Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2007

«Kάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας». Μάρκελλος στον 'Αμλετ



Είναι ακόμη νύχτα… απλώνω το χέρι να πάρω το κινητό, τι ώρα να είναι… 5.14 ακόμη, γαμώτο μου. Ο λαιμός μου με γδέρνει, μια φοβερή ατονία με καθηλώνει… Το μυαλό μου θολό σε κλοιό, ποιός ξέρει πάλι από ποια όνειρα ξέφυγα. Έχω μήνυμα… «θα είμαι Θεσσαλονίκη, αύριο, να βρεθούμε αν μπορείς». Σηκώθηκα, υπνωτισμένος έσυ-ρα το κορμί μου στην κουζίνα και έβα-λα νερό στο μπρίκι.

Θυμήθηκα… Πάνω από 20 χρόνια πέρασαν, αυτός νέο πρόσωπο στη πόλη, έμπλεξε στις φερεμόνες κάποιας της παρέας και με το ένα και το άλλο σιγά-σιγά κολλήσαμε. Ήταν ο μόνος της συντροφιάς που δούλευε «κανονικά» εκείνη την εποχή. Εμείς στο δικό μας πλάνο, εγκυκλοπαίδειες, τρίωρα στο 131, Δευτέρες διαλογή δελτίων του προπό, μεροκάματα στη λαχαναγορά και άλλες ανάλογες big business. Αυτός είχε διοριστεί από το κράτος σε ένα έργο που αφορούσε τη διάνοιξη ενός δρόμου πολλών χιλιομέτρων. Η δουλειά του ως επιβλέποντος μηχανικού ήταν να προστατεύει τα δικαιώματα του εργοδότη (του κράτους στην περίπτωσή μας) απέναντι σΆ αυτόν που ανέλαβε το έργο (μια μεγάλη τεχνική εταιρία). Να ελέγχει τις εργασίες, τα υλικά, αν όλα ήταν σύμφωνα με τις προδιαγραφές… Ήταν σχεδόν σαν χαμένος τη μέρα που με πήρε παράμερα να μου πει ότι πήρε μετάθεση σε ένα κωλονήσι.

Τον θυμάμαι κάθε φορά που ένας κυβερνητικός βγαίνει και δηλώνει για τα μέτρα και τους νόμους που προωθούνται για να προστατευτεί η χώρα μας από πυρκαγιές, πλημμύρες, για δέσμευση κονδυλίων για έργα, κάθε φορά που ακούω έναν υπουργό να απειλεί λάβρος καταπατητές οικοπεδοφάγους και άλλους με στόμφο και υφάκι «θα σας στείλω όλους φυλακή», όταν τους ακούω κορδωμένους να ξεστομίζουν: «θα πάρουμε αυστηρά μέτρα!».

Μην τα πολυλογώ, ο φίλος ανακάλυψε έκπληκτος ότι είχε μια καυτή πατάτα στα χέρια του. Τα χιλιόμετρα δρόμου σε βραχώδες έδαφος ήταν στη πραγματικότητα χωματάκι κατάλληλο για λίπασμα. Η σύμβαση όριζε ότι για κάθε μέτρο με μαλακό έδαφος το κόστος θα ήταν π.χ. 3.000 δρχ το μέτρο. Αν όμως έβρισκαν πετρώδες έδαφος, τότε το κάθε μέτρο θα κόστιζε στο κράτος, ας πούμε 30.000 δρχ. «Από χωράφια περνούσε καρντασάκι» έλεγε δακρύζοντας, «οι αλήτες, καταλαβαίνεις τι θέλουνε, κατέγραψαν ό, τι βρήκαν ως βραχώδες έδαφος, να ξεσκίσουν τον προϋπολογισμό υπερδεκαπλασιάζοντας τη τιμή… Και το φιλαράκι έτριξε τα δόντια στον υπεύθυνο του έργου… «Και δεν ξέρεις, τι έκανε ο αχρείος» μού είπε τρέμοντας από αγανάκτηση… «Ήρθε το βράδυ στο σπίτι μου νεροκουβαλητής με μια επιταγή τεφαρίκι. Το ποσό ήταν ιλιγγιώδες με 7 μηδενικά». Τότε ο βασικός μηνιαίος μισθός ήταν δεν ήταν 25.000-30.000… «Και τι έκανες;» τον ρώτησα. «Τον πέταξα έξω καρντασάκο! Θα την αλλάξουμε την Ελλάδα, θα τα εξαφανίσουμε αυτά τα σκουπίδια. Θα τους ξεσκίσω, μέχρι στο Υπουργείο θα φτάσω». Και τσίτωσε και μάλλον έφτασε, ιδεαλιστής γαρ ο φίλος.
Η ανταπόδοση ήταν «μια μετάθεση σε νήσο μακρινή».

Πριν από τρία χρόνια συναντηθήκαμε τυχαία στο σταθμό στο Χαλάνδρι και σεργιανίσαμε προς ένα κρασομάγαζο να ξετυλίξουμε το νήμα του χρόνου. Του είπα τα δικά μου, μου είπε τα δικά του. Εν μέσω οινοποσίας του θύμισα την ιστορία και τον ρώτησα τι θα έκανε σήμερα. «Πάλι το ίδιο θα έκανα, έτσι με μεγάλωσε ο γέρος μου, άλλο με χαλάει…». Και συνέχισε με άχρωμη φωνή «…σχεδόν σΆ όποιον από αυτούς που λένε "φταίνε οι πολιτικοί, επιτέλους κάτι να αλλάξει ρε παιδιά", έκανα το λάθος να διηγηθώ τη φάση, εισέπραξα ένα “…μπράβο μαλάκα”». Σήμερα σε πολλούς γύρισε τις πλάτες και ασκώντας το δικαίωμα ας πούμε της αυτοδιάθεσης, ζει σε ένα αγρόκτημα έξω από την Αθήνα.

Υπάρχει ηθικό δίδαγμα;