Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2007

Και όμως, ανάμεσα και σέ δύο αργίες υπάρχει ζωή


(περιμένει να της δώσεις ένα φιλί ρουφηχτό για να ζωντανέψει)

Ο Φώτης, ο γιατρός μου, επιμένει να με φορτώσει αντικαταθλιπτικά. «Κανείς μας δεν θα ξεφύγει!» λέει και συμπληρώνει χαριτολογώντας: «Όποιος έχει μια στοιχειώδη μόρφωση, μια οπτική περισκοπική και δεν τσιμεντάρισε τις διόδους της καρδιάς χρειάζεται τεχνική κάλυψη». Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε για τα γιατροσόφια του και επίσης ότι, αν και κυκλοφορεί στις λεωφόρους του νου η μανία «να το ρίξω έξω», εμείς τις αργίες θα τις περνάμε αμφότεροι εσώκλειστοι.

Τα χείλη που χαμογελάνε μʼ αρέσουν, τα μάτια που σπινθηροβολούν με αιχμαλωτίζουν, αλλά τα καταναγκαστικά σουαρέ σε ιμιτασιόν ταβέρνες με διάχυτη μια επίπλαστη χαρά, αντιγραφή της τηλεοπτικής φλυαρίας με αηδιάζουν. Συνήθως αιωρείται ως καταναγκαστική η προτροπή «να περάσουμε καλά». Δεν θέλω να διαφέρω, αλλά δεν μπορώ να μην υπερασπιστώ τη κοινή λογική απέναντι στην κατάχρηση αυτών που μαγαρίζουν επιδειχτικά τις ζωές μας. Η σύνδεση γίνεται ευθέως με την παρεκτροπή. Τα νοσοκομεία(!) φουλάρουν μετά τις γιορτές καθώς άπαντες ρίχνονται με τα μούτρα σε φαγητά, ποτά, με δίψα οδοιπόρου που βάδιζε για μέρες σε έρημο

Καθηλωμένοι στο σπιτι, αποξενωμένοι από το να κατανοήσουμε τον διπλανό μας, οι περισσότεροι κοιτάζουμε άπραγοι με τις ώρες την τηλεόραση να βαράει το ντέφι. Πουθενά το νόημα της γιορτής, μόνο επικεφαλίδα στο πρόλογο. (Αν παρακολουθήσει κάποιος την ενημέρωση, θα διαπιστώσει ότι από τα πιο σημαντικά θέματα της εβδομάδας ήταν τα ατελείωτα «γλέντια», τα «έλα σε μένα μπαρμπα, εδώ η καλή καθαρά Δευτέρα»). Ηθελημένα ή όχι το αποτέλεσμα είναι η πολτοποίηση της σκέψης, μια σάλτσα συναισθημάτων, μια εξοικίωση με όσα ασήμαντα μας περιβάλλουν και ένα ορθόδοξο σπρώξιμο σε θλιβερές μαζώξεις που στριμώχνεσαι, ποδοπατιέσαι και αναγκάζεσαι να αναπνέεις τη δυσωδία του δίπλα, που «το ʼριξε έξω». Αυτό ονομάζεται γιορτή, παράδοση... Παρά-δοση της φαντασίας είναι, μια και δεν βρίσκω να υπάρχει ζωντάνια στους εκτροχιασμούς παρά μόνο χυδαιότητα. Ουδεμία σχέση με απόδοση τιμών ή με διονυσιακές πανδαισίες.

(Επικράτησε κατά κράτος, η χαρά να πηγάζει από τα αποκτήματα. Και όσα επιθυμητά είναι άυλα, συναισθήματα, ιδέες, πίστη, για να γίνουν κατανοητά σε ανθρώπους που ελαφρώς έχουν κατάπτωση αξιών, να μετατρέπονται σε μονάδες εμπορεύσιμες, να υποβάλλονται επιθυμίες καθʼ υπόδειξη, ισοπεδώνοντας σχεδόν τα πάντα.)Ακόμη και στο πιο αντιεμπορικό συναίσθημα, την αγάπη (ούτε αγοράζεται ούτε πουλιέται) μπήκε μπάρκοντ. Μέσα σε 25 χρόνια επιβλήθηκε στη πατρίδα του Αριστοτέλη μια τεχνητή γιορτή (Άγιος Βαλεντίνος) που δημιουργεί τζίρους στην αγορά. Στη Ελλάδα που η μυθολογία της έχει ένα θεό Έρωτα, μια θεά Αφροδίτη... Επιδεικνύεις την αγάπη σου με δώρα, για να αποδείξεις την ανιδιοτέλεια των συναισθημάτων σου… Αν δεν παραλάβεις το δώρο σου, περίπου γίνεσαι δυστυχής, αφού δεν έχεις έναν σύντροφο, αυτό που πιστεύεις πως έχει σχεδόν το υπόλοιπο του πλανήτη. Πώς να συμμετάσχεις στη χαρά των άλλων; Αποτέλεσμα στις 14 Φεβρουαρίου να είναι η ημερομηνία που στατιστικά γίνονται οι περισσότερες απόπειρες αυτοκτονίας

(Πώς περνάει κάποιος από συμμέτοχος στη γιορτή σε παρατηρητής; Μήπως σε αντικατάσταση μιας ζωή που δεν ζω, ικανοποιούμαι βλάσφημα με την παρακολούθηση της; Ίσως φταίει ότι κοιμάμαι ελάχιστα με πολλές διακοπές.)

Και μετά τη γιορτή τι;
Μετά επιστροφή στις αλυσίδες μια γκρίζας καθημερινότητας με ροζ αναλαμπές. Ο θάνατος μια αδήλωτης πόρνης, της Ανν Νικόλ Σμιθ, η επίσκεψη μιας πρώην πορνοηθοποιού της Τσιτσιολίνα, το ροζ τρίγωνο με τον διευθυντή του ΙΚΑ, τα πρώτα θέματα. Και βέβαια ηδονίζει το μπανιστήρι στην ξένη κλειδαρότρυπα. Aναμονή για την επόμενη αργία που «νόμιμα» θα ξεδώσουμε (όλοι μαζί).

Δεν έχω ύπνο και χαζεύω κείμενα περιτριγυρίζοντας στο δίκτυο. Τυχαία πέφτω πάνω σε ένα μπλογκ από την Κύπρο, με τίτλο: «Όλα είναι του μυαλού και η παντρειά της τύχης» http://drakouna.blogspot.com/ που έχει μοτο το «Οι άλλοι ας πάνε στην Ελβετία, στο Λος Άντζελες, στον Άγιο Μαυρίκιο, στο τρίγωνο των Βερμούδων. Εμείς θα ζήσουμε σε μια άσχημη πόλη και θάʼ μαστε ευτυχισμένοι».

Κοιτάζω από το μπαλκόνι.
Είναι συγκονιστική η θέα του υγρού φεγγαριού, πλάι στα φωτισμένα καράβια.
Συγκινούμαι χωρίς κάποιο εμφανή λόγο.
(Να πώς γίνεσαι ρεντίκολο όταν πλαντάζει η καρδιά σου).