Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2007

Στάσου μια στιγμή...

Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου με μια φωτογραφική μηχανή. Να καδράρω ασταμάτητα και με μανία ανθρώπους, τοπία, στιγμές, επιλέγοντας να αιχμαλωτίσω το χρόνο. Έτσι και δεν προλάβαινα μέσα από το φακό μου κάποια στιγμή που έμοιαζε ενδιαφέρουσα για τη λογική μου, κατάπινα μια κουταλιά κατάθλιψης που έχασα τη φάση.
Μέχρι που ανακάλυψα ότι τα χιλιάδες σλάιντς που είχα συγκεντρώσει μου προξενούσαν μηδαμινή συγκίνηση. Και σταμάτησα το σπορ.

Όταν επισκέπτομαι μια πόλη σπάνια ακολουθώ τα βήματα που προτείνουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί. Ειδικά αν συμβεί -το κοσμοϊστορικό γεγονός- να είμαι στα καλά μου, αποφεύγω τα μουσεία και τα αξιοθέατα όπως ο διάολος το λιβάνι, προτιμώντας να χαθώ στα δρομάκια της πόλης. Αλλά και όσες φορές βρέθηκα σε κάποιο μουσείο, ομολογώ ότι τον περισσότερο χρόνο τον ξόδεψα παρακολουθώντας τους επισκέπτες, πώς εκφράζονται, τι λένε μεταξύ τους, πόσο βιάζονται να προλάβουν να τα δούνε όλα, να συμπυκνώσουν το χρόνο σΆ ένα μπουκάλι και αν γίνεται να το πάρουν μαζί τους μέσα από άθλιες εκδόσεις, φθηνές αφίσες και άλλα μπιχλιμπίδια. Τρελαινόμουν όταν τους άκουγα να λένε είδα το τάδε, ή το δείνα. Σκάρωνα φανταστικούς διαλόγους στην προσπάθεια να διατηρήσω μια ευγενική στάση. Έλεγα από μέσα μου: «Τι πρόλαβες να συγκρατήσεις μέσα σε λίγες ώρες με τη τηλεοπτική σου ματιά, βρε τσέλιγκα, που παρέα με τη βλάχα σου κάνατε αγώνα δρόμου να προλάβετε σε ένα πρωινό να ολοκληρώσετε κανά δυο μουσεία;»

Χρησιμοποίησα το παράδειγμα του ταξιδιού γιατί υποτίθεται ότι εκεί βρίσκουμε χρόνο να κάνουμε αυτά που επιθυμούμε και όχι όσα καθημερινά αναγκαζόμαστε για να επιβιώνουμε. Αλλά τον «αράπη κι αν τον πλύνεις, το σαπούνι σου χαλάς»! Ισχύουν τα ίδια, τρελοί ρυθμοί, να προλάβεις (τι;) και παρόλο τον οπτικοαουστικό ορυμαγδό, παραμένουν αξεδίψαστα τα χείλη. Και στο δια ταύτα κάθε κουρούνα να κράζει, «αχ καλά ήταν, αλλά δεν γίνεται κάτι που θα ταράξει τα νερά, κάτι έντονο, κάτι συγκλονιστικό! Δεν ξέρω τι θέλω, σκοτώνω την ώρα μου, δεν ξέρω τι μου φταίει». Μέσα από τη διαστροφική διάθεση του να προλάβω όσα περισσότερα μπορώ χτυπιέται κατακούτελα η στιγμή της απόλαυσης.

Σε μια πρόσφατη εκδρομική επίσκεψη στην ορεινή Ελλάδα, όταν με την παρέα μου επιλέξαμε μια ημερήσια ποδαράτη ανάβαση, μια αγαπημένη φίλη ήταν αυτή που δεν ακολούθησε. Θυμάμαι πολύ έντονα, κατά την επιστροφή, τη συνομιλία που κάναμε και τον τρόπο που με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα περιέγραφε πώς πέρασε: «Περπάτησα λίγο μέχρι την άκρη του χωριού και κάθισα κάτω από μια μηλιά. Ήταν μαγικά, χάθηκα μέσα στη μέρα και σιγά σιγά άρχισα να συγκεντρώνομαι σ αυτά που έβλεπα, να αφουγκράζομαι στο κορμί μου τον αέρα, τον ήλιο, οι μυρωδιές να με ζαλίζουν...».

Όπως οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν τα πάντα, έτσι και τα μάτια αδυνατούν να καταγράψουν τη κρυμμένη δύναμη, τα χιλιάδες συναισθήματα μέσα στην κάθε στιγμή που οι περισσότεροι στη διαδικασία μιας αναζήτησης, προσπερνάμε! Και όμως, αρκεί να σταθείς για λίγο, να σταματήσεις το κυνηγητό, να αφήσεις το κινητό και να κοιτάξεις γύρω σου. Δεν θα βρεθείς σε άλλο πλανήτη, δεν θα περάσεις τις πύλες κανενός παραδείσου, αλλά θα μπορέσουν να χαρούν τα μάτια σου όσα αντικρίζουν, θα νιώσεις μυρωδιές και θα αναπολήσεις γαλάζια συννεφάκια και ροζ μπουρμπουλήθρες. Διότι έχεις τη μεγαλειώδη τύχη ο αέρας να αγγίζει το δέρμα σου, να είσαι εδώ και να ζεις -κι εγώ να έχω από χρόνια αποχαιρετίσει τα σπυράκια της εφηβείας μου, όπως κάποιος μπανάλ (αποτυχημένος) κακός θα μπορούσε να ειρωνευτεί.

Μπορεί οι ιδέες, η πίστη, οι αξίες, όπως διατυμπανίζεται,
να πήγαν περίπατο, μα υπάρχει μια μαγική λέξη για να ξεκλειδώσεις τη στιγμή...
Αυτή η μαγική λέξη λέγεται «αισθάνομαι».
Ύστερα... Ύστερα, ίσως σ αυτό το μπουρδέλο που λέγεται ζωή,
προκύψουν όλα τα άλλα



(φιλία, τρυφερότητα, έρωτας πάθος)...