Τετάρτη 25 Ιουλίου 2007

Piu nessuno mi portera nel sud

Τη θάλασσα την παρατηρούσα με τις ώρες απ' το μικρό παραθυράκι της τουαλέτας, στο σπίτι μας, που ατενίζει τον Ακάνθιο κόλπο. Ένοιωθα απόλαυση κοιτάζοντάς την από ψηλά. Πότε γαλάζια πότε μπλε, πότε πιο σκούρα, πότε γκρίζα, ασκούσε μια γοητεία. Τα βράδια με το καλοκαιρινό φεγγάρι να ανατέλλει από τα σπλάχνα της, η συγκίνηση μου ήταν σε κορυφαίες στιγμές. Αλλά και χωρίς φεγγάρι με τις φωτεινές αλυσίδες που σχημάτιζαν τα γρι-γρί των ψαράδων της Ιερισσού ήταν απ' τις αγαπημένες μου απολαυστικές παρατηρήσεις. Κοντά της όμως ήταν διαφορετικά: τα κύματα τα έτρεμα, στο κολύμπι πήγαινα μέχρι εκεί που πατούσα και γενικώς το απολαυστικό δέος, από την από απόσταση παρατήρηση, μετατρεπόταν σε φόβο, που τον εξομάλυνε κάπως η μυρωδιά της και η υπέροχη αίσθηση του νερού και της αρμύρας.

Αργότερα τη συνέδεσα με τους έρωτές μου. Ήταν απ' τα μέρη που γούσταρα να πηγαίνω για σεξ. Έψαχνα με το παλιό μου Autobianchi, το οποίο -ειρήσθω εν παρόδω- είχα μετατρέψει σε 4Χ4, αφού δεν κώλωνε πουθενά. Κατέβαινα νυχτιάτικα ότι κατσάβραχο είχε η περιοχή για να πάμε σε απόκρυφα κολπάκια και απάγκιες παραλίτσες που δε θα μας έβλεπε άνθρωπος, για να βγάλουμε τα μάτια μας. Τόνωνε τη σεξουαλικότητα μου η αίσθηση αυτή. Ιώδιο, αρώματα απ' το τριγύρω πράσινο και συνάμα οι μυρωδιές απ' τα καμμένα λάστιχα, τη βενζίνη και την υπερθερμασμένη μηχανή του αυτοκινήτου. Μαζί με τις μυρωδιές απ' τη γυναικεία επιδερμίδα, ένα εκρηκτικό κοκτέιλ. Κι άντε μετά εξουθενωμένος και με ψύχραιμο πια μυαλό, να ξανανεβείς το κατσάβραχο οδηγώντας με μαεστρία, γιατί το ατύχημα εκεί σήμαινε να γίνεις ρόμπα. Όλοι γνωστοί είμαστε στην επαρχία και ως γνωστόν «οι άνθρωποι δε συγχωρούν αυτούς που από έρωτα εκπέσανε» (Δημήτρης)
.................................................................................................................................................................
…και άλλα πολλά συμπαθητικά μου έγραψε ο φίλος με τη διάθεση να συνομιλήσουμε με e-mail. Ήθελα να συνεχίσω το κείμενο του, να αντιπαραθέσω δικές μου μνήμες, να γράψω για την Αμοργό, τη Μήλο για ταξίδια με πλοία, για μέρες στις τροπικές θάλασσες του Κο-Τα και νύχτες στη παραλία του Κο-παγκάν, για βόλτες πλάι στα κύματα της Λισσαβόνας, τις ώρες που καθηλώθηκα στα παγκάκια στη παραλία της Θεσσαλονίκης αγναντεύοντας όσα ονειρευόμουνα, για γλάρους και μάτια υγρά σαν θάλασσα αλλά…Για να πεις για τη θάλασσα χρειάζεται κέφι και εγώ δεν έχω. Το μυαλό μου είναι θολωμένο από τη ζέστη και από μια καλπάζουζα καταθλιψάρα. Έμεινα με αργές σκέψεις να χαζεύω τα χρώματα στα παγάκια ενός γεμάτου ποτηριού γλυκιάς «ρετρό» Κουμανταρίας. Στα ξαφνικά άρχισα να στέλνω sms ρωτώντας αυτούς που με ανέχονται και μου ανοίγουν τη πόρτα τους μετά τα μεσάνυχτα τι σημαίνει για αυτούς η θάλασσα…
.......................................................................................................................................................................
Είναι ήχος συρτός πάνω στην άμμο, είναι μυρωδιά γαλήνης μέσα στη νύχτα. Είναι φεγγάρι πάνω από το καΐκι με τους Αιγύπτιους που τραγουδάνε. Ζευγάρι που κάνει έρωτα στα νωπά βότσαλα. Παιδί που γλείφει τα μωβιασμένα αρμυρά χείλη του, αφοσιωμένο στη μαγεία. Το μπλε της απεραντοσύνης (Κατερίνα)
.......................................................................................................................................................................
Τι να πω για τη θάλασσα…Δεν ξέρω…κάτι για το βλέμμα μας που βυθίζεται και κάτι για όλους τους μαλάκες που χαλάνε αυτή τη γαλήνη (Αλέκα)
.......................................................................................................................................................................

Μια αγάπη που είχα πριν χρόνια με οκτώ βαθμούς μυωπία, επέμενε να ανιχνεύει μαζί μου το βυθό χωρίς μάσκα., Όταν τη παρότρυνα να της δώσω τη δική μου, αρνήθηκε… « Έχω φτιάξει το δικό μου υδάτινο κόσμο, δεν θέλω να αλλοιώσω αυτή την εικόνα» (Θόδωρος)
........................................................................................................................................................................
Η Θάλασσα είναι το δοχείο της προαιώνιας και αμείλικτης ανθρώπινης μοναξιάς. Αυτή που εκπορεύεται από τη γαλαζωπή ψυχή μας την ώρα που μας συνέλαβε η μήτρα της μάνας. Διαλύεται για μια και μοναδική στιγμή, όταν αντικρύσουμε τη θάλασσα πρωί, ανάμεσα σε δύο βουνά, καθώς οδηγούμε προς, ή δυστυχώς από, το μοναδικό καταφύγιο της ελπίδας (Τίνα)
.......................................................................................................................................................................
Δεν έχω άλλες λέξεις να προσθέσω… μόνο εικόνες. Όπως αυτές του Σαββατοκύριακου στο καλοκαιρινό χαιρετισμό του CITY. Εμείς που πήξαμε με τη κακόγουστη επανάληψη των μπιτς παρτι στη Χαλκιδική απολαύσαμε κάτι ζωντανό που είχε χρώμα και ανάπνεε . Είδα μια θάλασσα ερωτική, θελκτική και επικίνδυνη, στα λικνίσματα των κοριτσιών. Ένιωσα τα κύματα (αν και ανίκανος να ακολουθήσω) στο ρυθμό που χτυπούσαν τα τύμπανα, στις φιγούρες των Βραζιλιάνων χορευτών.

Μόνο στο νου στροβιλιζόταν δαιμονισμένα το
Piu nessuno mi portera nel sud
(κανείς δεν θα με πάει στον Νότο)* .

Καλά να περνάτε


......................................................................................................................................................................
* Από το εξαιρετικό «αστυνομικό» ανάγνωσμα του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν «Οι θάλασσες του Νότου» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο…