Παρασκευή 18 Μαρτίου 2005

Ανθρώπινες σχέσεις

Τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν, καθισμένη στο πάτωμα, γελούσε σαν μικρό παιδί. Έμαθε την πρωτοχρονιά ότι ο καρκίνος που την τρώει, έκανε μετάσταση στα οστά. Πριν λίγες μέρες τέλειωσε τη δεύτερη χημειοθεραπεία της και τώρα προσπαθεί να συνέλθει. Ο πιο αξιοπρεπής άθρωπος που γνώρισα στη ζωή μου. Ποτέ δεν παρακάλεσε, ποτέ δεν ζήτησε από κανέναν να τη λυπηθεί. Ακόμη και σήμερα αυτή μας δίνει κουράγιο, σε όλους όσοι την περιτριγυρίζουμε.

Ποτέ δεν της είπα πόσο την θαύμαζα, ούτε την κράτησα στην αγκαλιά μου όσο θα ήθελα. Τώρα αν το κάνω φοβάμαι πώς θα φανεί...
Λυπάμαι... λυπάμαι που οι περισσότεροι κρυβόμαστε. Που κρύβουμε την αγάπη μέσα μας. Τη φυλακίζουμε είτε γιατί νομίζουμε ότι είναι νωρίς, πολύ νωρίς να τη ξεδιπλώσουμε, είτε γιατί φοβόμαστε πόσο μπορεί να απογοητευτούμε. Να βρούμε πρώτα ένα αντίβαρο και μετά να σπάσουμε το περίβλημα μας. Εγινε σχεδόν εθιστικό να προφυλάσσουμε τα νώτα μας, να κρατάμε πισινή στην εποχή της εσωστρέφειας. Ακόμη και από τους φίλους.

Και όμως ....Αλληλοσυμπληρωνόμαστε. Τα κενά σου και τα κενά μου. Αφού σταμάτησες να μιλήσουμε, να αλληλοασπαστούμε, να ανταλλάξουμε τα μηνύματα μας, σημαίνει ότι διέκρινες κάποια κομμάτια που σου έλειπαν. Αυτός δεν είναι ο στόχος μιας σχέσης;
Το συναίσθημα έγινε ανορεξικό μοντέλο που το ζυγίζουμε με το κιλό και με το χρόνο. Κατάντησε συνήθεια πριν καλά-καλά αγγίξεις το χέρι, να αναλύεις εμβριθώς τι σε τραβάει, τι σε συνδέει, τι σου αρέσει, την κοινωνική τάξη, το επάγγελμα. Και δεν σταματάμε εκεί... κλωσάμε τις επιθυμίες μας να ωριμάσουν. Για να δεις τα πράγματα σε βάθος χρόνου, λένε, μη τυχόν και φανείς αφελής ή ελαφρύς. Πέφτει βαρύ να πεις απλώς: μ' αρέσεις, περνώ καλά μαζί σου.

Ποια αγάπη φιλική, ερωτική, αδελφική, ανθρώπινη είναι αυτή που δεν τολμάει να παρουσιαστεί με το όνομα της; Σκυλομετάνιωσα όσες φορές, άτεχνα και παρεμπιπτόντως, προσπάθησα να περιγράψω τα αισθήματα μου αντί να κάνω το αυτονόητο: να ανοίξω μια αγκαλιά...

Ίσως τα πράγματα θα ήταν απείρως πιο απλά αν θυμόμαστε ότι αύριο μπορεί να πεθάνουμε, και αν όχι αύριο, αυτό θα γίνει σίγουρα σε κάποιους μήνες ή σε μερικά χρόνια, λίγα ή πολλά τίποτα δεν αλλάζει, μια και σχεδόν ποτέ δεν ξέρουμε. Θα ‘θελα να ξεδιπλώσουμε τις επιθυμίες μας και να μιλήσουμε για αυτά που προσδοκούμε, για ό,τι αισθανόμαστε -πριν χαθεί ο ήλιος μας.

Να βάλουμε τα καλά μας και, τα πρωινά που μας χαϊδεύουν, να πιούμε ένα καφέ που δεν θα μας πιει, χωρίς να πούμε ότι άργησα πάλι στη δουλειά. Η ευτυχία κρατά τόσο λίγο, όσο ένα κύμα στην ακτή. Κι αν δεν τα καταφέρουμε τώρα που οι νύχτες γλυκάνανε, πληθαίνουν και οι προκλήσεις για μια βόλτα στο καλντερίμι. Με την πρώτη ευκαιρία θα πάμε μια εκδρομή, ένα ταξίδι φαντασίας: Θεσσαλονίκη Μονεμβασιά με φουλ στα κόκκινα τη διάθεση και στον ήχο να ζωγραφίζονται τα αγαπημένα κομμάτια που σε ταξιδεύουν. Κουράγιο λες ... Μπορεί και εσύ μαζί τους να ταξιδέψεις. Θα είναι μια άμωμος σύλληψη, μιας και το αύριο μπορεί να μην υπάρξει.

ΥΓ. Ξαναδιαβάζοντας το κείμενο πριν το παραδώσω στο ατελιέ συνάντησα την ανακολουθία του λόγου μου «Μετάνιωσα που ποτέ δεν της είπα πόσο την θαύμαζα. Τώρα φοβάμαι πώς θα φανεί...».Τόσο ανόητο και πόσο τετριμμένο... Θέλησα να το σβήσω. Θα σβήσει όμως, σκέφτηκα, μόνο αν ειπωθεί