοιχτές με όραμα, σχεδιασμό, τομές, ρήξεις, μεταρρυθμίσεις οργανωμένες στα πλαίσια των σύγχρονων πολυ-πολιτισμικών κοινωνιών (η ίδια η ιστορία της Θεσσαλονίκη μας το διδάσκει αυτό). Από μια σύγχρονη πόλη αυτά θα περίμενε κανείς.

Αντί αυτού (προδίδοντας την καταγωγή μας), καταλήξαμε να έχουμε μια πόλη αφιλόξενη, ξενοφοβική που καλλιεργεί την απομόνωση, δοξάζει την εσωστρέφεια, βραβεύει την ημιμάθεια και κλείνεται στο καβούκι της ρέποντας προς τον επαρχιωτισμό, κάνοντας σημαία της το λαϊκισμό. Με αποτέλεσμα, αντί να πρωταγωνιστεί, να λουφάζει (αυτή που κάποτε υπήρξε πρωτοπόρος στα θέματα πολιτισμού) και ξεδιάντροπα, κουραστικά να επαναλαμβάνει ότι για όλα φταίει η επάρατος Αθήνα.

Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι αν η Θεσσαλονίκη φιλοξενούσε τη Γιουροβίζιον, τότε οι ιθύνοντες θα θεωρούσαν ότι αυτό είναι «το» πολιτιστικό γεγονός της δεκαετίας. (Γιατί δεν είναι;;;;; σαν να ακούω αθώες και γνήσιας απορίας φωνές!!!) Δυστυχώς, αυτό είναι το μεγαλύτερο κακό. Δεν καταλαβαίνουν, αδυνατούν να αντιληφθούν ποια είναι η βυζαντινή πόλη με τα χίλια πρόσωπα. Σχεδόν καθημερινά λαμβάνουμε τα αρνητικά δείγματα μιας νοοτροπίας που υποδηλώνει ότι είμαστε «αλλού γι’ αλλού». Με λύπη μου, στην ΤV100 άκουσα από τα πλέον επίσημα χείλη τη δήλωση ότι ένα από τα δύο μεγαλύτερα πολιτιστικά γεγονότα της Θεσσαλονίκης είναι οι Γιορτές του Καρναβαλιού. (Δεν λέω... ισχύει ο καθείς και τα πρότυπα του! Σε εμάς έλαχε και ζήλεψαν οι άρχοντες τη δόξα του Σοχού και της Κρύας Βρύσης).

Το έτερο φυσικά κορυφαίο γεγονός επίδειξης της κουλτούρας της πόλης είναι οι ανεκδιήγητες γιορτές Αγγέλων ( η χριστουγεννιάτικη σύναξη στη Πλατεία Αριστοτέλους με το σύνθημα «όλη η πόλη μια παρέα» γίνεται η αποθέωση του «γύρω-γύρω όλοι» υπό τη συνοδεία αοιδών της πίστας και σόουμεν!). Και αυτό το ονομάζουν πολιτισμό!

Ας υποθέσουμε πως έβγαινε στα ΜΜΕ ο δήμαρχος της Αθήνας, της Ρώμης, του Βερολίνου, του Μιλάνου, της Πράγας να δηλώσει πως το μεγαλύτερο πολιτιστικό γεγονός της πόλης του είναι το Καρναβάλι της (κοινώς τα πανηγύρια)! Θα τον ξέσκιζαν οι εφημερίδες με πρωτοσέλιδα, τα κανάλια, οι δημοσιογράφοι, οι σκεπτόμενοι πολίτες. Εδώ όμως … Τι συμβαίνει; Ανυπαρξία, αδράνεια, μπαξίσια ή φιμωμένες φωνές; Μεσαίωνας! Σαν να τιμωρεί ο ένας τον άλλο. Αν τώρα έπεσε στην υπόλοιπη Ελλάδα η (αφρικάνικη) σκόνη, σε εμάς μοιάζει να κόλλησε εδώ και χρόνια και να έπνιξε ώτα και οφθαλμούς. Τίποτε άλλο!
(Είμαι ονειροπόλος, το δέχομαι, μα σαν στα μάτια μου μπροστά ανέμισε το λάβαρο της πόλης, όλα αυτά έτσι μπερδεμένα ήρθαν στη αλήτισσα σκέψη μου;)

Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη...

«... Το καλοκαίρι της πρότεινα να έρθει μαζί μας στο κάμπινγκ. Να ξαπλώσουμε ένα βράδυ στην παραλία όλοι μαζί, να βλέπουμε τα αστέρια. Θυμάσαι τότε που είχα δει πρώτη φορά ένα να πέφτει;» (Μου μιλάει γι’ αυτήν και ταράζεται, η χροιά της φωνής του αλλάζει, η καρδιά του πάλλεται τόσο δυνατά που έχω την εντύπωση πως το στήθος του σφυροχτυπιέται).

«Θα την ανεβάσουμε και στη μηχανή, εσύ θα οδηγείς, αυτή στη μέση κι εγώ θα κάθομαι πίσω να την κρατώ σφιχτά αγκαλιά…» (κοκκινίζει με τη σκέψη και μόνο…) «… δεν θα έχει και κράνος άλλωστε» (συμπληρώνει για να δικαιολογηθεί). «Μπαμπά, θα την πάμε και στις καβουρότρυπες στα βραχάκια, έτσι;» (βολτάραμε εκεί τον Σεπτέμβριο, όταν είχαν φύγει όλοι).Σοβαρεύεται… «Θα της κρατάω το χέρι να μην πέσει, είναι επικίνδυνα εκεί».

Ο μικρός μου, μόλις 8 ετών, ένιωσε να τον τρυπάνε τα βέλη του έρωτα… Για καλή του τύχη, με ανταπόκριση. Η ποθητή έχοντας ζήσει τις ίδιες 'Ανοιξες, αφού του απέσπασε δηλώσεις ότι την αγαπάει, εκδηλώθηκε δείχνοντας ανάλογη συγκίνηση. Συμμαθητές στην ίδια τάξη (3η Δημοτικού) άνοιξαν πρόωρα τις φτερούγες τους με κατεύθυνση τον παιδικό ίμερο… Στον ήχο του τηλεφώνου πετάγεται αλαφιασμένος, περιμένοντας πρόσκληση για παιχνίδι . Στα διαλείμματα στο σχολείο, μου λέει ότι «την προστατεύει» από τα άλλα αγοράκια και ότι μόνο αυτός (ο άντρας ο επιδέξιος, ο δυνατός) την πιάνει όταν την κυνηγάνε… Μικρέ μου, σκέφτομαι, ίσως κάποτε να μάθεις ότι αυτή που αφήνεται να πιαστεί, αυτή πάντα επιλέγει. Αιώνων σοφία έχει υφάνει τη θηλυκή φύση.

Με κοιτoύσε όλο απορία όταν του ζήτησα να την περιγράψει. Αδυνατούσε να μου πει αν έχει μακριά ή κοντά μαλλιά, ή το χρώμα των ματιών της, δεν θυμόταν ούτε καν τι ρούχα συνήθως φορούσε… Για τον ερωτευμένο μικρούλη μου είναι ΑΥΤΗ. Η αιώνια γυναίκα που ξέρει να προσελκύει αγγίζοντας τα όρια του πάθους, χωρίς απαραίτητα να είναι η Ωραία των Ωραίων.

Αυτά τα παιδιά είναι πολύ μικρά ακόμη για να προσέχουν αν είναι trendy τα ρούχα που φοράνε. Η μικρή δεν ηδονίζεται ούτε κιαλάρει λογαριασμούς τραπεζών, κότερο και πιστωτικές για να υγρανθεί… Δεν έγινε ακόμη η απελπιστική ξανθιά που ακουμπώντας το δεξί χέρι στην πόρτα ενός κάμπριο καμαρώνει πίσω από τα γυαλιά ηλίου σαν παγώνι για το τρόπαιο. Και ο μικρός δεν έγινε ακόμη ένας μαλάκας που οδηγεί μια «γκομενοπαγίδα». Είναι τα μάτια που κοιτάχτηκαν και μια απροσδιόριστη έλξη που γέννησε αυτό που ονομάζεται αγάπη.

«Πώς θα αντιμετωπίσει τη ζωή; Έτσι μαλακός σαν βούτυρο θα τον πατήσουν…» μου έλεγε η θείτσα. «Η ζωή είναι μια συναλλαγή. Αυτός, έτσι που είναι θα πληγωθεί… Πρέπει να τον προετοιμάσεις....» Δεν νομίζω ότι θέλω να τον «προσγειώσω». Ο μικρός ήδη φαίνεται να αγαπάει καθ’ υπερβολήν. Όπως κάθε ερωτευμένος «ανεβαίνει», για την ακρίβεια ίπταται στον έβδομο ουρανό. Τα συναισθήματα του δίνουν αυτοπεποίθηση.

Δεν έχει -και δεν πρέπει να δώσει- σημασία ποτέ στη ζωή του, αν και πόσο θα πληγωθεί.. Από το να φοράει στενό κολάρο που να τον πνίγει και να κρατάει καβάντζες για να αποφεύγει τυχόν λαβωμένα συναισθήματα, χίλιες φορές να μείνει έτσι ευαισθητούλης -ανοιχτός στη ζωή κι ας ματώσει. Καμιά φορά η γεύση που έχει το αίμα είναι γλυκιά. Οι πληγές θα επουλωθούν και κάθε τραύμα θα είναι ένα παράσημο. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι στα πρώτα του βήματα μαθαίνει να εκδηλώνει τα συναισθήματα και να βιώνει ότι η αγάπη είναι το πιο όμορφο πράγμα στον κόσμο.

«Μου είπε ότι κι αυτή μ’ αγαπάει... Μ’ αρέσει να τη σκέφτομαι με τις ώρες μπαμπά.» Πουλάκια μου…